1. Η έξοδος
(σελ. 144-146)
ΠΗΓΕΣ
1.Η έξοδος
Σε ποιες κατηγορίες
μπορούμε να κατατάξουμε τους πρόσφυγες που ήρθαν στην Ελλάδα μετά τη
Μικρασιατική καταστροφή; Να απαντήσετε στην ερώτηση αντλώντας στοιχεία από το
ιστορικό παράθεμα και τις ιστορικές σας γνώσεις
«Η διαδικασία
αναχώρησης των ελληνικών πληθυσμών καθορίστηκε από τις διαφορετικές συνθήκες
της ιστορικής τους ύπαρξης. Στα δυτικά μικρασιατικά παράλια, περιοχή με
συμπαγές και ακμάζον ελληνικό στοιχείο, ο αιματηρός διωγμός εκατοντάδων
χιλιάδων ανθρώπων κορυφώθηκε μετά την καταστροφή της Σμύρνης, το Σεπτέμβριο του
1922. Αντίθετα, στην Ανατολική Θράκη η παρουσία ελληνικών στρατευμάτων επέτρεψε
την ειρηνική εκκένωση της περιοχής.
Οι ορθόδοξοι,
τουρκόφωνοι, στην πλειονότητά τους, κάτοικοι της κεντρικής και νότιας Μικράς
Ασίας αναχώρησαν οργανωμένα κάτω από την εποπτεία της Διεθνούς Μικτής Επιτροπής
από τον Οκτώβριο του 1923 έως το 1925. Στον Πόντο η έξοδος πήρε διαφορετική
μορφή. Αν και οι παραλιακές περιοχές εκκενώθηκαν σύμφωνα με τους όρους της
Σύμβασης της Ανταλλαγής, στις ορεινές περιοχές δημιουργήθηκε αντάρτικο κίνημα
αντίστασης στη μοίρα του ξεριζωμού. Αρκετές κοινότητες, με την καθοδήγηση
ένοπλών σωμάτων, έφυγαν προς τον Καύκασο ελπίζοντας στη σύντομη επιστροφή τους.
Ο τρόπος και ο
χρόνος αναχώρησης καθόρισαν το σχηματισμό δύο κατηγοριών προσφύγων. Στην πρώτη
εντάσσονται αυτοί που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα πριν από το 1922, οι κανονικά
ανταλλαγέντες και οι κάτοικοι της Ανατολικής Θράκης, οι οποίοι μπόρεσαν να
διασώσουν την κινητή περιουσία τους ή μέρος αυτής, σε αντίθεση με το μεγάλο
ποσοστό εκείνων που έχασαν τα πάντα με την καταστροφή. Πέρα από αυτό, μεταξύ
του πολυάριθμου προσφυγικού πληθυσμού υπήρχαν οικονομικές και κοινωνικές
διακρίσεις, πολιτιστικές και κοινωνικές ιδιαιτερότητες, οι οποίες, ως ένα
βαθμό, αμβλύνονταν από την κοινή μοίρα του ξεριζωμού. Για τον αριθμό των
προσφύγων δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία εκτός από εκείνα της απογραφής του 1928,
στην οποία καταγράφονται 1.221.849 πρόσφυγες (περιλαμβάνονται 117.633 προερχόμενοι
από τη Βουλγαρία, Καύκασο και αλλού) και διακρίνονται σε 673.025 αστούς και
578.824 αγρότες. Ο διαχωρισμός έγινε με βάση τον τρόπο αποκατάστασής τους στην
Ελλάδα και σε καμιά περίπτωση δεν δηλώνει το προηγούμενο επάγγελμα ή τον τόπο
κατοικίας τους. Οι γυναίκες και τα παιδιά αποτελούσαν το μεγαλύτερο τμήμα του
προσφυγικού πληθυσμού, καθώς πολλοί άνδρες εξοντώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Αν
υπολογίσουμε το υψηλό ποσοστό θνησιμότητας λόγω των επιδημιών και των άθλιων
συνθηκών διαβίωσης και το γεγονός της αναχώρησης πολλών προσφύγων σε άλλες
χώρες, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι σαφώς μεγαλύτερος πληθυσμός φυγάδων
ζήτησε καταφύγιο στο ελληνικό κράτος. Η χώρα με πληθυσμό μόλις πέντε
εκατομμύρια κατοίκους, με κλονισμένη οικονομία και αποδιοργανωμένη κρατική
μηχανή, βρέθηκε αντιμέτωπη με τα τεράστια προβλήματα τα οποία συνεπαγόταν η
άφιξη τόσων εξαθλιωμένων ανθρώπων.
(Πηγή: Γιώργος
Γιαννακόπουλος, υποδιευθυντής του Κέντρου Μικρασιατικών Μελετών, «Το προσφυγικό
ζήτημα», Περιοδικό Ιστορικά της εφημερίδας Ελευθεροτυπία, 30/8/2001, σ. 14)
2.Η έξοδος
Με βάση τις
ιστορικές σας γνώσεις και τη μαρτυρία που παρατίθεται να αποδώσετε την «έξοδο»
των Ελλήνων από τη Μικρασιατική γη.
«Ο Κεμάλ γιόρτασε
το θρίαμβό του με τη μεταβολή της Σμύρνης σε τέφρα και την τεράστια σφαγή του
εκεί χριστιανικού πληθυσμού», έγραψε στα απομνημονεύματά του ο Ουΐνστον
Τσόρτσιλ. Η σφαγή της Σμύρνης συγκλόνισε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο. Ακόμα
και στη Γαλλία -η φιλοτουρκική πολιτική της οποίας καθόριζε την πληροφόρηση που
παρείχαν οι δημοσιογράφοι- διογκώθηκαν τα αντιτουρκικά συναισθήματα. Όμως,
περισσότερο από τις ανταποκρίσεις και τις ψυχρές επισημάνσεις των διπλωματών,
το τρομερό τοπίο εκείνων των ημερών αποκαλύπτεται μέσα από τις μαρτυρίες όσων
το έζησαν. Η συλλογή και η έκδοση των αυθεντικών μαρτυριών έγινε από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών.
Μαρτυρίες συγκλονιστικές, που πιστοποιούν την ύπαρξη του Μικρασιατικού
Ολοκαυτώματος. Τυχαία επιλέξαμε και δημοσιεύουμε τις αναμνήσεις της Ελένης
Καραντώνη από το Μπουνάρμπασι, έντεκα χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Σμύρνης.
Το Μπουνάρμπασι
είχε χίλιους κατοίκους, από τους οποίους οι οκτακόσιοι ήταν Ελληνες:
«...Αρχισε ο
στρατός μας να φεύγει. Χτυπούσαν τις πόρτες μας και ζητούσαν ρούχα για να
βγάλουν το χακί από πάνω τους. Πόσους δεν ντύσαμε! Οι μεγάλοι οι δικοί μας ξεκουμπίστηκαν
και φύγανε κι αφήσαν τον κόσμο στο έλεος του Θεού. Εφταναν οι στρατιώτες
ξυπόλυτοι, γυμνοί, κουρελιασμένοι, πρησμένοι, νηστικοί. Οι Τούρκοι κατεβαίναν
και σφάζαν τους Ελληνες. Το ίδιο έκαναν και οι δικοί μας. Παντού φωτιά και
μαχαίρι άκουες και έβλεπες. Από τους κατοίκους του Μπουνάρμπασι έμειναν καμιά
δεκαριά οικογένειες... Μερικοί κατάφεραν να φύγουν, σέρνοντας με την κοιλιά
προς το Σικλάρι και από κει στη Σμύρνη. Τους άλλους όλους τους ατιμάσανε, τους
σφάξανε, τους κρεμάσανε, τους κάψανε. Κι εκείνους που κατάφεραν από το Σικλάρι
να φτάσουν στη
Σμύρνη, όταν ήρθε ο Κεμάλ, τους έπιασε και τους έσφαξε.
Σμύρνη, όταν ήρθε ο Κεμάλ, τους έπιασε και τους έσφαξε.
Εμείς βρισκόμασταν
στη Σμύρνη. Πλημμύρα οι μαχαλάδες στο αίμα. Βάλανε φωτιά οι Τούρκοι, μια ώρα
μακριά. «Μη φοβάστε είναι μακριά», μας είπε ο νοικοκύρης του σπιτιού που
μέναμε. Σ' ένα τέταρτο η φωτιά είχε έρθει σε μας. Ρίχνανε βενζίνη και
προχωρούσε. Βγήκαμε στο δρόμο. Φωτιά από τη μια, θάλασσα από την άλλη.
Βρισκόμασταν στη μέση. Και οι Τσέτες (σ.τ.σ. οι άτακτοι Τούρκοι) βρίσκονταν στη
μέση, και σφάζαν και σκοτώναν. Τη νύχτα οι Τσέτες έκαναν επίθεση ν' αρπάξουν,
να σφάξουν, ν' ατιμάσουν. «Βοήθεια! Βοήθεια!», φώναζε ο κόσμος. Τα εγγλέζικα
πλοία ήταν απέναντι. Εριχναν τους προβολείς. Σταματούσαν για λίγο. Τη νύχτα
θέλαμε να πάμε προς νερού μας. Πήγαμε λίγο πιο έξω, φρίκη! Βρεθήκαμε σε μια
χαβούζα (σ.τ.σ. μεγάλο ανοιχτό λάκκο). Γύρω γύρω, στα χείλια της χαβούζας
σπαρταρούσαν κορμιά, και μέσα η χαβούζα ήταν γεμάτη κεφάλια. Επαιρναν όποιον
έπιαναν, τον πήγαιναν στην άκρια της χαβούζας, έκοβαν το κεφάλι και το έριχναν
μέσα στη χαβούζα και τα κορμιά τα άφηναν να σπαρταρούν γύρω γύρω. Ηταν φοβερό.
Οσοι το είδαν τρελάθηκαν. Το τρελοκομείο γέμισε από τρελούς σαν ήρθαμε. Εκεί σ'
αυτό το μέρος χάσαμε και τον πατέρα μου. Τον αδελφό μου τον έσφαξαν στο χωριό.
Εβγαλαν, μετά, ιταλικά και ελληνικά πλοία και μας πήραν. Πόσους; Ούτε ένα
είκοσι τοις εκατό δεν επήραν. Τέτοια καταστροφή δεν είδαν τα μάτια μου!».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου