ΓΛΩΣΣΟΜΑΘΕΙΑ


Βαθμοί της γλωσσομάθειας

Η γλωσσομάθεια διαβαθμίζεται ανάλογα με το κίνητρο και το σκοπό για τον οποίο μαθαίνει κανείς μια γλώσσα:

1) Ως πρώτο στάδιο εξοικείωσης με μια γλώσσα αναφέρεται η δυνατότητα συνεννόησης σε καθαρά πρακτικά θέματα, η γνώση, δηλαδή, του καθημερινού λεξιλογίου.

2) Δεύτερο στάδιο θεωρείται η γνώση της επιστημονικής ορολογίας.

3) Τρίτο είναι το στάδιο κατανόησης της ξένης γλώσσας ισόβαθμα με τη μητρική (γνώση της δομής και της απαρέγκλιτης εφαρμογής της γραμματικής και του συντακτικού, καθώς και των ποικίλων σημασιών μιας λέξης)

 

 

Αναγκαιότητα της γλωσσομάθειας σήμερα ( αίτια εκμάθησης ξένων γλωσσών ) 

Η γνώση ξένων γλωσσών στο παρελθόν ήταν προνόμιο λιγοστών σχετικά ανθρώπων, κυρίως λογίων ή εμπόρων. Στη σημερινή εποχή, όμως, το προνόμιο αυτό έχει γίνει κτήμα εκατομμυρίων ατόμων, τόσο λόγω της συνειδητοποίησης της αξίας που έχει η γλωσσομάθεια, όσο και των κινήτρων που έχουν δοθεί για την επίτευξη αυτού του στόχου.

Η γλωσσομάθεια επιβάλλεται, ιδιαίτερα σήμερα, λόγω του ανταγωνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο σ’  όλους τους τομείς, τον οικονομικό, τον πολιτιστικό κ.ά.

Ακόμη, η εκμηδένιση των αποστάσεων, λόγω της ανάπτυξης των μέσων συγκοινωνίας, καθιστά τη μελέτη των ξένων γλωσσών ανάγκη αναπόδραστη για το σύγχρονο άνθρωπο.

Η ανάπτυξη των επιστημών της τεχνολογίας καθιστά απαραίτητη τη συνεργασία σε διεπιστημονικό επίπεδο, στην οποία βέβαια  συμβάλλει καθοριστικά η γνώση και η χρήση ξένων γλωσσών.

Αλλά και τα πολλά και σύνθετα προβλήματα σε παγκόσμιο επίπεδο απαιτούν τη συνεργασία όλων των κρατών και των μελών της επιστημονικής κοινότητας. Η άγνοια, λοιπόν, ξένων γλωσσών θα αποτελούσε σίγουρα τροχοπέδη στην προσπάθεια επίλυσής τους.

Η ανάπτυξη του τουρισμού και η καθιέρωση των ταξιδιών ως μέσου ψυχαγωγίας, επιβάλλουν τη γνώση των ξένων γλωσσών, για να είναι δυνατή η επικοινωνία με τους άλλους λαούς.

Θετικά αποτέλεσμα γλωσσομάθειας

 

Η γλωσσομάθεια επιδρά θετικά στον επαγγελματικό τομέα. Ιδιαίτερα στο χώρο της επιστήμης αποτελεί αδήριτη ανάγκη η εκμάθηση ξένων γλωσσών, αφού μόνο έτσι μπορούμε να καταρτιστούμε επαρκώς και να καταφύγουμε σε ξένη βιβλιογραφία. Πληροφορούμαστε σχετικά με τα νέα δεδομένα κι έχουμε τη δυνατότητα να εμβαθύνουμε σε όλους τους τομείς του επιστητού. Διευκολύνει την επικοινωνία με αλλόγλωσσους λαούς στα πλαίσια των επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Παράλληλα, δημιουργεί μια σειρά νέων επαγγελμάτων, όπως είναι οι δάσκαλοι ξένων γλωσσών, οι μεταφραστές, οι διερμηνείς και συμβάλλει στη μείωση της ανεργίας.

Με τη γλωσσομάθεια έχουμε τη δυνατότητα να αυξήσουμε τις γνώσεις μας κι έτσι οδηγούμαστε σε σφαιρική κι ολοκληρωμένη μόρφωση.  Καλλιεργείται η κριτική ικανότητα του ανθρώπου και η πνευματική ευελιξία.

Με τη γλωσσομάθεια, επίσης, διευρύνεται η διεθνής επικοινωνία σ’ όλα τα επίπεδα, στην οικονομία, στην πολιτική, σε κάθε πτυχή του πολιτισμού. Σ’ αυτό το πλαίσιο οι διακρατικές σχέσεις διευκολύνονται, ευρύνονται και πυκνώνουν. Οι λαοί, λοιπόν, συνεννοούνται καλύτερα, αλληλοεξαρτώνται και τείνουν σε ενιαία σχήματα γενικότερης συνεργασίας. Δημιουργούνται, έτσι, οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη πνεύματος οικουμενικής συνείδησης, την ομαλή συνύπαρξη και την ειρηνική συμβίωση. Διευκολύνεται η κοινωνικότητα του ανθρώπου και δημιουργούνται σχέσεις που δε στοχεύουν σε ιδιοτελείς σκοπούς, αλλά στην αμοιβαία ηθική εξύψωση και τη συναισθηματική πληρότητα. Ταυτόχρονα, όμως, με τη γνώση ξένων γλωσσών ο άνθρωπος έχει την ευκαιρία να γνωρίσει τη νοοτροπία και την κουλτούρα άλλων λαών. Αυτό τον βοηθά να απαλλαγεί από προκαταλήψεις και δογματικές απόψεις σχετικά με την αξία και την απαξία κάποιων λαών. Η ουσιαστική γνωριμία με άλλους λαούς, είτε μέσα από την ανάπτυξη σχέσεων με ανθρώπους είτε μέσα από την επαφή με την πολιτιστική τους παραγωγή, είναι το πρώτο βήμα για τη σφυρηλάτηση αισθημάτων αλληλεγγύης. Ο πολιτισμός μιας χώρας μπορεί να εμπλουτιστεί με νέα πολιτιστικά στοιχεία, που θα αναβαθμίσουν το πολιτιστικό επίπεδό της.  Η γλωσσομάθεια καθιστά δυνατή την ουσιαστική και ειλικρινή γνωριμία των λαών και μέσω αυτής την ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία τους. Απότοκο των προηγουμένων είναι η ηθική πρόοδος του ατόμου, καθώς εμπλουτίζει τις αξίες του, προωθεί την ειρήνη και τη δημοκρατία. Η μελέτη, εξάλλου, της γλώσσας ενός λαού αποκαλύπτει και τον τρόπο της σκέψης του. Ο Γ. Μπαμπινιώτης σημειώνει σχετικά: « .. συλλαμβάνει, οργανώνει κι εκφράζει διαφορετικά ο κάθε λαός τον κόσμο με τη γλώσσα του». Η κατανόηση, όμως, των άλλων λαών επιτρέπει την καλύτερη συνειδητοποίηση των δικών μας ιδιαιτεροτήτων.        

Συμβάλλει στην ανάπτυξη της οικονομίας , καθώς επιτρέπει το άνοιγμα των αγορών, τη μεγιστοποίηση της παραγωγής, τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων, λόγω του οικονομικού ανταγωνισμού. Δημιουργείται μια παγκόσμια αγορά.

Επιλύει καθημερινά προβλήματα. Η παγκοσμιοποίηση της ζωής, απαιτεί επιστημονική, επαγγελματική και οικονομική διεθνή ενημέρωση. Καταπολεμάται, επίσης, η στείρα προγονοπληξία και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για διαρκή εξέλιξη.

Ο άνθρωπος μπορεί να έλθει σ’ επαφή άμεσα με πολιτιστικά επιτεύγματα άλλων χωρών, με τον κινηματογράφο, το θέατρο, τη λογοτεχνία κ.ά.

Τέλος, η γλωσσομάθεια αποτελεί για πολλούς το εφαλτήριο για την εμβάθυνση και την καλύτερη γνωριμία με την ίδια τους τη γλώσσα. Όταν μαθαίνουμε μια ξένη γλώσσα, τη συγκρίνουμε αυτόματα με την ιδιοτυπία της δικής μας. Έτσι, γνωρίζουμε καλύτερα τη γραμματική, τη σύνταξη και την ιδιαιτερότητά της.

 

Γλωσσομάθεια και Έλληνες

 

Για εμάς τους Έλληνες, που είμαστε λίγοι αριθμητικά και δεν ομιλείται η γλώσσα μας στο εξωτερικό, η εκμάθηση της ξένης γλώσσας είναι πλέον θέμα επιβίωσης πρωτίστως, αλλά κι απαραίτητη προϋπόθεση για την πολιτιστική και πνευματική πρόοδο. Η γλωσσομάθεια για έναν Έλληνα είναι πιο σημαντική υπόθεση απ’ ό,τι για έναν Άγγλο ή Γερμανό, γιατί η γλώσσα τους χρησιμοποιείται από εκατομμύρια ανθρώπων σ’ όλον τον κόσμο. Μπορεί η ιδέα της πατρίδας να είναι μεγάλη, όμως η χώρα μας είναι μικρή και, παράλληλα, υστερεί σήμερα σε πολιτιστική και οικονομική ανάπτυξη. Η γλωσσομάθεια, λοιπόν, είναι αναγκαία, για να αποκομίσει ο σύγχρονος Έλληνας στοιχεία από τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, ο οποίος, εξάλλου, τα δανείστηκε από τη χώρα μας. Δεν είναι, επομένως, ορθό να καταδικάζει κανείς τη γλωσσομάθεια αλλά την ξενομανία, τη δουλοπρεπή στάση απέναντι σε μια ξένη γλώσσα ή την επιδεικτική χρήση της. Τέλος, πρέπει να μαθαίνει κανείς ξένες γλώσσες, χωρίς όμως να αρνείται ή να εκφυλίζει τη δική του, γιατί «γλώσσα και πατρίδα είναι το ίδιο», αλλά κι εμείς ως Έλληνες οφείλουμε να προσπαθούμε για την προώθηση και την προβολή της ελληνικής γλώσσας στο εξωτερικό.

« Όταν αρνείσαι τη γλώσσα σου, θα πει πως αρνείσαι την ψυχή σου και την πατρίδα σου »: πατρίδα ενός λαού είναι όχι μόνο η επικράτεια του έθνους, ο γεωγραφικός χώρος αλλά κυρίως ο πολιτισμός του. Σ’ αυτόν πρωτεύουσα θέση κατέχει η εθνική γλώσσα.

Η γλώσσα εκφράζει το χαρακτήρα και την πνευματική φυσιογνωμία κάθε λαού. Κάθε λαός αποτυπώνει στη γλώσσα του τη σκέψη και τη νοοτροπία, τις πνευματικές του κατακτήσεις, δημιουργώντας έτσι παράδοση και ιστορική συνέχεια. Γι’ αυτό, εξάλλου, και η γλώσσα ενός λαού δε μένει στάσιμη, αλλά εξελίσσεται, ανάλογα με τις πολιτιστικές ή άλλες μεταβολές που υφίσταται ο λαό αυτός. Η κοινή, λοιπόν, γλώσσα αποτελεί τον κύριο παράγοντα συνειδητοποίησης της εθνικής του ταυτότητας κι ομοιογένειας.

Σε περιόδους κρίσης, όταν άλλοι άξονες συσπείρωσης ενός έθνους εξασθενίζουν ή εκλείπουν, η διατήρηση και καλλιέργεια της γλώσσας αποτελεί παράγοντα επιβίωσής του. Αποτελώντας στοιχείο του εθνικού πολιτισμού, που διαφοροποιεί ένα έθνος από τα άλλα, κι εκφράζοντας την πολιτιστική ιδιαιτερότητα του, ομοψυχοποιεί τα μέλη της κοινότητας. Μέσω της γλώσσας συνειδητοποιούν την καταγωγή, την κοινή ιστορική πορεία και ιδιοπροσωπία τους ως λαού.

Γλώσσα και έθνος.«…Γλώσσα και πατρίδα είναι το ίδιο. Να πολεμά κανείς για την πατρίδα του ή για την εθνική του γλώσσα, ένας είναι ο αγώνας. Πάντα αμύνεται περί πάτρης».Γ. Ψυχάρη «Το ταξίδι μου»Κάθε έθνος έχει τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που το διαφοροποιούν από τα άλλα. Αυτά αποτελούν την εθνική του ταυτότητα. Αν ένα έθνος θέλει να διατηρεί την εθνική του ανεξαρτησία και την ιδιαίτερη υπόσταση του, πρέπει να διατηρεί τα στοιχεία της εθνικής του ταυτότητας. Διαφορετικά, η απώλεια των στοιχείων αυτών θα οδηγήσει νομοτελειακά στην υποτέλεια. Πρωταρχικό στοιχείο εθνικής ταυτότητας είναι, φυσικά, η γλώσσα. Ειδικά για τη χώρα μας, η διατήρηση και καλλιέργεια της, έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού:

 Ø ομιλείται μόνο στην Ελλάδα,

 Ø έχει το δικό της αλφάβητο, 

Øέχει ιδιαιτερότητα και δε μοιάζει με άλλη. Η γλώσσα, άλλωστε, είναι έκφραση του πολιτισμού μιας χώρας. Όταν λοιπόν αυτή χάνεται ή αλλοιώνεται, τότε αποκόπτεται κάθε δυνατότητα πρό­σβασης στο παρελθόν και στον πολιτισμό μας. Αυτή εκφράζει τα ήθη, τα έθιμα, η νοοτροπία και η παράδοση ενός τόπου. Είναι εύλογο λοιπόν πως σε μια εποχή «έμμεσης αποικιοκρατίας», όπου τα οικονομικά εύρωστα κράτη συρρικνώνουν τον πολιτισμό μιας χώρας με ασθενέστερη οικονομία, η μόνη ίσως δικλείδα ασφαλείας, είναι η διατήρηση της πολιτιστικής μας ι­διαιτερότητας.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου