ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ Μ.Ε.

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΑΡΗΣ

ΝΤΑΝΟΠΟΥΛΟΥ – ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ ΟΛΓΑ

Αγαπητοί γονείς και μαθητές, καλωσορίσατε στη σελίδα του φροντιστηρίου μας. Στόχος μας η καλύτερη δυνατή επικοινωνία μαζί σας και η διαρκής ενημέρωση για όλα όσα αφορούν τη λειτουργία και τις παροχές του φροντιστηρίου μας

Στο Φροντιστήριό μας προετοιμάζουμε τους μελλοντικούς πρωταγωνιστές. Η απόλυτη εξειδίκευσή μας στο χώρο των φιλολογικών και οικονομικών μαθημάτων, καθώς και η πολυετής πείρα μας στο χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, θέτουν από νωρίς τις βάσεις της επιτυχίας και διευκολύνουν τη δουλειά του υποψηφίου.

Άλλωστε, οι επιτυχίες μιλάνε για εμάς: με εισακτέους στα τμήματα στρατιωτικών σχολών, όπως ΣΣΑΣ Νομικής, ΣΣΑΣ Οικονομικών, ΣΜΥ, στις παραγωγικές σχολές των Αξιωματικών και Αστυφυλάκων ΕΛ.ΑΣ, Πυροσβεστικής, αλλά και στα υψηλής ζήτησης Ανώτερα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας όπως η Νομική, Φιλολογία, Παιδαγωγικά Τμήματα, Αγγλική Φιλολογία, Ψυχολογία και Οικονομικά Τμήματα, αποδεικνύουμε τη σκληρή μας δουλειά.

Το Φροντιστήριό μας άλλωστε είναι και πιστοποιημένο συνεργαζόμενο κέντρο της UNICERT (σύγχρονου Φορέα Πιστοποίησης Ανθρώπινου Δυναμικού, πιστοποιημένου από τον Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. και διαπιστευμένου από τον Ε.ΣΥ.Δ, τα πιστοποιητικά του οποίου αποτελούν απαραίτητο εφόδιο για προσλήψεις στο ελληνικό δημόσιο και διαγωνισμούς Α.Σ.Ε.Π.), αποκλειστικού αντιπροσώπου του Πανεπιστημίου FREDERICK της Κύπρου ( με έδρα τη Λευκωσία, ενώ σχολές και τμήματα λειτουργούν και στη Λεμεσό), το οποίο προσφέρει στον ελλαδικό χώρο προγράμματα σε πτυχιακό, μεταπτυχιακό και διδακτορικό επίπεδο (δια ζώσης – εξ αποστάσεως) ομοταγή με τα ελληνικά ΑΕΙ, αναγνωρισμένα από τον Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π. ( Διεπιστημονικός Οργανισμός Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης), με έξι (6) σχολές που καλύπτουν σχεδόν όλο το φάσμα της εκπαίδευσης. Επίσημες γλώσσες του Πανεπιστημίου είναι η Ελληνική και η Αγγλική) για την προώθηση των προγραμμάτων σπουδών του σε πτυχιακό, μεταπτυχιακό και διδακτορικό επίπεδο (δια ζώσης και εξ αποστάσεως).

Κατανοώντας ταυτόχρονα την οικονομική συγκυρία, το φροντιστήριο μας στέκεται δίπλα στην ελληνική οικογένεια με αίσθημα ευθύνης, αναπροσαρμόζοντας τα δίδακτρα του στο πνεύμα της κρίσης και υιοθετώντας προνομιακή τιμολογιακή πολιτική για ειδικές ομάδες μαθητών (όπως έκπτωση διδάκτρων για ανέργους, πολύτεκνους, αδέλφια, μαθητές εκτός Βόλου, εγγραφή δύο μαθητών…) και επιβραβεύοντας την αριστεία (έκπτωση σε αριστούχους).

Ως μέλος του Συλλόγου Φροντιστών Μαγνησίας και της ΟΕΦΕ (Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών Φροντιστών Ελλάδος) συμμετέχουμε κάθε χρόνο στα Πανελλαδικά Διαγωνίσματα Προσομοίωσης για όλες τις τάξεις του Λυκείου. Παράλληλα, μέσω ειδικών διαγνωστικών τεστ εντάσσουμε το μαθητή – τρια σε τμήμα ανάλογα με τις δυνατότητές του. Παρέχουμε οργανωμένο υλικό μέσω προσωπικών σημειώσεων αλλά και εκδόσεων Schooltime. gr ως επιστημονικοί συνεργάτες του site.

ü Ομοιογενή τμήματα

ü Δωρεάν έκτακτες ώρες διδασκαλίας

ü Σύγχρονα εποπτικά μέσα

ü Εβδομαδιαία προγραμματισμένα υποχρεωτικά διαγωνίσματα

ü Συνεχής ενημέρωση γονέων για τις πραγματικές επιδόσεις των παιδιών

Βόλος, Τοπάλη 15 (με Δημητριάδος)

Τηλ. Επικοινωνίας: 2421-0-23227 / 6976796234

Υπεύθυνοι σπουδών: Ιωαννίδης Άρης, Φιλόλογος,

Ντανοπούλου – Ιωαννίδου Όλγα

olgantanopoulou@yahoo.gr.

(Facebook, Iωαννίδης Άρης)

Μ. ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ (ΣΕΛ. 63)



Μαρία Πολυδούρη: Μόνο γιατί μ' αγάπησες!

Το έργο της
Η Πολυδούρη δημοσίευσε το πρώτο της ποίημα το 1916, με τίτλο Ο πόνος της μάνας, εμπνευσμένο από το μανιάτικο μοιρολόι που άκουγε στα παι­δικά της χρόνια στο Γύθειο. Το 1928, έτος θανάτου του Καρυωτάκη, δη­μοσίευσε την ποιητική συλλογή «Οι τρίλιες που σβήνουν» και το 1929 τη συλλογή «Ηχώ στο χάος». Τα άπαντα της εκδόθηκαν το 1961 με επιμέλεια της Λιλής Ζωγράφου, με προ­σθήκη αδημοσίευτων ποιημάτων, ενώ το 1981 ο Τάκης Μενδράκος επιμελήθηκε μια νέα έκδοση των απάντων με την προσθήκη μιας νουβέλας που είχε ολοκληρώσει το 1925 στη Φτέρη του Αιγίου, ατιτλοφόρητης, που αργότερα πήρε το όνομα Μυθιστόρημα. Στην εργογραφία της επίσης εντάσσεται το Ημερολόγιο της, καθώς και κάποιες μεταφράσεις γαλλι­κών ποιημάτων. Υπάρχουν, εντούτοις, ακόμη άγνωστα κομμάτια του έργου της.
Τα ποιήματα της χαρακτηρίζονται από πρωτογενή λυρισμό και υπέρτατη αξία της ζωής θε­ωρεί τον έρωτα. Με έντονα τα συναισθήματα, η ίδια γράφει αυθόρμητα, αδυνατώντας ή αδια­φορώντας να υποτάξει το λυρισμό της σε συμμετρικά σχήματα. Παρότι η θεματολογία της δεν ξεπερνά το τετριμμένο και κοινότοπο, η γλώσσα και ο στίχος της δεν είναι επιμελώς επεξερ­γασμένα, πολλές φορές πλατειάζει ή ρέπει στο μελοδραματισμό, εντούτοις η γνησιότητα του πάθους και ο λυρισμός της διασώζουν την ποίηση της. Αδικημένη από την κριτική, η οποία την είδε παραπληρωματικά του Καρυωτάκη, λόγω της καταλυτικής του λογοτεχνικής προσωπικό­τητας και του μεταξύ τους δεσμού, για πολλά χρόνια ήταν καλυμμένη πίσω από τη δική του ποίηση.

Η Μαρία Πολυδούρη ήρθε κι έφυγε από τη ζωή σαν αστραπή, χωρίς να προσγειωθεί κι υπάρξει σα συνηθισμένος άνθρωπος. Η Μαρία Πολυδούρη δεν είναι ηρωίδα ρομάντζου. Γεννήθηκε και έζησε σε μια εποχή συντηρητική, που τη συνέθλιψε. Δεν υπήρξε μόνο θύμα του εαυτού της - είναι αλήθεια ότι διακατεχόταν από μια ανίκητη τάση αυτοκαταστροφής- αλλά και του κλίματος που επικρατούσε γενικά και ιδιαίτερα της κοινωνικής μοίρας της ως γυναίκα. Eξετάζοντας αυτό το αστέρι του αιώνα μας που τόσο μικρή τροχιά διένυσε θα διαπιστώσουμε από τη μία μεριά, μια αντίθεση ανάμεσα στις ιδέες της και τις αρχές της και από την άλλη, στο ποιητικό της έργο.
Ενώ οι ιδέες της είναι πολύ προοδευτικές για την εποχή, η ποίησή της -επηρεασμένη, αναμφισβήτητα, σε μεγάλο μέρος από τον Καρυωτάκη- διακρίνεται για το στοιχείο του πεσιμισμού: Υμνεί τον έρωτα και τον θάνατο. Είχε ριζώσει τότε ο νεορομαντισμός, που διαπότιζε την ποίηση. Ομως, στον πεζό λόγο είναι αδέσμευτη. Τόσο στο ημερολόγιό της όσο και στην άτιτλη νουβέλα της παρουσιάζει τις αντιλήψεις της εποχής και σαρκάζει τις συμβατικότητές της.
Οι αντίθετες αυτές πλευρές συνθέτουν μία από τις σπάνιες προσωπικότητες και ολοκληρώνουν έναν ακέραιο άνθρωπο. Ενα πνεύμα σταθερό, ανυποχώρητο και ασυμβίβαστο, που εύκολα δεν μπορούσε να το «σηκώσει» το πνεύμα των καιρών. «Τι θαρραλέα και τι σπουδαία γυναίκα!»,
γράφει η Λιλή Ζωγράφου στο βιβλίο της «Καρυωτάκης, Πολυδούρη και η αρχή της αμφισβήτησης».
«Φυσούσε μέσα της ένας σίφουνας, που την έσπρωχνε να πηδά άφοβα πάνω από τους ανόητους φραγμούς που την εμπόδιζαν να δει την αλήθεια. Αυτός ο σίφουνας τη σήκωσε στα 18 της -τόλμημα τρομαχτικό- από την Καλαμάτα και την έφερε στην Αθήνα του ’20».


Χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ποίησής της
*       Άμεση σύνδεση ζωής κι έργου. Για την Πολυδούρη η ζωή και τα βιώματα της υπήρξαν το κύριο υλικό της ποίησης της, στην οποία τα έδινε άμεσα και αυθόρμητα.
*       Λυρισμός, γνώρισμα της νεορομαντικής σχολής, ο οποίος είναι διά­χυτος σε όλη την έκταση της ποίησης της.
*       Σταθερά θέματα της ποίησης της είναι ο έρωτας κι ο θάνατος. Η αγάπη και ο θάνατος της, η προσπάθεια να την ξαναζήσει έστω και μέσω της ποίησης και η προσωπική της πορεία προς το θάνατο χαρακτηρίζουν άμεσα τα έργα της.
*       Ποίηση πηγαία, φυσική και ανεπιτήδευτη, με ειλικρίνεια συναισθημάτων, εσωτερική πνοή κι έντονο συναισθηματισμό.
*       Ποίηση στην οποία καθρεφτίζεται η γυναικεία ψυχολογία.
*       Μουσικότητα και υποβλητικότητα του στίχου, στοιχεία των νεοσυμβολιστικών της κα­ταβολών.
*       Επίδραση από τον καρυωτακισμό (μετά την αυτοκτονία του Καρυωτάκη, το 1928, ο «καρυωτακισμός» διαποτίζει τη νεοελληνική ποίηση, μια τάση μίμησης της ποίησής του, που εκδηλώνεται ως αποστροφή στη ζωή, πεσιμισμός, μεμψιμοιρία).
*             Αδυναμία στη γλωσσική επεξεργασία και την τεχνική του στίχου, κοινότοπα θέματα και εικόνες.
Η εποχή της
Ζώντας η Πολυδούρη στην εποχή της διάψευσης των ελπίδων του εθνικού οράματος της δημιουργίας της Μεγάλης Ελλάδας και των ποικίλων προ­βλημάτων που η Μικρασιατική Καταστροφή προκάλεσε, της δημιουργήθηκαν, όπως και σε πολλούς ποιητές της γενιάς της, απογοήτευση, μελαγχολία, αίσθηση του αδιεξόδου, αμφισβήτηση των ιδανικών που ενέπνευσαν τις παλαιότερες γενιές των λογοτε­χνών. Έτσι, διαμορφώθηκε η νεορομαντική-νεοσυμβολιστική σχολή, στην οποία και η ποιή­τρια εντάχθηκε. Η ίδια ακολουθεί τη σχολή αυτήν και γράφει ποίηση που χαρακτηρίζεται από μουσικότητα, ατμοσφαιρικότητα και μελαγχολία. Στόχος της σχολής είναι επίσης ο εκ­συγχρονισμός της παραδοσιακής μετρικής ποίησης, που επιτυγχάνεται με παρεκκλίσεις από τους αυστηρούς κανόνες, προκειμένου να επιτευχθεί ο λυρισμός. Επηρεάζεται, επίσης, άμε­σα από τον κύριο εκπρόσωπο της σχολής αυτής, τον Κώστα Καρυωτάκη, ο οποίος την ενέ­πνευσε τόσο ως καλλιτέχνης, αλλά κι ως άνθρωπος λόγω του ερωτικού τους δεσμού. Από τους νεορομαντικούς διαφοροποιείται ως προς το γεγονός ότι η ίδια μετέφερε στα ποιήματα της άμεσα τα βιώματα και συναισθήματα της, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους εκπροσώπους, για τους οποίους αυτά αποτελούσαν την πρώτη ύλη της ποίησης τους.

Παρατήρηση: Νεορομαντικοί-Νεοσυμβολιστές ποιητές του Μεσοπολέμου

Οι ποιητές του Μεσοπολέμου που έγραψαν στο διάστημα 1910-1930 περίπου διαθέτουν κοινά χαρακτηριστικά που τους διαφοροποιούν από τους προγενέστερους ποιητές που εμφανίστηκαν μετά τον Παλαμά. Η ποίησή τους διαμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό υπό την επίδραση των ιστορικών γεγονότων και των πολιτικοκοινωνικών συνθηκών της περιόδου. Έτσι απέχει πολύ από την πατριδολατρία του Παλαμά, την έντονη λυρική διάθεση του Σικελιανού, τις σοσιαλιστικές ιδέες του Βάρναλη. Είναι ποίηση χαμηλών τόνων, που δείχνει εικόνα διάλυσης και παρακμής, χωρίς πίστη στις μεγάλες ιδέες που ως ένα βαθμό καθοδηγούσαν το έργο των προηγούμενων μεγάλων ποιητών. Κυρίαρχη μορφή αυτής της γενιάς είναι ο Κώστας Καρυωτάκης
Γενικά χαρακτηριστικά
·            απαισιοδοξία, μελαγχολία, αίσθηση του ανικανοποίητου του αδιεξόδου
·            απουσία ιδανικών, θρήνος για την απώλειά τους
·            στροφή στο άτομο
·            καταφύγιο στην ονειροπόληση και τη φυγή
·            περιφρόνηση της κοινωνίας
·            επίδραση από τον γαλλικό συμβολισμό
·            προσπάθειες ανανέωσης της παραδοσιακής ποίησης τόσο σε στιχουργικό επίπεδο ("παραβίαση" της αυστηρής μορφής του παραδοσιακού στίχου), όσο και σε επίπεδο περιεχομένου (σταδιακή χαλάρωση της λογικής, εμφάνιση του συνειρμού στη σύνθεση των ποιημάτων).


Μόνο γιατί μ' αγάπησες[1]  [από την ποιητική συλλογή «Οι τρίλιες που σβήνουν», 1928][2]
Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.


Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι’ αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κι’ έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.


Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν
με την ψυχή στο βλέμμα,
περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο
της ύπαρξής μου στέμμα,
μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν.


Μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες
και στη ματιά σου να περνάει
είδα τη λυγερή σκιά μου ως όνειρο
να παίζει, να πονάει,
μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες.


Γιατί δισταχτικά σα να με φώναξες
και μου άπλωσες τα χέρια
κ’ είχες μέσα στα μάτια σου το θάμπωμα
- μια αγάπη πλέρια,
γιατί δισταχτικά σα να με φώναξες.

Γιατί, μόνο γιατί σε σένανε άρεσε
γι' αυτό έμειν' ωραίο το πέρασμά μου.
Σα να μ' ακολουθούσες όπου πήγαινα
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.
Μόνο γιατί σε σένανε άρεσε.



Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα
γι’ αυτό η ζωή μού εδόθη
στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.



Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.



Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατά σου, ωραίε, που βασίλεψες
κι’ έτσι γλυκά πεθαίνω
μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες.


Εισαγωγικά
Το ποίημα, που κανονικά αποτελείται από εννέα στροφές, ενώ στο βιβλίο παρατίθενται οι πέντε, γράφτηκε το 1928, την εποχή που η Πολυδούρη νοσηλευόταν στο σανατόριο Σωτηρία χτυπημένη από τη μάστιγα της εποχής, τη φυματίωση. Στο έργο της αυτό κάνει σύντομο απο­λογισμό της ζωής της και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι έζησε και έγραψε ποίηση μόνο και μόνο επειδή είχε την αγάπη του ποιητικού εσύ. Το ποίημα, δηλαδή, λειτουργεί σε αναφορά με τον ερωτικό σύντροφο, ο οποίος της ενέπνευσε όχι μόνο το ποίημα, αλλά και την ίδια τη ζωή. Το ποίημα είναι λυρικό, γραμμένο από μια γυναίκα, λίγο πριν πεθάνει, για τον αγαπη­μένο της που δε ζει πια, τυπικό δείγμα έργου της νεορομαντικής σχολής. Το όνομα του αγα­πημένου δε δίνεται με κανέναν τρόπο, εντούτοις εικάζεται ότι πρόκειται για τον Κώστα Κα­ρυωτάκη, με τον οποίο η Πολυδούρη είχε σύντομη αλλά καθοριστική για την ίδια ερωτική σχέση. Ο Καρυωτάκης αυτοκτόνησε τον Ιούλιο του 1928 και λίγο αργότερα κυκλοφόρησε η ποιητική συλλογή της Πολυδούρη «Οι τρίλιες που σβήνουν»», γεγονός που -μαζί με ενδοκειμενικά στοιχεία- οδηγεί τους μελετητές να ταυτίσουν τον αγαπημένο στον οποίο κάνει την έμμεση αυτή εξομολόγηση η Πολυδούρη με τον Κώστα Καρυωτάκη.
Ένταξη του ποιήματος στην ενότητα Ποιήματα για την ποίηση
Το ποίημα εντάσσεται στην ενότητα των Ποιημάτων για την ποίηση, γιατί αναφέρεται στη σχέση του έρωτα με την ποίηση. Η ποιήτρια βιώνει ένα έντονο ερωτικό συναίσθημα, το οποίο της προσφέρει ουσιαστική ζωή, και γράφει το συγκεκριμένο ποίημα. Μ' αυτό έχει στόχο να εξομολογηθεί όλα όσα αισθάνεται, όχι γιατί αναζητά την ανταπόκριση, που εκ των πραγμά­των είναι αδύνατη καθώς ο αγαπημένος της έχει πεθάνει, αλλά και για να βιώσει η ίδια με περισσότερη ένταση και με περισσότερη ποιότητα το ερωτικό της συναίσθημα. Μέσα από το έργο της αυτό φαίνεται η άμεση συνάφεια ζωής-ποίησης και το ερωτικό συναίσθημα που εί­ναι κινητήρια δύναμη και για τις δύο.
Πρόσωπα
Κύριο πρόσωπο του ποιήματος είναι το ποιητικό εγώ, η ποιήτρια, η οποία τραγουδά για τον έρωτα της και όλα αυτά που αποκόμισε απ' αυτόν, και το ποιητικό εσύ, ο ερωτικός σύ­ντροφος, ο οποίος πλέον δεν είναι στη ζωή, γι' αυτό και πρόκειται για βουβό πρόσωπο.
Σύντομη απόδοση του περιεχομένου
Η ποιήτρια εξομολογείται στον αγαπημένο της, ο οποίος δεν βρίσκεται πια στη ζωή, ότι η αγάπη του υπήρξε γι' αυτή η μοναδική πηγή της ποιητικής της έμπνευσης. Επειδή κάποτε την φίλησε, αισθάνεται όμορφη και κρατά στην ψυχή της ακόμα την παλιά ερωτική συγκίνηση. Επειδή τα μάτια του την κοίταξαν κάποτε με αγάπη, νιώθει πως καταξιώθηκε η ύπαρξή της. Θυμάται τον τρόπο που την κοίταζε, με θαυμασμό και αγάπη. Αυτή η φαινομενικά ασήμαντη στιγμή δεν μπορεί να φύγει απ' το μυαλό της. Νιώθει ότι γεννήθηκε γιατί εκείνος την αγάπησε και γι' αυτό νιώθει ολοκληρωμένη. Έζησε για να πλουτίσει τα όνειρά του και τώρα που σιγά σιγά πεθαίνει, ακόμα και ο θάνατος της φαίνεται γλυκός, μόνο γιατί την αγάπησε.
Το ποίημα εμφανίζει έντονο βιωματικό χαρακτήρα. Το ποίημα εντάσσεται στις λυρικές ελεγείες, λόγω του συγκρατημένου και παραπονεμένου τρόπου έκφρασης, ο οποίος είναι διαποτισμένος από την επίγνωση του επερχόμενου θανάτου και από την αίσθηση της ανικανοποίητης αγάπης. Το ποίημα έχει χαρακτηριστεί ως ύμνος στον έρωτα, αφού η Πολυδούρη μέσα απ' αυτό ομολογεί την καταλυτική δύναμη του έρωτα στη ζωή της και εκφράζει την ευγνωμοσύνη της προς τον χαμένο εραστή της, γιατί έδωσε νόημα στη ζωή της με την αγάπη του. Η χρήση του β΄ ενικού προσώπου δίνει στο ποίημα τη μορφή μιας ανοιχτής ερωτικής επιστολής προς τον χαμένο εραστή. Η γλώσσα του ποιήματος είναι δημοτική με απλές λέξεις και φράσεις, η οποία διανθίζεται με ορισμένες ποιητικές εκφράσεις (σαν κρίνο ολάνοιχτο, αγάπη πλέρια, μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια). Η έκφραση της Πολυδούρη είναι φυσική και ανεπιτήδευτη με έντονο το θρηνητικό στοιχείο. Χαρακτηριστικές είναι οι μεταφορές (με την ψυχή στο βλέμμα, στολίστηκα το υπέρτατο της ύπαρξής μου στέμμα, ωραίε που βασίλεψες, κ' έτσι γλυκά πεθαίνω), οι παρομοιώσεις (σαν κρίνο ολάνοιχτο, ως όνειρο) και το λογοτεχνικό σχήμα της αναδίπλωσης (με την επανάληψη του πρώτου και τελευταίου στίχου της κάθε στροφής) που τονίζει την ένταση του ερωτικού της συναισθήματος και βοηθά στη μουσικότητα των στίχων. Μετρικά το ποίημα αποτελείται από πεντάστιχες στροφές με ιαμβικούς προπαροξύτονους δωδεκασύλλαβους στίχους (1ος, 3ος και 5ος στίχος κάθε στροφής) και ιαμβικούς παροξύτονους επτασύλλαβους στίχους (2ος και 4ος στίχος κάθε στροφής.)

Ερμηνευτική προσέγγιση 
Θέμα Η καταλυτική δύναμη του έρωτα για την ψυχή και τη ζωή του ανθρώπου και η σχέση του με την τέχνη: η ζωή αποκτά νόημα και εμπνέει την τέχνη μέσω της βίωσης ενός έντονου ερωτι­κού συναισθήματος.
Η Μαρία Πολυδούρη έζησε στις αρχές του 20ου αιώνα . Ιστορικά την περίοδο (1902 -1930) τη χαρακτήρισε η φυσιογνωμία του Ελευθέριου Βενιζέλου. Μια εποχή αντιφατική, αφενός οι βαλκανικοί πόλεμοι του 1912 - 1913, που επέκτειναν τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας και της διασφάλισαν την Κρήτη και τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου και αφετέρου ο εθνικός διχασμός και η Μικρασιατική καταστροφή, που έθεσαν σε νέα βάση κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική τη ζωή της Ελλάδας.
Μετά το 1922 διάχυτος είναι ο πεσιμισμός και ο αποπροσανατολισμός στην ελληνική κοινωνία καθώς η ζωή φαίνεται να έχει απογυμνωθεί από ιδανικά. Σ' αυτή τη δύσκολη συγκυρία έρχεται η λογοτεχνία να θρηνήσει την κάθε είδους απώλεια, άλλοτε κατηγορώντας την κοινωνία , ότι κατέλυσε τα ιδανικά με την καταστροφική πεζότητά της ( Κ. Ουράνης, Ν. Λαπαθιώτης, Ρ. Φιλύρας ) και άλλοτε σαρκάζοντάς την γιατί εξόρισε τα ιδανικά. ( Κ Καρυωτάκης). 
Η ηττοπάθεια, η απογοήτευση, η μελαγχολία, η αίσθηση του αδιέξοδου κι ανικανοποίητου, η αναζήτηση μιας μάταιης πολλές φορές αγάπης και τρυφερότητας, η παραίτηση από την ελπίδα, η απομόνωση στον προσωπικό χώρο, η επιθυμία ενός ανέφικτου ονείρου ως χαρακτηριστικά μιας εποχής εκφράζονται στην ποίηση με το ΝΕΟΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟ - ΝΕΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟ, υπογραμμίζοντας έτσι τη θεμελιώδη αρχή των νεορομαντικών ότι η αλληλεπίδραση ζωής και έργου μπορεί να φτάσει έως και την ταύτιση ζωής και έργου.
«Φύσει» και «θέσει» ρομαντική η Μαρία Πολυδούρη θεωρείται γνήσια εκπρόσωπος της εποχής της . Αυτό που την διακρίνει από τους συνοδοιπόρους της ποιητές είναι ότι τα συναισθήματά της ατόφια τα μετέφερε αυτόματα στην ποίησή της. Έγραφε με στόχο τη λύτρωση, για να συνεχίσει να ζει. Το έργο της υπηρέτησε τη ζωή της.
Η γνωριμία της με τον Κώστα Καρυωτάκη ήταν καθοριστική. «Η ψυχή μου και η αγάπη γεννήθηκαν την ίδια μέρα.. Γεννήθηκα για ν ' αγαπώ είν ' αλήθεια και δεν μ' αρκεί να μ' αγαπούν. Είναι η ζωή η ίδια , η αγάπη είναι μια δύναμη , όπως μια δύναμη είναι κι ο θάνατος και πόσο ευχάριστα δεχόμαστε και το θάνατο αυτό όταν μας τον δίνει η αγάπη..».
 Σημάδεψε τη Μαρία Πολυδούρη ο Κ. Καρυωτάκης κι ας ήταν δυο κόσμοι διαφορετικοί. Γεμάτη ζωή η Μαρία Πολυδούρη, πλήρης θανάτου ο Καρυωτάκης. Κοινό τους σημείο η μοναξιά και η ποίηση. Εκείνη τον αγαπά με έναν έρωτα εξιδανικευμένο, ανέφικτο όνειρο αφού εκείνος την απομακρύνει.
«Μόνο γιατί μ' αγάπησες»
Το ποίημα ανήκει στη συλλογή «Οι τρίλιες που σβήνουν» που εκδίδεται το 1928, όταν η Μαρία Πολυδούρη έχει επιστρέψει από το Παρίσι και συνεχίζει τη νοσηλεία της, από το νοσοκομείο Charite στο νοσοκομείο «Σωτηρία» της Αθήνας.
 Η συλλογή αποτελείται από τέσσερις ενότητες ποιημάτων : «Χαμόγελα», «Ξεφάντωμα», «Ο μοιραίος δρόμος», «Οι τρίλιες που σβήνουν».
 Το «Μόνο γιατί μ' αγάπησες» ανήκει στην ενότητα, που χάρισε και τον τίτλο σ' όλη τη συλλογή, «Οι τρίλιες[3] που σβήνουν».  Ανήκει η Μαρία Πολυδούρη στη νεορομαντική σχολή, η οποία στηρίχθηκε σε ρομαντικές και συμβολιστικές καταβολές και επεδίωξε την αναδιοργάνωση και τον εκσυγχρονισμό της παραδοσιακής ποίησης τονίζοντας ιδιαίτερα το λυρικό στοιχείο του στίχου.
«Ολόκληρη η ποιητική της, ορμεμφυτική και αναδιοργάνωτη κατά τα άλλα, στηρίζεται στους εκφραστικούς τονισμούς και γενικότερα στην ηχητική εκφραστικότητα του στίχου. Οι τονισμοί διαγράφουν τις διακυμάνσεις και τις αποχρώσεις του αισθήματος, και το αίσθημα δίνει τον προσωπικό χαρακτήρα στη φωνή της και απηχεί το συναισθηματικό κλίμα της εποχής.»   (Κ. Στεργιόπουλος, «Περιδιαβάζοντας» Τόμος Α, σελ 161, εκδόσεις Κέδρος, Αθ. 1982) 
Η Μαρία Πολυδούρη «έζησε σύμφωνα με τις αρχές της και στην ποίηση της άφησε να περάσει μόνον ό,τι επέτρεπε η ποιητική συνταγή : του νεορομαντισμού το πάθος για ζωή, το πάθος για τον έρωτα, τη συντριβή για ό,τι δεν έζησε, τη φθαρτότητα, τη σκιά θανάτου, τον ίδιο το θάνατο. Οτιδήποτε άλλο θεωρούνταν αντιποιητικό..». (Μ. Πολυδούρη, Άπαντα, Τ. Μενδράκος, Εισαγωγή, σελ. 14, Αστέρι, Αθήνα 1982)
 Τίτλος του ποιήματος «Μόνο γιατί μ'αγάπησες»[4] (Σύμφωνα με το σχολικό βιβλίο το οποίο παραθέτει το κείμενο, από την ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη «Η χαμηλή φωνή», Νεφέλη, 1990)
Ο τίτλος συμπυκνώνει την κεντρική ιδέα του ποιήματος. Δίνεται σε β' ενικό πρόσωπο και φανερά απευθύνεται σε κάποιον ο οποίος με την αγάπη του της έδωσε νέα πνοή στη ζωή και την ποίηση. Με την ίδια ή παρεμφερή μορφή επαναλαμβάνεται σε κάθε στροφή του ποιήματος, αποτελώντας τη βάση γύρω από την οποία κινείται νοηματικά η ποιήτρια αλλά και το συνεκτικό δεσμό μεταξύ των στροφών. Το νόημα του τίτλου συμπληρώνεται με ρή­ματα, όπως τραγουδώ, νιώθω όμορφη, έζησα ουσιαστικά, γεννήθηκα.
Ο τίτλος παρουσιάζει τα πρόσωπα : β΄ ενικό και α΄ πρόσωπο ενικό και το ρήμα δίδει τη σχέση των δύο προσώπων: «αγάπησες» η αγάπη του εσύ για το με είναι η αιτία του διαλόγου, που θα ανοίξει μεταξύ των δύο προσώπων, και εμείς ως αναγνώστες θα τον γνωρίσουμε μέσα από τους στίχους που ακολουθούν. Αν θεωρήσουμε ότι το α΄πρόσωπο, το ποιητικό υποκείμενο είναι η ποιήτρια, τότε η ποιήτρια συνδιαλέγεται με το εσύ, συνδιαλέγονται η Ποίηση και η Ζωή με λυρισμό και πάθος γιατί υπάρχει η αγάπη, που αναδεικνύει τη σχέση εξάρτησης μεταξύ τους και την αλληλοαναφορά τους.
 Η ύπαρξη, κυριαρχική και βαρύνουσα, του «μόνο», μοναδική αιτία του διαλόγου η αγάπη, επιβεβαιώνει ότι το ποίημα έχει άξονα αναφοράς τον Έρωτα, ένα ποιητικό, ερωτικό κείμενο με συναισθηματικές και συγκινησιακές εξάρσεις, ενταγμένο στο νεορομαντισμό, εκεί που η Μαρία Πολυδούρη εναπόθεσε τα συναισθήματά της με «όλες τις εξιδανικεύσεις, τις ωραιοποιήσεις και τις υπερβολές».
 Το ποίημα αποτελείται από εννέα (9) πεντάστιχες στροφές. Στο σχολικό βιβλίο οι στροφές 4,5,6,8 παραλείπονται.
Το απόσπασμα του ποιήματος που περιλαμβάνεται στο σχολικό βιβλίο είναι δυνατόν να χωριστεί σε τρεις ενότητες:
α) Η 1η στροφή αποτελεί εισαγωγή στο θέμα του έρωτα που αποτελεί έμπνευση για την ποιητική δημιουργία.
β) Οι στροφές 2-4 αναφέρονται στην αμοιβαία σχέση προσφοράς μεταξύ της ποιήτριας και του αγαπημένου της.
γ) Η 5η στροφή λειτουργεί ως επίλογος του ποιητικού θέματος.

Ανάλυση

Στην α΄ στροφή :
Το ποιητικό εγώ εξομολογείται :
«δεν τραγουδώ, παρά γιατί μ' αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.»
Δύο  ρήματα : «τραγουδώ», ενεστώτας, παρόν και «αγάπησες», αόριστος, παρελθόν, που υπογραμμίζεται κι από τον χρονικό προσδιορισμό «στα περασμένα χρόνια». Το τώρα ένα τραγούδι αποτέλεσμα της αγάπης του τότε. Το ποιητικό εγώ εξομολογείται ότι τώρα γράφει ένα τραγούδι γιατί κάποτε στο παρελθόν αγαπήθηκε. Η αγάπη ως συναίσθημα που βιώθηκε τότε, βιώνεται και τώρα πολύ έντονα αλλά και ως κίνητρο με αποτέλεσμα το τραγούδι (τραγωδώ [τραγωδία] - η σύγκρουση των συναισθημάτων). Ο Έρωτας, η Αγάπη που γίνεται Ποίηση.[5]
Αν λάβουμε υπόψη μας ότι το ποίημα ανήκει στην ενότητα «ποιήματα για την ποίηση» του σχολικού βιβλίου, η ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη στο διάλογό της με την ποίησή της θεωρεί αυτή ως «μεταγραφή των γεγονότων του συναισθηματικό της κόσμου» (Κ. Στεργιόπουλος, όπ.π. σελ. 164)
 Ο 3ος και 4ος στίχος αναφέρονται στη φύση : βροχή, χιόνια, καλοκαίρι, στοιχεία αιώνια που υπογραμμίζουν αφ' ενός τη συνέχεια της αγάπης μέσα στο χρόνο κι αφετέρου τις συναισθηματικές εξάρσεις μιας τέτοιας αγάπης.
Άνθρωπος του μεσοπολέμου η Μαρία Πολυδούρη χρησιμοποιώντας καθημερινές, απλές λέξεις εκφράζει μια «περιπάθεια απόλυτα προσωπική και ιδιοσυγκρασιακή»       (Κ. Στεργιόπουλος, όπ.π. σελ. 160 )τονίζοντας ότι το ποιητικό της εγώ πληρώνεται(=γεμίζει)  από τον έρωτα του «εσύ». Όμως τίθεται ο προβληματισμός : μήπως είναι η ποίηση αυτή καθεαυτή, η ποιητική δηλαδή μεταγραφή του ερωτικού στοιχείου, που δικαιώνει την ύπαρξή της;
Η στροφή θα κλείσει με την επανάληψη του 1ου στίχου. Επωδός[6] που δίδει τη βεβαιότητα των συναισθημάτων της ποιήτριας καθώς αφαιρείται το κόμμα που υπάρχει στον πρώτο στίχο. Στον α΄ στίχο το κόμμα, μικρό σημείο παύσης πριν την αιτιολόγηση, αφήνει ένα περιθώριο έστω και μικρό, δισταγμού.  Στον τελευταίο στίχο η αφαίρεσή του προσθέτει την απόλυτη βεβαιότητα.
 Η δομή των στροφών που ακολουθούν στηρίζεται στο σχήμα: ο Έρωτας ως αιτία και αποτέλεσμα αυτού του ερωτικού βιώματος. Θα υπογραμμίζαμε ότι από τη β΄ στροφή αρχίζει ένας κλιμακωτός ρυθμός ανάβασης του ερωτικού συναισθήματος και των αποτελεσμάτων του, ένα ερωτικό κρεσέντο[7] μέχρι την τελευταία στροφή, που πληροφορούμαστε το θάνατο του προσώπου, που τόσο πολύ αγάπησε την ποιήτρια, ώστε της χάρισε ζωή (έζησα) αλλά και γλυκό θάνατο.
 Στη β΄ στροφή κυριαρχεί η επανάληψη «μόνο. μόνο.», που σε συνδυασμό με τη χρήση του αορίστου χρόνου, υπογραμμίζει τη μοναδικότητα των ερωτικών στιγμών, που βίωσε η ποιήτρια στο παρελθόν, γεγονός που ολοκλήρωσε την ύπαρξή της «Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου./ και με φίλησες στο στόμα.». Ιδιαίτερα προσέχουμε ότι αναφέρονται τα κατ' εξοχήν ερωτικά σημεία του σώματος : τα χέρια και το στόμα. Το αποτέλεσμα αυτού του αισθησιακού - ερωτικού, μοναδικού βιώματος είναι διπλό και αναφέρεται στο παρόν : «μόνο γι' αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο/ κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα.».
«Είμαι ωραία.» η ομορφιά ως αποτέλεσμα του έρωτα, με χαρακτηριστικό γνώρισμα την αγνότητα, όπως αυτή δίδεται με μια παρομοίωση από τη φύση , «σαν κρίνο ολάνοιχτο». Ο έρωτας δρα εξαγνιστικά και δίδει ομορφιά στην ποιήτρια.
«Έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα.» Τρεμουλιάζει το ποιητικό εγώ μπροστά στο μεγαλείο και στη δύναμη του έρωτα ή μήπως το ρίγος γεννιέται από το φόβο ενός πιθανού θανάτου αυτού του ίδιου του έρωτα;. Προοικονομείται ο θάνατος του έρωτα. Αισθήματα συγκρουόμενα τώρα στην ψυχή της ποιήτριας και η βεβαιότητα ότι τώρα ο έρωτας είναι πιο δυνατός, αφού περνά στην ψυχή και οι στίχοι, από δω και στο εξής, θα γίνουν πιο λυρικοί, αφού θα εκφράζουν εντονότερα συναισθήματα.[8]
 Στη γ΄ στροφή η ποιήτρια επικεντρώνει την προσοχή της στα μάτια του προσώπου που την αγάπησε «Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν / με την ψυχή στο βλέμμα.». Τα μάτια εκφράζουν την ψυχή, εξομολογούνται βαθύτερα συναισθήματα, την αλήθεια, παρουσιάζουν την ουσία, το είναι του καθενός. Τα μάτια του «εσύ», μάτια ερωτευμένου, αισθητοποίησαν τον έρωτα στο βλέμμα του και η ποιήτρια μέσα από το ερωτικό βλέμμα ένιωσε τη δικαίωση της ύπαρξής της.[9]
 Η συνεκδοχή «τα μάτια σου με κύτταξαν» είναι η αιτία και το αποτέλεσμα δηλώνεται με τους μεταφορικούς στίχους «περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο/ της ύπαρξής μου στέμμα.». Η ποιήτρια παρουσιάζει τον εαυτό της ως βασίλισσα επιβεβαιώνοντας αυτόν τον τίτλο με την αναφορά στο «στέμμα», που δεν είναι άλλο από τον Έρωτα. Η ιδιότυπη αυτή βασίλισσα υπάρχει γιατί η εξουσία της απορρέει από τον Έρωτα, που ένιωσε το «εσύ», ο Άλλος για την ίδια. Η ύπαρξη της ως γυναίκα και άνθρωπος ταυτίζεται με αυτόν τον Έρωτα. Γράφει «η ψυχή μου και η αγάπη γεννήθηκαν την ίδια μέρα.» (Κ. Γκιμοσούλης "Βρέχει φως", εκδ. Κέδρος, Αθήνα, 2002, σελ. 92)
 Η δ΄ στροφή αρχίζει με μια υπερβολή, που στηρίζεται και πάλι στο σχήμα αιτία - αποτέλεσμα. «Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα.»: υπερβολή που οδηγεί στην κορύφωση του Έρωτα, καθώς αποκτάει μια άλλη διάσταση με την ομολογία της ποιήτριας ότι η αγάπη την γέννησε ουσιαστικά. Η ζωή της «εδόθη» χάρη σ' αυτή την αγάπη. Το δόσιμο της ζωής. Το εσύ με την αγάπη του έδωσε ζωή από τη ζωή του στην ποιήτρια και έτσι η ζωή της απέκτησε περιεχόμενο και σκοπό.[10]
 Μέσα από την αντίθεση «άχαρη, ανεκπλήρωτη ζωή  vs  ζωή πληρώθη» η ποιήτρια ομολογεί : η Αγάπη με οδήγησε στην ψυχική ολοκλήρωση, στη συναισθηματική πλήρωση, στην ηθική τελείωση.
 Η τριπλή επανάληψη «ζωή.ζωή.ζωή.» ολοκληρώνει την ομολογία υπογραμμίζοντας : Ζωή χωρίς αγάπη δεν μπορεί να υπάρξει κι αν υπάρχει δεν είναι αληθινή, γιατί αληθινός είναι ο άνθρωπος που είχε την τύχη ν' αγαπηθεί αλλά και ν' αγαπήσει μέσα από το βίωμα της αγάπης του άλλου.
 Στην ε΄ στροφή το «μόνο» τρέπεται σε «μονάχα» και το σχήμα αιτία - αποτέλεσμα διαμορφώνεται ως εξής : «Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ' αγάπησες έζησα. κι έτσι γλυκά πεθαίνω.». Η αγάπη-αιτία και το αποτέλεσμα διπλό : ζωή και γλυκός θάνατος. Έζησε πραγματικά μέσα από την αγάπη, που πλούσια της χάρισε το «εσύ» και με το οξύμωρο «γλυκά πεθαίνω», επισημαίνει τη γλύκα, που αποκτά ο θάνατος για δύο λόγους : και γιατί αξιώθηκε να ζήσει την αληθινή ζωή, που προσφέρει η αγάπη αλλά και γιατί τώρα ο θάνατός της θα τη φέρει κοντά στο «εσύ» που «βασίλεψε».[11]
 Η τραγική κατάληξη του έρωτα. Το «εσύ» που βασίλεψε, δίνεται εδώ με την προσφώνηση «ωραίε». Η απώλεια του αγαπημένου προσώπου είναι γεγονός και έτσι δικαιολογείται και ο αόριστος χρόνος «μ'αγάπησες» που συνέχει ως αιτία όλο το κείμενο.
 «έζησα, να πληθαίνω/ τα ονείρατά σου.». Η αληθινή ζωή που αξιώθηκε να ζήσει η ποιήτρια, όπως ανάφερα και παραπάνω, είχε αρχή και τέλος τον έρωτα. «Όταν βεβαιώνεται πως χάνει οριστικά τον έρωτα, ερωτεύεται τη θλίψη της για την απώλειά του.Το πάθος της αυτό θα της εμπνεύσει μερικά από τα ωραιότερα ερωτικά τραγούδια που έχουν γραφτεί. κι ο έρωτας η μοναδική δικαίωση της ζωής της.» (Λ. Ζωγράφου "Καρυωτάκης-Πολυδούρη, και η αρχή της αμφισβήτησης", εκδ. Γνωση, Αθήνα 1981, σελ.110)
 «.Σ' όλα της τα ποιήματα υπήρχε απαραίτητα ο Εκείνος, η Εκείνη, συγκλονιστικό ερωτικό πάθος και μόνιμο φινάλε ο θάνατος. Κάποτε η μητέρα της τη ρώτησε: - Δεν θα 'τανε πιο όμορφο το τραγούδι σου Μαρία, αν άφηνες τους ήρωές σου να ζήσουνε και να χαρούνε την τόση αγάπη τους;
- Για να γίνει το τραγούδι, απαντούσε, πρέπει να πεθάνουνε..»  (Λ. Ζωγράφου "Καρυωτάκης-Πολυδούρη, και η αρχή της αμφισβήτησης", εκδ. Γνωση, Αθήνα 1981, σελ.76-77)
 Και σημειώνει στο ημερολόγιό της «Είναι η ζωή η ίδια, η αγάπη είναι μια δύναμη, όπως μια δύναμη είναι και ο θάνατος, και πόσο ευχάριστα δεχόμαστε και το θάνατο αυτό όταν μας τον δίνει η αγάπη.». Και σ' αυτό ακριβώς το σημείο νομίζω βρίσκεται η ανατρεπτική ματιά της Πολυδούρη. Αν και η ποίησή της κινείται γύρω από τα δύο βασικά μοτίβα του Έρωτα και του Θανάτου κι εύκολα θα μπορούσε να διολισθήσει - και ίσως σε ορισμένα ποιήματά της να διολίσθησε - στον «εύκολο ρομαντισμό» εν τούτοις η ποιήτρια πραγματοποιεί και με την ποίησή της την ανήσυχη ματιά της. Κι όπως έζησε έτσι κι έγραψε. Γιατί είναι ανατροπή όταν δίπλα στον έρωτα, έστω και σ' ένα β΄ επίπεδο τοποθετείς το θάνατο του έρωτα. Αποκτά τότε το ερωτικό συναίσθημα μια άλλη δυναμική.
 Στο κείμενο «Εκείνη» μιλάει για την αγάπη «Εκείνου» και μάλιστα όπως η τελευταία στροφή φανερώνει όταν «Εκείνος» έχει χαθεί. Δεν είναι λοιπόν μια ανατροπή όταν έχουμε μπροστά μας μια έμμεση ερωτική εξομολόγηση σε ένα εσύ που «βασίλεψε»; Δεν είναι ανατροπή η πραγματικότητα που διαμορφώνεται: η ποιήτρια να εξομολογείται στον ίδιο της τον εαυτό και η εξομολόγησή της να τρέπεται σε ποίηση «βιώνοντας η ίδια με περισσότερη ένταση και με περισσότερη ποιότητα το ερωτικό της συναίσθημα.»
.Ανακεφαλαιώνοντας
1. Ως προς την τεχνική του ποιήματος :
α) ιδιαίτερη σημασία έχουν κάποιες παρατηρήσεις μετρικής: το ποίημα αποτελείται από εννέα στροφές - στο σχολικό βιβλίο παραλείπονται οι 4η, 5η, 6η, και 8η - 5στιχες, με στίχους ιαμβικούς 12σύλλαβους που εναλλάσσονται με ιαμβικούς 7σύλλαβους, χωρίς αυτό να τηρείται απόλυτα, ενώ ο 1ος στίχος της γ΄ στροφής έχει μέτρο τροχαϊκό. Σε κάθε στροφή ομοιοκαταληκτούν ο 1ος με τον 5ο στίχο, ο 2ος με τον 4ο στίχο ενώ ο 3ος είναι ελεύθερος.  Παρατηρούνται επίσης αρκετοί διασκελισμοί[12] π.χ. «.γιατί μ' αγάπησες / στα περασμένα χρόνια.», «.με κράτησες στα χέρια σου/ μια νύχτα.», «με κύτταξαν/ με την ψυχή στο βλέμμα.», «στολίστηκα το υπέρτατο / της ύπαρξής μου στέμμα» κ.α
 Η μετρική συμβάλλει με τον τρόπο της στη μουσικότητα και την υποβλητικότητα των συναισθημάτων του κειμένου υπογραμμίζοντας τη συγκίνηση, γεγονός που έκανε τον Τέλλο Άγρα να μιλήσει για λυρική ποίηση που «απαρτίζεται εξ ελεγειών».
Η γλώσσα του ποιήματος είναι δημοτική με απλές λέξεις και φράσεις, η οποία διανθίζεται με ορισμένες ποιητικές εκφράσεις (σαν κρίνο ολάνοιχτο, αγάπη πλέρια, μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια). Η έκφραση της Πολυδούρη είναι φυσική και ανεπιτήδευτη με έντονο το θρηνητικό στοιχείο.
 β) Τα σχήματα λόγου και ιδιαίτερα οι επαναλήψεις λέξεων π.χ. μόνο, ζωή, ωραία., το σχήμα κύκλου [13]ο 1ος με τον 5ο στίχο σε κάθε στροφή, οι μεταφορές π.χ. «.έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα.», «.ωραίε, που βασίλεψες.» κ.α., η παρομοίωση «.είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο.», οι εικόνες, η εναλλαγή των χρόνων ενεστώτας, αόριστος και των προσώπων α΄ και β΄,   ,  η υπερβολή «μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα.» δημιουργούν μια τρυφερή, αυθόρμητη ατμόσφαιρα κι αποδεικνύουν ότι η Πολυδούρη τεχνοτροπικά ακολούθησε το νεορομαντισμό[14] και το νεοσυμβολισμό.[15]
γ) Η λειτουργία του β΄ προσώπου:
Ø   Προσδίδει αμεσότητα και παραστατικότητα
Ø   Κάνει το ποίημα να μοιάζει με ημερολόγιο, ερωτική επιστολή ή ερωτικό διάλογο.
Ø   Δε γίνεται αόριστα λόγος για την αγάπη, αλλά η ποιήτρια απευθύνεται σε κάποιον συγκεκριμένα.
Ø   Το ποίημα κερδίζει σε λυρισμό.
2. Ως προς το περιεχόμενο του ποιήματος:
Το «εσύ» δεν κατονομάζεται μπορεί να είναι οιοσδήποτε. Όμως με την αγάπη του «εσύ» προς το «εγώ» η Πολυδούρη, συνδιαλεγόμενη με την ποίηση έγραψε έναν ύμνο στον έρωτα.
 «.Από τα τραγούδια της Μαρίας δεν ήξερα κι ακόμα δεν καλοξέρω παρά μόνο ένα τραγούδι, εκείνο που καθιέρωνε τον έρωτα της στον αγαπημένο της που δεν υπήρχε πια, αυτό λέγεται «Γιατί μ' αγάπησες» και πούφτανε για την ψυχή μου, γιατί η λυρική γυναικεία φωνή της ανέβαινε σε τούτο το τραγούδι με την καθαρότητα ενός αηδονίσιου τραγουδιού μέσα στη νύχτα που ολοένα υψώνονταν κυρίαρχη γύρωθε κι απάνωθέ της μ' όλα της τα σκότη, αλλά και μ' όλα της τ'αστέρια ακόμα.» (Μ. Πολυδούρη, Άπαντα, Τ. Μενδράκος, Εισαγωγή, σελ. 14, Αστέρι, Αθήνα 1982)



[1] Στο ποίημα αυτό ζωή και τέχνη αναζητούν δικαίωση και τη βρίσκουν στην αγάπη. Η Πολυδούρη χαρακτηρίζεται από ένα λυρισμό πρωτογενή· δεν γράφει ποιήματα για να διεκδικήσει μια θέση στων ιδεών την πόλη· η ποίησή της έχει λόγο ύπαρξης μόνον όταν απευθύνεται σε ένα «εσύ». Ακόμα και όταν το δεύτερο πρόσωπο δεν είναι ορατό, αντιλαμβάνεται κανείς ότι εντούτοις συνέχει το ποίημα. Τα ποιήματά της μοιάζουν με σελίδες ημερολογίου ή με ερωτικές επιστολές που έχουν συγκεκριμένο αποδέκτη· μοιάζουν σαν να γράφονται για να υπάρξει ανταπόκριση στο ερωτικό τους κάλεσμα, αλλά και για να βιώσει η ίδια με περισσότερη ένταση και με περισσότερη ποιότητα το ερωτικό της συναίσθημα. [σχόλιο του βιβλίου, σελ. 73]


[2] Στο σχολικό βιβλίο παραλείπονται οι στροφές 4,5,6 και 8.
«Τρίλια» στη μουσική σημαίνει την πολύ γρήγορη επανάληψη δύο συνεχόμενων φθόγγων που βρίσκονται σε απόσταση τόνου ή ημίτονου. Σημαίνει, επίσης, τον τρόπο κελαηδήματος που μοιάζει με τη μουσική τρίλια. Το ποίημα Μόνο γιατί μ'αγάπησες ανήκει στην ποιητική συλλογή «Οι τρίλιες που σβήνουν», που δημοσιεύτηκε το 1928, έτος της αυτοκτονίας του Κώστα Καρυωτάκη. Η συλλογή αποτε­λείται από έντεκα ποιήματα, στα οποία υπάρχουν διάχυτος λυρισμός, ευαισθησία και ειλι­κρίνεια συναισθημάτων, αλλά και μελαγχολία, θλίψη για την αγάπη που χάθηκε και η απου­σία του αγαπημένου εσύ. Έντονη είναι επίσης στη συλλογή η παρουσία του θανάτου. Ο τίτ­λος της συλλογής είναι συμβολικός, αναφέρεται στο κελάηδημα που χάνεται και γενικότερα στο τραγούδι της ζωής που σβήνει.

[3]  «Τρίλια» στη μουσική σημαίνει την πολύ γρήγορή επανάληψη δύο συνεχόμενων φθόγγων που βρίσκονται σε απόσταση τόνου ή ημίτονου. Σημαίνει ακόμα τον τρόπο κελαηδήματος, που μοιάζει με τη μουσική τρίλια. Άρα και ο τίτλος προϊδεάζει για την ποιητική που δημιούργησε η Μαρία Πολυδούρη. Μία ποιητική, που διακρίνονταν από τους ελάσσονες τόνους, την ατμοσφαιρικότητα, την υποβλητική μουσικότητα, στοιχεία που εξέφραζαν τη θλίψη, τη μελαγχολία, τη νοσταλγία, την απόγνωση.

[4]  Στα Άπαντα της Μαρίας Πολυδούρη, εκδόσεις Αστέρι 1982, το ποίημα παρατίθεται με τον τίτλο «Γιατί μ'αγάπησες»

[5] Ο έρωτας προσδιορίζεται ως η κινητήρια δύναμη της ποιητικής δημιουργίας, καθώς ο στίχος «δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες» αποκαλύπτει ότι η αγάπη ήταν το ερέθισμα που έπαιξε καθοριστικό ρόλο και οδήγησε την Πολυδούρη στη δημιουργία του ποιήματος. Ο αγαπημένος της ποιήτριας παρουσιάζεται με το πρόσωπο της αληθινής αγάπης που λειτουργεί ως ένωση των ψυχών στις ευτυχισμένες αλλά και στις δύσκολες στιγμές. Οι στιγμές της ευτυχίας εξεικονίζονται με τον ήλιο και τις αίθριες καιρικές συνθήκες που προμηνύουν την καλοκαιρινή ομορφιά, ενώ οι στιγμές της δυστυχίας με τη βροχή και το χιόνι (=συμβολισμός). Ο τελευταίος στίχος της 1ης στροφής είναι επανάληψη του πρώτου στίχου (=αναδίπλωση) και εισάγει το βασικό στοιχείο της μορφής του ποιήματος.

[6] Το μέρος ποιήματος ή τραγουδιού που επαναλαμβάνεται μετά  από μία ή περισσότερες στροφές, το γύρισμα, το ρεφραίν
[7] Η βαθμιαία αύξηση της έντασης ενός μουσικού κομματιού
[8] Στη 2η στροφή η Πολυδούρη εξαγνίζει την ερωτική επιθυμία μέσα στην αληθινή αγάπη και καταγράφει τις ψυχικές διαθέσεις που της προκαλεί αυτή η αγάπη: ψυχική ανάταση που περιγράφεται ως βίωμα αγνότητας [«ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο» (παρομοίωση)] και έντονη συναισθηματική φόρτιση [«ρίγος στην ψυχή» (μεταφορά)].

[9] Στην 3η στροφή ο έρωτας μετουσιώνεται και αναβαθμίζεται σε ψυχικό επίπεδο. Μέσα από μεταφορές (με την ψυχή στο βλέμμα, στολίστηκα το υπέρτατο της ύπαρξής μου στέμμα) τονίζεται η ένταση του ερωτικού συναισθήματος αλλά και η μουσικότητα των στίχων.

[10] Στην 4η στροφή ο έρωτας αποκτά φιλοσοφική διάσταση, γίνεται το ίδιο το νόημα της ζωής για την ποιήτρια, η οποία πιστεύει ότι η γέννησή της ταυτίζεται με την εμφάνιση του ερωτικού συναισθήματος. Ο μόνος λόγος που κάνει τη ζωή να αξίζει - κατά την Πολυδούρη – είναι η συνάντηση με την αληθινή αγάπη («Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα»). Διαφορετικά η ζωή δεν έχει νόημα (όπως δηλώνεται με την αντίθεση των στ. 3,4).

[11] Η 5η στροφή καταγράφει την τραγική κατάληξη ενός έρωτα (αγαπημένο θεματικό μοτίβο των λογοτεχνών του Ρομαντισμού).

[12] Λογοτεχνικός όρος που δηλώνει τη συνέχεια του νοήματος ενός στίχου στον αμέσως επόμενο.
[13] Το σχήμα της αναδίπλωσης (ή κύκλου) (με την επανάληψη του πρώτου και τελευταίου στίχου της κάθε στροφής) που τονίζει την ένταση του ερωτικού της συναισθήματος και βοηθά στη μουσικότητα των στίχων.

[14] Καλλιτεχνική κίνηση των αρχών του 20ου αι. με κύρια χαρακτηριστικά τη νοσταλγία και τη φαντασία
[15] Στα τέλη του 19ου αι. εμφανίζεται ο Συμβολισμός ως λογοτεχνικό κίνημα το οποίο επιζητεί να «καθαρίσει» την ποίηση από τα περιττά στοιχεία και να την καταστήσει αυτό που πράγματι είναι: μαγεία και γοητεία. Στόχος των συμβολιστών ποιητών είναι να χρησιμοποιούν τις λέξεις για να αποδώσουν πνευματικές ή ψυχικές καταστάσεις παρά την πραγματική ή αφηρημένη τους έννοια. Έτσι, το νοηματικό περιεχόμενο του ποιήματος περιορίζεται, τα αντικείμενα συνδέονται στενά με τις ψυχικές καταστάσεις, ενώ η ποιητική έκφραση αποκτά μουσικότητα και υποβλητικότητα. Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. δημιουργήθηκε στην Ελλάδα μια τάση αναβίωσης του Συμβολισμού, ο νεοσυμβολισμός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου