ΤΟ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΣΤΟΝ ΒΙΖΥΗΝΟ
Τα περισσότερα διηγήματα του Βιζυηνού έχουν
αυτοβιογραφικό υπόβαθρο, επιλογή η
οποία δε θεωρήθηκε «μυθοπλαστική
αδυναμία», αλλά αποδόθηκε ψυχολογικά:
• στην υπερβολική ευαισθησία του,
• στην προσπάθειά του να «συντηρήσει» το παρελθόν αναζητώντας τον
εαυτό του,
• στην ενδόμυχη ευχαρίστησή του να μιλά για τον εαυτό του και
• στην ανάγκη του να δώσει πραγματολογική διάσταση και ρεαλισμό στη
διήγησή του
(Β. Αθανασόπουλος).
Σκοπός του «δεν είναι να αυτοβιογραφηθεί και ν' αφηγηθεί τα
ατομικά του παθήματα και τα παθήματα της οικογένειάς του, αλλά να συνθέσει έργα
ικανά να δώσουν μια εικόνα του ανθρώπινου δράματος, όπου ο μύθος, η πλοκή και
τα πρόσωπα να κινούνται και να συμπλέκονται με τη δύναμη του μοιραίου» (Κ.
Στεργιόπουλος).
Αυτοβιογραφικά στοιχεία – βιωματικό υλικό που εντοπίζουμε:
Αναπλάθονται εντυπώσεις και προσωπικά
βιώματα
Ο αριθμός μελών της οικογένειας
Τα ονόματα(Δεσποινιώ Μηχαλιέσα, Αννιώ, Γιωργής,
Μιχαλιός, Χρηστάκης)
Τα τραγικά γεγονότα ενδέχεται να είναι
και πλαστά, όμως τα έντονα προσωπικά
βιώματα είναι αληθινά.
Ο θάνατος του πατέρα και της Αννιώς
Η παραμονή του αφηγητή στην Πόλη
Το ταξίδι του στην Κύπρο
Η δεύτερη μετάβασή του στην Πόλη
Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση.
Η κτητική αντωνυμία «μου» του τίτλου
Η αμεσότητα της αφήγησης
Ο ομοδιηγητικός αφηγητής
Η συνωνυμία αφηγητή –συγγραφέα
Όλα τα στοιχεία που αναφέρονται παραπάνω στο βιωματικό υλικό
ΒΑΣΙΚΟ ΘΕΜΑ ΣΤΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ,
ΔΟΜΙΚΟΣ ΑΞΟΝΑΣ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΙΚΟΣ ΠΥΡΗΝΑΣ
Βασικό θέμα : ο θάνατος.
Δομικός άξονας : η ασθένεια της Αννιώς και οι μάταιες προσπάθειες της μητέρας να τη σώσει,
για να εξιλεωθεί από μια κρυφή αμαρτία.
Θεματικός πυρήνας : το συναίσθημα ενοχής της μητέρας και η επίδραση που είχε στον ψυχισμό
του αφηγητή
Είναι
ηθογραφικό διήγημα, δηλαδή
θέμα είναι ο τρόπος ζωής των ανθρώπων της υπαίθρου, τα ήθη, τα έθιμα και οι
παραδόσεις, οι προλήψεις και η διαγραφή των χαρακτηριστικών των ανθρώπινων
τύπων, παρόλο που δεν διαφαίνεται ακριβώς ο χαρακτήρας τους, αλλά μας δίνεται η
δυνατότητα να βγάλουμε συμπεράσματα γι’ αυτούς μέσα από τα έργα τους.
Είναι
αφηγηματικό διήγημα με μικρή σχετικά έκταση και ολοκληρωμένη υπόθεση.
Η ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Στο «Αμάρτημα της μητρός μου» η δομή είναι κυκλική,
όπως και σε όλα τα διηγήματα του Βιζυηνού: αναπτύσσεται γύρω από ένα αίνιγμα
που προτείνεται στον τίτλο και το οποίο λύνεται στο τέλος , κρατώντας το
ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο μέχρι τέλους.
Η ΙΔΙΟΤΥΠΙΑ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ
Σύμφωνα με την κλασική αφηγηματική
πλοκή, ο μύθος ακολουθεί τρία στάδια:
• τη
δέση
• την
κορύφωση
• τη
λύση
Στο συγκεκριμένο διήγημα δεν
έχουμε μονοκεντρισμό της πλοκής, αλλά έκταση της αφήγησης σε περισσότερα του
ενός επεισόδια. Με την επιλογή της τεχνικής της απόκρυψης, η δέση-κορύφωση-λύση
συμπυκνώνονται στην εξομολόγηση της μάνας.
Η ΙΔΙΟΤΥΠΙΑ ΤΗΣ ΠΛΟΚΗΣ
Συγκεκριμένα, η πλοκή του διηγήματος
συνδυάζει τη μυστηριακή ατμόσφαιρα και τις μεταβλητές οπτικές γωνίες (του
παιδιού-αφηγητή, του ενήλικου-αφηγητή και της μάνας) και θεμελιώνεται σε
αντιθετικά μοτίβα:
• της
πλάνης και αυταπάτης
• της
διπλής αλήθειας
• της
διπλής πραγματικότητας
• της
αμφισημίας και της σχετικότητας
Η ΙΔΙΟΤΥΠΗ ΕΣΤΙΑΣΗ
Σ' αυτή την ιδιόρρυθμη πλοκή η εστίαση
είναι αναγκαστικά εσωτερική. Η αφήγηση δίνεται από
την οπτική γωνία ενός παιδιού που σταδιακά μεταβάλλεται (μεταβλητή εστίαση). Κάποιες στιγμές όμως ο αφηγητής-παιδί φαίνεται να γνωρίζει
τα συναισθήματα και τα κίνητρα των υπολοίπων προσώπων. Κι ενώ η εσωτερική εστίαση επιβάλλει περιορισμένη γνώση, σε σχέση με το
λαογραφικό υλικό ο αφηγητής έχει στάση
παντογνώστη, αφού επεμβαίνει για
να επεξηγήσει και να σχολιάσει έθιμα και λαϊκές δοξασίες, δηλώνοντας ότι γνωρίζει
περισσότερα από κάθε άλλο αφηγηματικό πρόσωπο. Η εσωτερική οπτική γωνία του αφηγητή διευρύνεται επίσης με
την αναφορά σε εξωτερικά συμβάντα στα οποία ο αφηγητής δεν είχε προσωπική
συμμετοχή, είχαν όμως άμεση σχέση με αυτόν.
Η ΟΠΤΙΚΗ ΓΩΝΙΑ
Η οπτική γωνία του αφηγητή είναι περιορισμένη. Σ' αντίθεση με της μητέρας του, που παραμένει αμετάβλητη, η
δική του ωριμάζει. Ο αφηγητής και η μητέρα του είναι τα μόνα πρόσωπα με αφηγηματικές λειτουργίες στο
κείμενο. Τα υπόλοιπα αποτελούν απλά
σημεία αναφοράς
(δυαδική αφηγηματική δομή / δυαδική οπτική γωνία αφηγητή).
Συγκεκριμένα, ο τρόπος με τον οποίο ο
συγγραφέας οργανώνει την πλοκή είναι πρωτότυπος. Παρουσιάζει στην ουσία μια
ιστορία, της οποίας το νήμα ξετυλίγεται από δύο διαφορετικά χρονικά σημεία και
από δύο διαφορετικές οπτικές γωνίες, στο τέλος όμως τα δύο νήματα
συνυφαίνονται. Είναι η ιστορία της οικογένειας του αφηγητή, που την παρακολουθούμε
στο μεγαλύτερο μέρος του διηγήματος από την οπτική γωνία του Γιωργή, ενώ το
τελευταίο τμήμα παρουσιάζεται από την οπτική γωνία της μητέρας. Οι δύο αφηγητές
έχουν διαφορετική χρονική αφετηρία. Ο Γιωργής ξεκινά από την ασθένεια της
αδελφής του και φτάνει στην εξομολόγηση της μητέρας και η μητέρα αρχίζει την
ιστορία της λίγα χρόνια πριν από τη γέννηση του Γιωργή και καταλήγει στο ίδιο
σημείο, παρακάμπτοντας όσα ήδη ειπώθηκαν.
Ο ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ
Το «Αμάρτημα της μητρός μου» αφηγείται ένα
παλιό επεισόδιο (μακριά από τον ενεστώτα της γραφής). Το επεισόδιο εκτείνεται σε εικοσιοκτώ χρόνια, αλλά η αφήγηση
δεν είναι ευθύγραμμη
στο παρελθόν: στηρίζεται σε αναχρονίες (κυρίως αναδρομές ή
αναλήψεις ) και γι' αυτό στο κείμενο παρεμβάλλονται φράσεις που σχετίζονται
με τη λειτουργία της μνήμης
του αφηγητή (π.χ. ενθυμούμαι.).Με τη χρήση των αναχρονιών ο αφηγητής επιτυγχάνει την εσωτερική σύνδεση
περιστατικών του παρελθόντος ή του μέλλοντος με το παρόν και φωτίζει γεγονότα του
παρόντος με αξιόλογα στοιχεία.
Η διακοπή της ευθύγραμμης διήγησης ανακόπτει
τη μονοτονία. Με την τεχνική αυτή η
πλοκή κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη και διατηρεί παράλληλα και το μυστήριο στη
στάση της μητέρας, που προσημαίνεται στον τίτλο του διηγήματος.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΑ ΜΟΤΙΒΑ
Σημαντικοί συντελεστές πλοκής είναι και τα
αφηγηματικά μοτίβα του διηγήματος:
• Η
επιδείνωση της ασθένειας της Αννιώς
• Η
αυξανόμενη αφοσίωση της μητέρας σ' αυτήν
• Η
κλιμακούμενη αδιαφορία της μητέρας προς τα αγόρια
Το μοτίβο της στέρησης της μητρικής
στοργής.
Το μοτίβο της επιδείνωσης
Η συνεχής επιδείνωση της ασθένειας της Αννιώς
αποτελεί σταθερό αφηγηματικό μοτίβο
μέσω του οποίου εξελίσσεται η πλοκή και
περιγράφεται ο χαρακτήρας και η συμπεριφορά
της μητέρας. Η φράση επαναλαμβάνεται με
διάφορες παραλλαγές.
Το μοτίβο είναι σημαντικό:
• από
άποψη τεχνικής γιατί συντελεί στη χρονική μετάβαση στην επόμενη φάση της ασθένειας.
• από πλευράς
περιεχομένου τονίζει την εντατικοποίηση των φροντίδων της μητέρας και την
αυξανόμενη αδιαφορία της προς τα αγόρια.
Η αυξανόμενη αφοσίωση της μητέρας σ'
αυτήν
• Η
τραγική και πονεμένη μητέρα, «που χτυπήθηκε άγρια από τη μοίρα», αφοσιώνεται απόλυτα
στην ασθένεια της κόρης της αδιαφορώντας για οτιδήποτε άλλο. Είναι τόσο μεγάλο
το ψυχικό της δράμα και το πάθος της να σώσει την Αννιώ, ώστε κλονίζει μέσα
στην ψυχή του αφηγητή τη «βεβαιότητα» της ίσης προς όλα τα παιδιά μητρικής στοργής
και τον κάνει ακούσια να υποφέρει από την αδιαφορία της απέναντί του. Η μητέρα αντιλαμβάνεται
τον πόνο του αγοριού μόνο μετά την πανικόβλητη φυγή του από την εκκλησία, γι'
αυτό και του δείχνει τρυφερότητα στο σπίτι.
Η κλιμακούμενη αδιαφορία της μητέρας
προς τα αγόρια
Ο αφηγητής σημειώνει με πίκρα την
κλιμακούμενη - με την ασθένεια της Αννιώς - «θλιβεράν»
αδιαφορία της μητέρας του, όχι μόνο προς
αυτόν αλλά και προς κάθε τι που δεν είχε σχέση με αυτήν. Το αποκορύφωμα ήταν
όταν άκουσε τη μητέρα στην προσευχή της να κάνει μια πρώτη νύξη της αμαρτίας
της, εξαιτίας της οποίας πίστευε ότι την τιμωρούσε ο Κύριος και με άφθονα
δάκρυα και αναστεναγμούς να ξεστομίζει τον απελπισμένο λόγο: «-Σου έφερα δύο παιδιά μου στα πόδια σου. Χάρισέ μου το
κορίτσι!».
Το μοτίβο της στέρησης της μητρικής
στοργής
Η ψυχολογία αναφέρει ότι είναι τραυματική
εμπειρία για ένα παιδί ο πρόωρος ή απότομος απογαλακτισμός και μπορεί να
δημιουργήσει στο παιδί σύνδρομο αποστέρησης.
Ίσως, πράγματι, ο αφηγητής να μην μπόρεσε
ποτέ να απαλλαγεί από το σύνδρομο αυτό, το οποίο, σε συσχετισμό με το
οιδιπόδειο σύμπλεγμα που πιθανόν είχε, τον έκανε να υποφέρει βαθιά. Απόδειξη
αυτού είναι το ότι δεν ένιωθε ζήλια για τη συμπεριφορά του πατέρα του προς την
Αννιώ, παρόλο που και αυτός την είχε «μη
στάξη και την βρέξη». Η αγάπη και των δύο
γονέων ήταν βέβαια δεδομένη, άσχετα με το αν την ένιωθε ο Γιωργής ή όχι. Η ίδια
η μητέρα τονίζει την αγάπη της στο Γιωργή (την απέδειξε άλλωστε και με την
πράξη αυτοθυσίας της) και αναφέρει ότι ράγιζε η καρδιά της που τον έβλεπε να
μαραίνεται από τη ζήλια.
ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΕΣ ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ / ΑΝΑΛΗΨΕΙΣ
• Η
παρουσίαση της σύνθεσης του μοιρολογιού του πατέρα από ένα Γύφτου, που συνέθεσε
το μοιρολόγι κατά παραγγελία της μητέρας και το συνόδεψε με τη λύρα.
• Η
αυτοθυσία της μητέρας στο ποτάμι. Ο αφηγητής μας γυρίζει πίσω στο χρόνο, στον καιρό
της πρώτης υιοθεσίας, όταν θέτοντας τη ζωή της η μητέρα σε κίνδυνο τον έσωσε από
βέβαιο πνιγμό.
• Η
ιστορία του αμαρτήματος της μητέρας, η πιο εκτεταμένη αναδρομική αφήγηση με το
σημαντικότερο ρόλο στην πλοκή, γιατί αποκαθιστά την πραγματικότητα, ερμηνεύει
τη συμπεριφορά της μητέρας και δικαιολογεί τη στάση της.
Η ΠΡΟΔΡΟΜΗ ΑΦΗΓΗΣΗ /ΠΡΟΛΗΨΗ
Στο διήγημα έχουμε μια χαρακτηριστική πρόδρομη αφήγηση όταν
ο αφηγητής παρουσιάζει προκαταβολικά τις περιπέτειες που επρόκειτο να περάσει στην
ξενιτιά και τους καημούς που θα πρόσφερε στη μητέρα του κατά την περίοδο της
απουσίας του. Ο ώριμος αφηγητής, που είχε γνώση του τι επακολούθησε, τονίζει
την ειρωνεία της υπόσχεσης ενός δεκάχρονου παιδιού στη μητέρα του, που σε
εκείνη τη φάση όχι μόνο τον εαυτό του δεν μπορούσε να θρέψει αλλά και αγνοούσε
πόσες πίκρες επρόκειτο να ποτίσει τη μητέρα του φεύγοντας, αντί
να την ανακουφίσει.
ΤΑ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΑ ΕΠΙΠΕΔΑ
Η ιστορία της μητέρας έχει το ίδιο σημείο
αφετηρίας όπως και το διήγημα, ξεκινάει δηλαδή με την Αννιώ. Η μητέρα αφηγείται
τη δραματική της ιστορία, που αποτελεί μια
μακροσκελή ανάληψη
(αναδρομική αφήγηση) και μια αφήγηση μέσα στην αφήγηση (εγκιβωτισμένη αφήγηση), με χρονική αφετηρία την περίοδο πριν από τη γέννηση της Αννιώς.
Έτσι, μεταβαίνουμε σε ένα δεύτερο επίπεδο αφήγησης, το μεταδιηγητικό. Ιδιαίτερα με την εγκιβωτισμένη αφήγηση παρουσιάζεται η δραματική ιστορία της
μητέρας και λύνεται το αίνιγμα που υπήρχε από την αρχή του διηγήματος.
ΟΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
• Στο
διήγημα ξεχωρίζει η απαράμιλλη αφηγηματική δύναμη, η περιγραφική δεξιοτεχνία
και η ψυχογραφική δύναμη με την οποία ο συγγραφέας διεισδύει στην παιδική ψυχή.
• Η
αφήγηση εναλλάσσεται με το διάλογο, ενώ οι περιγραφές είναι περιορισμένες και οργανικά
ενταγμένες στην αφήγηση. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση σε κάποια σημεία μετατρέπεται
σε εσωτερικό μονόλογο. Στην αφήγηση παρεμβάλλονται σχόλια για τα ήθη και έθιμα
της εποχής και αποδίδονται σε ελεύθερο πλάγιο λόγο οι σκέψεις άλλων.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΦΗΓΗΣΗΣ
Με την εξομολόγηση της μητέρας,
θεματικά, ολοκληρώνεται η ιστορία και λύνεται το αίνιγμα του τίτλου. Συναισθηματικά, η μητέρα εξιλεώνεται στην ψυχή του αναγνώστη τόσο ως προς τη στέρηση αγάπης προς το γιο όσο και
ως προς την αμαρτία της. Το αμάρτημά της
μπορεί να ήταν μεγάλο, αφού κατέληξε σε
παιδοκτονία, το πλήρωσε όμως ακριβά με την
ηθική της δοκιμασία και με τη συναίσθηση της
ενοχής της. Η μυστηριώδης, αινιγματική πλοκή, η
περίπλοκη αφηγηματική προοπτική, οι πολλαπλές αντιθέσεις (αλήθεια/πλάνη,
άγνοια/γνώση, φως/σκότος κτλ.), η
ρεαλιστική αφήγηση, οι ψυχογραφικές εμβαθύνσεις είναι μόνο μερικές από τις
ιδιότυπες αφηγηματικές τεχνικές του Βιζυηνού που τον καθιστούν πρωτοποριακό διηγηματογράφο.
ΟΙ ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ
1η ενότητα: «Άλλην αδελφήν………μόνον εμέ πλησίον της»
2η ενότητα: «Ενθυμούμαι ακόμη……….από τα βάσανά του»
3η ενότητα: «Πολλοί είχον κατηγορήσει…….απηρχόμην εις τα ξένα»
4η ενότητα: «Η μήτηρ βεβαίως…….ισχυρού τινος φόβου»
5η ενότητα: «Η μήτηρ μου εκρέμασε…..και εγώ εσιώπησα».
Η ΘΕΑΤΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ
Ο θεατρικός χαρακτήρας του διηγήματος
στηρίζεται :
1. Στον ομοδιηγητικό αφηγητή (ο αφηγητής
ισότιμο πρόσωπο του έργου)
2. Στην εναλλαγή αφήγησης και διαλόγου, στη
συμμετοχή πολλών προσώπων που
δρουν ως πρωταγωνιστές, δευτεραγωνιστές,
βουβά πρόσωπα
3. Στην εναλλαγή καθαρεύουσας και δημοτικής
4. Στη δραματική πλοκή του
5. Στην ύπαρξη πρωταγωνιστών και
δευτεραγωνιστών
6. Στην περιορισμένη χρήση της περιγραφής
7. Στη συνεχή αλλαγή σκηνικού(ανοιχτός
χώρος/κλειστός χώρος)
8. Στην αληθοφάνεια των χαρακτήρων
9. Στην ύπαρξη δομικών ενοτήτων με αυτοτέλεια
10. Στην εξομολόγηση της μητέρας που αποτελεί
είδος θεατρικού μονολόγου με έντονες συναισθηματικές μεταπτώσεις
Ο ΑΝΟΙΧΤΟΣ ΚΑΙ ΚΛΕΙΣΤΟΣ ΧΩΡΟΣ
Ο κλειστός χώρος της εκκλησίας και του
σπιτιού συνδέεται κυρίως με τα δυσάρεστα γεγονότα που έζησε ο αφηγητής, που τον
πλήγωσαν, του προκάλεσαν αγωνία, φόβο και κλόνισαν την παιδική του γαλήνη.
Αντίθετα τα περισσότερα γεγονότα του ανοιχτού χώρου αποτελούν ευχάριστες
εμπειρίες για τον αφηγητή. Επίσης στον ανοιχτό χώρο συμβαίνουν κάποια άλλα ευχάριστα
γεγονότα που δεν ζει ο ίδιος, δηλαδή ο γάμος και η πρώτη υιοθεσία που πήρε τη μορφή
χαρμόσυνης τελετής.
Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΟ
ΔΙΗΓΗΜΑ
1. Οι χήρες δεν επιτρέπεται να κυκλοφορούν
εκτός σπιτιού, με εξαίρεση τις πολύτεκνες μητέρες.
2. Παιδιά ονομάζονται τα αγόρια
3. Η παντρεμένη γυναίκα παίρνει το επίθετο
του άντρα της και προσδιορίζεται από το όνομά του( Δεσποινιώ η Μιχαλιέσσα)
4. Οι θρήνοι των γυναικών που χηρεύουν πρέπει
να είναι μέσα στα όρια της σεμνότητας
5. Η νέα γυναίκα λόγω του φύλου της χαρακτηρίζεται
από ατολμία
6. Ο θεσμός της προίκας
7. Το αίσθημα της συζύγου προς τον σύζυγο
είναι ο φόβος
8. Ένα ατύχημα που προξενείται από γυναίκα
αντιμετωπίζει μεγαλύτερη κοινωνική κατακραυγή
9. Τα ανύπαντρα κορίτσια καταπιέζονται από
τους γονείς τους
10. Η εξωτερική εμφάνιση της γυναίκας
(βεβαρυμμένη από επαρχιακά φορέματα)
ΤΑ ΠΙΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ
Από το διήγημα περνάει όλος ο κύκλος της
θρακιώτικης ζωής: γέννηση, θάνατος, χαρές, πίκρες... Στις σελίδες του
διηγήματος μπορούμε να συναντήσουμε :
1.Σελ.126 "Ἀφ'ὅτου... κατά μέρος":
Στοιχεία για τη θέση της γυναίκας.
2. Σελ.127-8 " Πᾶσα νόσος...
μεταμορφωμένος" : Λαϊκές αντιλήψεις για το "εξωτικόν".
3. Σελ.129 "Πότε ἐπήγαινε ... το
ἀνάστημα" : Αντιλήψεις για την αντιμετώπιση και τη θεραπεία ασθενειών.
4. Σελ.129 "Ἔπρεπε λοιπόν ...
κατησχυμένον" : Αντιλήψεις περί δαιμονίων, σατανικού
πάθους, μαγικού αριθμού 40 κλπ.
5. Σελ.132 " Κατά τήν λειτουργίαν ... τοῦ
Ἐχθρού κ.τ.λ" : Θρησκευτικά δρώμενα κατά την παραμονή ασθενούς στην
εκκλησία.
6. Σελ.134 " Ἦτο τό ... αὐτοσχεδίως" :
Στοιχεία σχετικά με τα μοιρολόγια.
7. Σελ.135 Στοιχεία για τρόπο ένδυσης (καλύπτρα,
σαλβάρι), λαϊκή αρχιτεκτονική (αυλόπορτα, ανώγι), σκεύη (γανωμένα χάλκινα
σκεύη), φιλοξενία.
8. Σελ.136-7 " Μετά τινας στιγμάς ... νά πίω"
: Αντιλήψεις για τη ζωή, το θάνατο, την ψυχή.
9.Σελ.139 " Ἤδη αὐτή ... παρ' ὑμῖν" :
Θρησκευτικά και λαϊκά δρώμενα περί υιοθεσίας
10.Σελ. 141 "ἐγώ μέν ἐπλανώμην ..ἐν τῇ
ξένῃ.": Μετανάστευση ( +σελ. 144..)
11. Σελ. 141, 142, 144, αναφορά στην προίκα.
12.Σελ.145 " ..θα ἤμην πρόθυμος.. εἰς τούς
γάμους της.": Λαϊκές γιορτές, προίκα, γάμος, θέση γυναίκας.
13.Σελ. 147 "ὥς τώρα…καί ὁ πνευματικός
μου." Εξομολόγηση στον πνευματικό
14.Σελ.147 " Ὅ μακαρίτης ... μαζί" : Ο
αριθμός σαράντα...
15.Σελ.148 " Τό πρωϊ ... πολύτερα" :
Λαϊκά δρώμενα του γάμου, θέση γυναίκας.
16.Σελ.150 " Ὃταν ἐπῆγεν ...
σχωροχάρτι" : Αντιλήψεις για τη συγχώρεση. Συμβολικοί αριθμοί 3, 12.
Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΧΗΣ ΚΑΙ Η ΕΝΟΧΟΠΟΙΗΜΕΝΗ
ΑΓΑΠΗ ΜΗΤΕΡΑΣ-ΓΙΩΡΓΗ
Στο «Αμάρτημα της μητρός μου» ο Βιζυηνός διερευνά
το θέμα της φύσης της ενοχής και της ενοχοποιημένης αγάπης. Τον καθοριστικό
ρόλο της ενοχής στην ψυχή και τη συμπεριφορά ενός ανθρώπου.
Η Δεσποινιώ η Μιχαλιέσσα, κυρίως, και ο γιος
της ο Γιωργής, σε δεύτερο πλάνο, είναι φορείς αυτής της ενοχής, για διαφορετικούς
αλλά διαπλεκόμενους λόγους, στο διήγημα. Το συναίσθημα της ενοχής της μητέρας,
για τον ακούσιο θάνατο της κόρης της, της υποβάλλει την ανάγκη για εξιλέωση.
Ερμηνεύοντας τα πράγματα πάντα και μόνο με γνώμονα την «αμαρτία» που πληρώνει,
επενδύει την εξιλέωσή της στην συντήρηση και ανάδειξη του θηλυκού,
επιβαρύνοντας τον ψυχισμό των αγοριών.
Ο γιος της Γιωργής, από την πλευρά του,
επιζητά τη μητρική στοργή ή απλώς την επιβεβαίωσή της, καθώς τη στερείται ο
ίδιος, ενοχοποιώντας τον εαυτό του, ίσως, γιατί απογοήτευσε τους γονείς του με
το να γεννηθεί αγόρι αντί για κορίτσι (βλ. σελ. 150 «ο πατέρας σου σε ήθελε
κορίτσι»), γιατί ζήλευε την άρρωστή αδελφή του και δεν την υποκατέστησε στο
θάνατο, χωρίς να κατανοεί, παράλληλα, το πρόβλημα της μητέρας(σελ.132 «Η μήτηρ
μου … ήρχισε να δεικνύει θλιβεράν αδιαφορίαν προς παν ό,τι δεν ήτο αυτή η
ασθενής»- σελ.150 «και εζούλευες εσύ»).
Οι στόχοι των δύο βασικών προσώπων είναι
διαφορετικοί, αλλά αναπτύσσονται παράλληλα και αλληλοπροσδιορίζονται: ο στόχος
του γιου (μητρική στοργή) εξαρτάται από το στόχο της μητέρας (εξιλέωση από την
αμαρτία της). Όσο η μητέρα δεν πετυχαίνει το στόχο της τόσο αποτυγχάνει κι ο
γιος. Γι’ αυτό, ακόμη και στο τέλος, ο γιος -ως ώριμος- προσπαθεί να τη βοηθήσει
στην εκπλήρωση του στόχου της με την εξομολόγηση στον Πατριάρχη, για να πραγματοποιήσει
με τον τρόπο αυτόν - αναδρομικά - και το δικό του στόχο. Μα πάντα αποτυγχάνει! («όλα εις
μάτην»).
ΟΙ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΒΙΖΥΗΝΟΥ ΠΟΥ
ΚΑΘΟΡΙΖΟΥΝ ΤΗ ΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ
Το βιωματικό στοιχείο κατέχει κυρίαρχη θέση
στο συγγραφικό έργο του Βιζυηνού. Τα παιδικά βιώματα παραμένουν άσβεστα, είναι
χαραγμένα στη μνήμη του και τροφοδοτούν τη γραφή του..
Όμως σημαντική είναι και η αξιοποίηση των
ανθρώπινων χαρακτήρων από τον ταλαντούχο Βιζυηνό. Δίκαια του έχει αποδοθεί ο
χαρακτηρισμός του ανθρωποκεντρικού συγγραφέα, ψυχογράφου αφού έχει τη δύναμη να
διεισδύει στα μύχια της ανθρώπινης ψυχής και να υφαίνει τους χαρακτήρες των
ηρώων του. Επίσης, χαρακτηριστική είναι η επίδραση της γενέθλιας θρακικής
υπαίθρου στο αφηγηματικό του έργο, γεγονός που
διαπιστώνεται τόσο από την ιδιωματική χρήση
της γλώσσας όσο και από την περιγραφή των ηθών και των εθίμων και γενικότερα τη
μεταφορά λαογραφικού υλικού από τη Θράκη.
Η λόγια γλώσσα που χρησιμοποιεί στην αφήγηση
επιβεβαιώνει τη φαναριώτικη παιδεία του, ενώ η αληθοφάνεια των χαρακτήρων είναι
επίδραση της ευρωπαϊκής του παιδείας(γνώσεις ψυχολογίας και φιλοσοφίας). Τέλος
ο δραματικός χαρακτήρας του διηγήματος είναι επίδραση από την ευρωπαϊκή
λογοτεχνία, ιδιαίτερα από τις μπαλάντες.
Η ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ ΤΟΥ ΒΙΖΥΗΝΟΥ
Τα διηγήματα του Βιζυηνού είναι γραμμένα σε
μια σχετικά κομψή και θερμή καθαρεύουσα.
Όχι σπάνια όμως ο γλωσσικός καθωσπρεπισμός
αποβάλλεται με τη χρήση του λόγου της καθημερινής ζωής(δημοτική). Η γλώσσα
λοιπόν των διαλογικών μερών είναι απλή, λαϊκή, με ιδιωματισμούς, ενώ αντίθετα η
γλώσσα των αφηγηματικών μερών είναι λόγια με αρχαιοπρεπείς εκφράσεις. Παράλληλα
ο λόγος του ενήλικα μορφωμένου αφηγητή είναι λογιότερος και συνθετότερος από
τον λόγο του αφηγητή-παιδιού.
ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Με απαράμιλλη περιγραφική δεινότητα ο
αφηγητής στη δεύτερη ενότητα αναπλάθει τα συναισθήματα και τις εντυπώσεις που
γεννούσε στην παιδική του ψυχή το μυστηριώδες περιβάλλον της εκκλησίας.
Συντροφεύοντας την αδελφή του ο μικρός Γιωργής βιώνει εφιαλτικές εμπειρίες μέσα
στο μισοσκόταδο που δημιουργεί το αμυδρό φως των κεριών. Ο φόβος ταράζει τις
αισθήσεις του και ξετυλίγει μπροστά του ονειρικές-εξωπραγματικές
εικόνες.
Καθώς η φλόγα του καντηλιού τρεμοσβήνει, ο
αφηγητής φαντάζεται τον Άγιο στο εικόνισμα να ζωντανεύει, επιθυμώντας να
κατέβει από τα σανίδια. Η περιγραφή του Αγίου, πολύ λιτή, δίνει τα βασικά
γνωρίσματα της βυζαντινής αγιογραφίας: φαρδιά κόκκινα φορέματα, φωτοστέφανο,
ακίνητο βλέμμα, απαθές πρόσωπο. Η εικόνα είναι οπτική και κινητική και παραισθησιακή,
γιατί έχει ως αφόρμηση μια πραγματική παράσταση.
Εντελώς ψευδαισθησιακή (λόγω και των σπουδών
του Βιζυηνού στην ψυχολογία) είναι η επόμενη εικόνα που είναι οπτική, κινητική
και ακουστική. Ο Γιωργής ακούγοντας το σφύριγμα του ανέμου, έχει την εντύπωση
πως οι νεκροί αναρριχώνται στα τείχη της εκκλησίας και ένας σκελετός προσπαθεί
να θερμάνει τα άσαρκα χέρια του στο υπάρχον μαγκάλι. Οι παραπάνω εικόνες έχουν
ως κοινό υπόβαθρο τον τρόμο και είναι αποκυήματα
της φαντασίας του παιδιού, γι αυτό και στην
περιγραφή τους αποδίδεται η υποκειμενικότητα των εντυπώσεων (μοι εφαίνετο,
ενόμιζον).
ΟΙ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΔΥΟ ΕΙΚΟΝΕΣ: ΕΙΚΟΝΑ
ΠΡΩΤΗ ΕΙΚΟΝΑ ΔΕΥΤΕΡΗ
1. Ο Άγιος είναι ένας Οι νεκροί είναι πολλοί.
2.Το φλογίδιον είναι ζεστό Ο άνεμος είναι
ψυχρός
3. Η φλόγα έτρεμε Ο άνεμος εσύριζε
4.Ο Άγιος επιδίωκε να κατέβει Οι νεκροί
ανερριχώντο
5.Ο Άγιος ήθελε να αποσπασθή Οι νεκροί ήθελαν
να εισδύσωσιν
6. Η κίνηση της φλόγας είναι ασθενική Ο
άνεμος έχει ένταση
Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΗΣ
ΜΑΝΑΣ
(«Σου έφερα δυο παιδιά στα πόδια
σου…Χάρισέ μου το κορίτσι!!»)
1. Σπασμωδική φυγή, πανικός, ψυχικό σοκ,
τρόμος, βουητό στα αφτιά, τρίξιμο δοντιών, τρέξιμο, κραυγές, κλάμα.
2. Αποκατάσταση ψυχραιμίας σταδιακά.
3. Αυτοκριτική και κριτική της μητέρας του.
4. Εξαγωγή συμπεράσματος ότι η μητέρα του δεν
τον αγαπά.
5. Απόφαση
να πάψει να βοηθά τη μητέρα του, βιώνοντας την πικρία για την αδιαφορία της και
το αίσθημα της απόρριψης.
Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΓΥΦΤΟΥ
Ο ραψωδός (Γύφτος, Κατσίβελος. Αθίγγανος,
ψάλτης) παρουσιάζεται αντιφατικά από τον αφηγητή. Από τη μία πλευρά του
προκαλεί φόβο, καθώς η μορφή του είναι άγρια, από την άλλη όμως, τα τραγούδια
του είναι γλυκά και ο τρόπος με τον οποίο συλλυπείται τη μητέρα για τον θάνατο
του άντρα της φανερώνουν ευαισθησία. Η περίπτωση του Γύφτου που αναφέρει ο
αφηγητής είναι ξεχωριστή. Σαφέστατα και είναι γνωστό ότι σε πολλές περιοχές της
Ελλάδας ειδικές μοιρολογίστρες καλούνται στα σπίτια των νεκρών και τραγουδούν πένθιμα
πάνω από τη σωρό τους.
Στο κείμενο ωστόσο:
1. Ο συνθέτης του μοιρολογιού είναι
άντρας
2. Το μοιρολόι δεν το συνθέτει την ημέρα
της κηδείας, αλλά αργότερα
3. Δεν το τραγουδά ο ίδιος, αλλά το
διδάσκει στην χήρα για να το τραγουδά εκείνη κάθε φορά που νοσταλγεί τον σύζυγό
της.
Η ΠΡΩΤΗ ΥΙΟΘΕΣΙΑ
Είναι η υιοθεσία στην οποία ο αφηγητής είναι
παρόν και συμμετέχει στα δρώμενα ως ένα από τα πρόσωπα που παρευρίσκονται στο
εθιμικό της υιοθεσίας. Η πράξη
γίνεται με τρόπο πανηγυρικό,
ακολουθώντας αρχικά ένα συγκεκριμένο θρησκευτικό τελετουργικό. Η μητέρα και τα αγόρια της μεταβαίνουν στην εκκλησία φορώντας τα
«γιορτινά» τους. Μετά την ολοκλήρωση της λειτουργίας στέκονται μπροστά στην
εικόνα του Χριστού και γύρω τους είναι μαζεμένο το εκκλησίασμα και οι φυσικοί
γονείς του κοριτσιού. Ο ιερέας παραδίδει
το
παιδί στη θετή μητέρα, η οποία πρώτα
υπόσχεται ότι θα το αγαπήσει και θα το αναθρέψει σαν δικό της.
Μετά το θρησκευτικό δρώμενο ακολουθεί το
λαϊκό. Αυτό ξεκινά με μια θριαμβευτική πορεία προς
το σπίτι της Δεσποινιώς. Στην κορυφή της πομπής βρίσκεται ο πρωτόγερος του χωριού,
η θετή μάνα με το κοριτσάκι, έπειτα βαδίζουν τα αγόρια και πιο πίσω οι
συγγενείς των δύο οικογενειών. Στην πόρτα της αυλής ο πρωτόγερος σηκώνει ψηλά
το κοριτσάκι παίρνοντας τη διαβεβαίωση ότι κανείς δεν θα διεκδικήσει το παιδί
από τη νέα του μητέρα.
Τότε αποχωρούν οι φυσικοί συγγενείς και οι
υπόλοιποι μπαίνουν στο σπίτι για να γιορτάσου το γεγονός.
Στην όλη διαδικασία συμμετέχουν τα εξής
πρόσωπα:
• Ο
εκπρόσωπος του θεού (ιερέας στην εκκλησία)
• Ο
εκπρόσωπος του λαού (ο πρωτόγερος, το εγκυρότερο πρόσωπο του χωριού μετά τον
ιερέα)
• Η
νέα μητέρα και τα νέα αδέλφια
• Οι
φυσικοί γονείς
• Οι
συγγενείς και των δύο πλευρών
• Το
εκκλησίασμα
Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΥΙΟΘΕΣΙΑ
Ο αφηγητής είναι απών, γιατί λείπει στην
ξενιτιά. Για τον λόγο αυτό περιγράφει κυρίως τα αρνητικά αισθήματα των αδελφών
του, που δεν έχουν άλλη περιθώρια ανοχής απέναντι στην στάση της μητέρας τους.
Η ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΜΕ ΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΣΤΟ ΠΟΤΑΜΙ
Η διάσωση του αφηγητή από τον πνιγμό
λειτουργεί καταλυτικά για τον εσωτερικό του κόσμο. Η μητέρα εξυγιαίνεται στα
μάτια του, ανάμεσα στα δύο πρόσωπα σφυρηλατείται ένας ισχυρότερος δεσμός και η
σχέση τους αποκαθίσταται. Η συγκεκριμένη πράξη αυτοθυσίας αίρει τις αμφιβολίες
του Γιωργή για την αγάπη της μάνας του, τις οποίες δημιούργησε η προσευχή του
παρελθόντος.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
Το έργο τελειώνει απότομα, όπως άρχισε. Τα
δάκρυα της μητέρας και η σιωπή του αφηγητή αποκαλύπτουν πως κάθε λυτρωτική
απόπειρα απέτυχε. Δεν υπήρξε κάθαρση στον εσωτερικό κόσμο της μητέρας. Η
Δεσποινιώ θα μείνει για πάντα σημαδεμένη ψυχικά, ένοχη. Το ίδιο και ο αφηγητής,
καθώς μαζί της ούτε και αυτός μπόρεσε να απενοχοποιηθεί για όσα είχε καταλογίσει
στη μητέρα του, γιατί δεν κατάφερε να τη λυτρώσει, γιατί δεν γεννήθηκεκορίτσι,
αλλά και γιατί δεν αντικατέστησε στο θάνατο τη δεύτερη Αννιώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου