ΡΗΜΑΤΑ ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΑ Ή ΠΕΡΙΣΠΩΜΕΝΑ
Τὰ φωνηεντόληκτα ῥήματα ποὺ ἔχουν χρονικὸ χαρακτῆρα α ἤ ε ἤ ο συναιροῦν τὸ φωνῆεν αὐτὸ στὸν ἐνεστῶτα καὶ τὸν παρατατικὸ μὲ τὸ ἀκόλουθο φωνῆεν τῶν (ὁλικῶν) καταλήξεων καὶ γιὰ τοῦτο λέγονται συνηρημένα λέγονται ὅμως καὶ περισπώμενα, γιατὶ ὁ συνηρημένος τύπος τους στὸ α’ πρόσωπο τῆς ὁριστικῆς τοῦ ἐνεστῶτα παίρνει περισπωμένη.
Τὰ
συνηρημένα ῥήματα διαιροῦνται κατὰ τὸν χαρακτῆρα σὲ τρεὶς τάξεις:
1.
στὴν α’ τάξη ἀνήκουν ὅσα λήγουν σὲ -άω (χαρακτῆρας α): τιμάω-τιμῶ
2.
στὴ β’ τάξη ἀνήκουν ὅσα λήγουν σὲ -έω (χαρακτῆρας ε): ποιέω-ποιώ
3.
στὴν γ’ τάξη ἀνήκουν ὅσα λήγουν σὲ -όω (χαρακτῆρας ο): δηλόω-δηλῶ
ΠΡΟΣΟΧΗ:
Παρατηρήσεις σχετικά με το σχηματισμό των συνηρημένων – περισπώμενων ρημάτων
Η απομνημόνευση των
πινάκων που περικλείουν τα συνηρημένα ρήματα θεωρείται αρκετά δύσκολο κι
επίπονο για πολλούς μαθητές εγχείρημα. Γι΄ αυτό το λόγο προτείνω ανεπιφύλακτα
το σχηματισμό τους, ώστε να αποφεύγονται και λάθη π.χ. τονισμού που η απομνημόνευση
δεν μπορεί να αποτρέψει.
Τα βήματα – κινήσεις
προκειμένου να σχηματίσουμε τύπους συνηρημένων ρημάτων – οποιασδήποτε
κατηγορίας και φωνής – είναι τα εξής:
1. Γράφουμε το ασυναίρετο θέμα του ρήματος (προσοχή,
τονίζω το ασυναίρετο θέμα): π.χ ασυναίρετος τύπος του ρήματος ποιέ-ω=
ποιῶ
είναι το ποιε- κι όχι το ποι-, του τιμά-ω = τιμῶ
είναι το τιμα- κι όχι το τιμ- κ.ο.κ.
2. Προσθέτουμε τις καταλήξεις από το ρήμα λύω – λύομαι,
ανάλογα με το ζητούμενο τύπο: π.χ. ας υπόθεσουμε ότι μας ζητούν να σχηματίσουμε
την οριστική Ενεστώτα Ενεργητικής Φωνής του ρ. ποιέ-ω= ποιῶ. Γράφουμε 6
φορές το θέμα από τον ασυναίρετο τύπο (όσα είναι και τα πρόσωπα του ρήματος)
και στη συνέχεια προσθέτουμε τις καταλήξεις:
ποιε
– ω
ποιε-
εις
ποιε
– ει
ποιε-
ομεν
ποιε
– ετε
ποιε-
ουσι(ν)
3. Α΄ φάση τονισμού (μόνο με
οξεία):
α) Αν η λήγουσα της λέξης είναι
μακρόχρονη (η,ω,δίφθογγοι), τονίζουμε την παραλήγουσα.
β) Αν η λήγουσα της λέξης είναι
βραχύχρονη, τονίζουμε την προπαραλήγουσα
π.χ.
ποιέ– ω (=μακρόχρονη)
ποιέ- εις (=μακρόχρονη)
ποιέ – ει (=μακρόχρονη)
ποιέ- ομεν (=βραχύχρονη)
ποιέ – ετε (=βραχύχρονη)
ποιέ- ουσι(ν) (=βραχύχρονη)
4. Κάνουμε τη συναίρεση των δύο φωνηέντων ( ή του φωνήεντος με
το δίφθογγο)
Ποι[έ– ω] > ποιω
Ποι[έ- εις] > ποιεις
Ποι[έ
– ει] > ποιεις
Ποι[έ- ο]μεν > ποιουμεν
Ποι[έ – ε]τε > ποιειτε
Ποι[έ- ου]σι(ν) > ποιουσιν
5. Β΄ φάση τονισμού (άλλοτε οξεία, άλλοτε περισπωμένη):
α) Αν τονίζεται το α΄ από τα δύο συναιρούμενα φωνήεντα,
βάζουμε περισπωμένη πάνω από τη συλλαβή που προκύπτει από τη συναίρεση.
β) Αν τονίζεται το β΄ από τα δύο συναιρούμενα φωνήεντα,
βάζουμε οξεία πάνω από τη συλλαβή που προκύπτει από τη συναίρεση
γ) Αν δεν τονίζεται κανένα από τα δύο συναιρούμενα φωνήεντα, ο
τόνος παραμένει όπου κι όπως είναι.
Ποι[έ-ω] > ποιῶ
ποι[έ-εις] > ποιεῖς
ποι[έ-ει] > ποιεῖ
ποι[έ-ο]μεν
> ποιοῦμεν
ποι[έ-ε]τε > ποιεῖτε
ποι[έ-ου]σι > ποιοῦσι(ν)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου