Βιζυηνός, Το αμάρτημα της μητρός μου

Το διήγημα πριν το Βιζυηνό
Η πεντηκονταετία 1770-1820 κυριαρχείται από ιδεολογικά, γνωστικά, χρησιμοθηρικά και διδακτικά ενδιαφέροντα, υποταγμένα στις ανάγκες της εθνικής αφύπνισης και στη δυναμική του κλασικισμού. Στην επόμενη πεντηκονταετία, 1830-1880, κυριαρχεί ο ρομαντισμός και γράφονται ιστορικά μυθιστορήματα με θέματα τον έρωτα, τη φυγή και την περιπέτεια σε χώρες μακρινές. Εμφανίζονται και κάποια διηγήματα, αλλά είναι υποταγμένα στη φαντασία και διαφέρουν από το μυθιστόρημα μόνο στην έκταση. Γύρω στα 1880 δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για τη γένεση και τη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας και της τεχνικής του διηγήματος: α) η εξόρμηση του τύπου. Το περιοδικό είναι το φυτώριο του διηγήματος και επηρέασε την τυποποίηση ορισμένων χαρακτηριστικών του (γλώσσα, έκταση), β) η λαογραφία. Ο ιδρυτής του λαογραφικού κινήματος  Ο Ν.Γ. Πολίτης   το 1871 με τη «Μελέτη επί του βίου των νεωτέρων Ελλήνων» ανοίγει το δρόμο για τη διεύρυνση του λαϊκού πολιτισμού. Προτρέπει τους συγγραφείς προς μια διηγηματογραφία ηθογραφικού χαρακτήρα, όπου εξοβελίζεται η φαντασία και επιβάλλεται η παρατήρηση. Η λαογραφία επηρεάζει τη θεματογραφία αλλά και την αφηγηματική τεχνική του νέου είδους ( αφήγηση σε α’ πρόσωπο, ύφος προσωπικής μαρτυρίας και καταγραφής υλικού), γ) η κυριαρχία του επιστημονισμού, του εμπειρισμού και του θετικισμού, αποτελεί απαραίτητο θεωρητικό υπόβαθρο για τη στροφή από τη φαντασία προς την παρατήρηση και τη μνήμη.
Χαρακτηριστικά του έργου του
Ο Βιζυηνός εμφανίζεται  ως διηγηματογράφος το 1883, αλλά τα διηγήματά του δεν μοιάζουν να  βρίσκονται απόλυτα μέσα στα πλαίσια της καινούργιας νομιμότητας, του εκλαογραφισμού δηλαδή της λογοτεχνίας. Το έργο του κλείνει ένα πλήθος από λαογραφικά στοιχεία, αλλά βρίσκεται μακριά από τους απλοϊκούς “ηθογράφους” της γενιάς του. Δεν είναι ο αφελής παραμυθάς που ανασκαλεύει τη μνήμη του· είναι ο λόγιος που έχει παρακολουθήσει την πορεία του θετικισμού, του νατουραλισμού, την εξέλιξη της φιλοσοφίας και της ψυχολογίας. Η διηγηματογραφία του είναι κυρίως ψυχογραφική και λιγότερο ηθογραφική. Στα ποιήματά του δεν υπήρξε διόλου καινοτόμος, μια και ακολούθησε τα χνάρια της φαναριώτικης ποίησης, στη διηγηματογραφία  όμως υπήρξε πραγματικά πρωτοπόρος· για το Λίνο Πολίτη είναι ο εισηγητής του ελληνικού διηγήματος.
  • Τα διηγήματά του τα σημαδεύει μια μνήμη ώριμη να συνθέσει τη “Νέκυιά” της επιστρέφοντας σ’ ένα παρελθόν σφραγισμένο με την εμπειρία του θανάτου. Έργο – προσκλητήριο νεκρών. Πεθαμένοι συγγενείς και φίλοι παρελαύνουν. Ο θάνατος είναι συνήθως βίαιος και  εμφανίζεται ακόμη και στους τίτλους.
  •  Οι ήρωες συνήθως βρίσκονται σε πλάνη αναφορικά με την πραγματικότητα, δε γνωρίζουν ακριβώς τα γεγονότα, τα πραγματικά περιστατικά
  • Οι τίτλοι είναι σαν να θέτουν ένα ερώτημα που απαντάται στην πορεία. Βρισκόμαστε κοντά στο “αστυνομικό” πρότυπο του Edgar Alan Poe: η λύση του αινίγματος, δηλαδή η προσέγγιση της αλήθειας, πραγματοποιείται σταδιακά με την προσθήκη νέων στοιχείων.
  • Υπάρχει έντονο το δραματικό στοιχείο. Η αφηγηματική του τεχνική βασίζεται σημαντικά στο μιμητικό στοιχείο και δίνει ουσιαστικό ρόλο στη “σκηνική αφήγηση”.
  • Αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, που σημαίνει, γύρω στο 1880 τουλάχιστον, μιλώ για πράγματα που είδα με τα μάτια μου ή άκουσα με τ’ αυτιά μου. Τα διηγήματά του βρίσκονται πολύ κοντά στο απομνημόνευμα.
  • Ο συγγραφέας δεν κάνει προσπάθεια να διαφοροποιηθεί από τον αφηγητή. Απεναντίας, μάλιστα κάνει τα πάντα για να μας πείσει πως μένει πιστός στην πραγματικότητα και πως δε μεταβάλλει τίποτα, ούτε το χώρο ούτε το χρόνο ούτε την ταυτότητα των προσώπων του ούτε καν τα αληθινά ονόματά τους.
  • Είναι αυτόπτης μάρτυρας των ιστοριών του, αλλά ποτέ πρωταγωνιστής. Αφήνει και τα άλλα πρόσωπα να μιλήσουν είτε με εκτενείς μονολόγους είτε με σύντομους διαλόγους. Έτσι γίνεται φανερός ο θεατρικός χαρακτήρας των διηγημάτων του.
  • Έχει βλέμμα μυθιστοριογράφου. Τα διηγήματά του είναι μικρά μυθιστορήματα, καθώς ξεπερνούν το μονοκεντρισμό του ενός επεισοδίου. Βέβαια ο κορμός της αφήγησης είναι μυθιστορηματικός, αλλά η   έκβασή της, απροσδόκητη, τυπικά διηγηματική, χωρίς επίλογο.
  • Οι περιγραφές του αποτελούν οργανικά μέρη του κειμένου και της αφήγησης. Ο ρόλος τους είναι πολλαπλός: να συμπληρώνουν κενά, να δημιουργούν αντιθέσεις, να εντείνουν τις δραματικές καταστάσεις, να στήνουν μυστικές γέφυρες ανάμεσα στους ανθρώπους και τα πράγματα.
  • Ο κόσμος του λειτουργεί ανθρωποκεντρικά και ανθρωπομορφικά. Στο κέντρο του έργου του βρίσκεται το ανθρώπινο δράμα. Κυριαρχεί ένας τόνος ανθρωπιάς και τρυφερότητας.
  • Οδηγεί στη λύση του δράματος, η οποία ίσως να ισοδυναμεί και με αδιέξοδο, σκορπίζοντας πρόωρες “ενδείξεις” που η σημασία τους θα φανεί αργότερα. Γενικά, προσπαθεί να εγείρει το ενδιαφέρον του αναγνώστη δημιουργώντας σασπένς.
  • Η δράση και η εξέλιξη της ιστορίας λειτουργούν περισσότερο ως πρόσχημα για να αναλυθούν οι ψυχικές, κοινωνικές, εθνικές δυνάμεις που κινούν τους χαρακτήρες.

Συνοπτική παρουσίαση του διηγήματος “Το Αμάρτημα της μητρός μου” με βάση τη διάρθρωσή του σε ενότητες

Τίτλος   ► αίνιγμα-ερώτημα, που απαντάται στη συνέχεια (προσοχή στην κτητική αντωνυμία, με την οποία υπονοείται η αφήγηση βιωμάτων ενός προσώπου)
Προσοχή: 1ο αμάρτημα στο χρόνο της ιστορίας     ►  ο θάνατος της πρώτης Αννιώς
1ο αμάρτημα στο χρόνο της αφήγησης   ►  η προσευχή της μάνας στην εκκλησία

Α’ Ενότητα   «Ἄλλην  ἀδελφὴν  δὲν εἴχομεν … ἐμέ πλησίον της»
1. Η παρουσίαση της οικογένειας
  • Αφήγηση σε  α’ πληθυντικό και σε χρόνο παρατατικό, που δείχνει επαναληπτικότητα και διάρκεια (ο αφηγητής οικογενειακό φερέφωνο-υπονομεύεται ο ενικός του τίτλου). Τα γεγονότα δίνονται από την οπτική γωνία του αφηγητή-παιδιού
  • Παρουσίαση της οικογένειας-κεντρικό πρόσωπο η Αννιώ.
  • Πρώτες νύξεις για την ασθένεια
2.  Η επιδείνωση της ασθένειας και η αντιμετώπισή της
  • Τα 5 στάδια-φάσεις της αρρώστιας (δίνονται με τη φράση που επαναλαμβάνεται σα μοτίβο (leitmotiv) στο κείμενο) και τα μέσα που μετέρχεται η μητέρα κάθε φορά, προκειμένου να την αντιμετωπίσει

Β’  Ενότητα   «Ἐνθυμοῦμαι … τὰ βάσανά του»
1. Η εφιαλτική νύχτα στο ναό
  • Σημαντική η σκηνή στο ναό (αλλαγή στο χώρο και στην ισορροπία ανάμεσα στα πρόσωπα). Πρωταγωνιστής πλέον ο αφηγητής, ο οποίος:
► ανακαλεί σε α’ ενικό την πρώτη εφιαλτική νύχτα στην εκκλησία
(παραισθήσεις και ψευδαισθήσεις)
► ακούει την προσευχή της μητέρας (δεύτερη νύξη για το αμάρτημα μετά τον
τίτλο του διηγήματος)
  • Αναδρομή πριν το θάνατο του πατέρα (“το αδικημένο του”)

2. Ο θάνατος της Αννιώς
  • Σε νέα φάση οι σχέσεις μητέρας (γλυκιά και τρυφερή) και αφηγητή (σκληρός και εκδικητικός)
  • Η περίεργη τελετή-το έσχατο μέσο της μητέρας (ανακάλημα, νεκυιομαντεία)
  • Αναδρομή στην εποχή λίγο μετά το θάνατο του πατέρα με την αναφορά στο συνθέτη του μοιρολογιού (Γύφτος)
  • Αναδρομή στην εποχή λίγο μετά το θάνατο του πατέρα με την αναφορά στο νερό που έπιναν από το ίδιο σκεύος
  • Ο θάνατος της Αννιώς: επέρχεται στο τέλος, αλλά είναι παρών σε όλη την ενότητα (“ενδείξεις”)
Ως εδώ ο χρόνος δεν παρουσιάζει ασυνέχειες. Τα γεγονότα τοποθετούνται πιθανόν στα  1855 (πιθανή χρονιά θανάτου της Αννιώς) με   ιστορικές αναδρομές στα 1854 (Γύφτος) και πριν τα 1854 (πριν το θάνατο του πατέρα -“το αδικημένο μου”). Τα κενά λόγω της πολύχρονης απουσίας του αφηγητή θα φανούν στη συνέχεια.

Γ’ Ενότητα  «Πολλοὶ  εἶχον  κατηγορήσει …  τὴν εὐχήν μου»
Οι υιοθεσίες
Πρωταγωνιστεί η μητέρα
► η αντίδρασή της στο θάνατο της Αννιώς
►  η αντιμετώπιση της νέας κατάστασης, το νέο της πρόσωπο
  • Αναδρομές  στο θάνατο του πατέρα και στην αρρώστια της Αννιώς
  • Η πρώτη υιοθεσία- η διαδικασία της μας δίνεται από τον αφηγητή, που είναι αυτόπτης μάρτυρας
  • Η δεύτερη υιοθεσία- ο αφηγητής είναι απών όταν συμβαίνει (μετά το 1860, αναδιηγείται). Η αναφορά όμως στην υπόσχεση που είχε δώσει στη μητέρα του την εποχή της πρώτης υιοθεσίας οδηγεί σε μια αναδρομή τοποθετημένη ανάμεσα στα 1855-1860 (η σωτηρία του αφηγητή στο  ποτάμι – αυθεντική σκηνή)
  • Γενικά αναδιηγείται συνοπτικά όσα συνέβησαν στο σπίτι του τον καιρό της απουσίας του (προφανώς τα γνωρίζει από διηγήσεις της μητέρας   και των αδελφών του)
  • Προσοχή στις πρόδρομες αφηγήσεις στη σελίδα 142 ( «Και ὅταν ἔλθῃ ὁ Γιωργής μου … θὰ τὸ πανδρέψῃ») και στη σελίδα 144 (ο αφηγητής “δεκαετές παιδίον” αναφέρεται στις πίκρες που επρόκειτο να ποτίσει τη μητέρα του)

Δ’ Ενότητα  «Εὐτυχῶς … ἐτελείωσε»
Η αποκάλυψη του “αμαρτήματος”
Ο αφηγητής, ενήλικας πια,  επιστρέφει από την ξενιτιά (αρκετά χρόνια μετά το 1860)
  • Αγώνας λόγων ανάμεσα στη μητέρα και τον αφηγητή για τη δεύτερη  υιοθετημένη αδερφή οδηγεί στην αποκάλυψη του “αμαρτήματος”:
αναδρομή στα 1847: αφηγήτρια τώρα η μητέρα (ενδοδιηγητικός αφηγητής-εγκιβωτισμένη αφήγηση), η οποία αφηγείται γραμμικά,  με χρονολογική σειρά,  όχι μόνο τα γεγονότα της μοιραίας νύχτας του “αμαρτήματος”, αλλά συνοπτικά αναφέρεται και στα γεγονότα που ακολούθησαν, ως το θάνατο της δεύτερης Αννιώς (πιθανόν το 1855)

Ε’ Ενότητα  «Ἡ ἐκμυστήρευσις …  ἐγὼ ἐσιώπησα»
Η εξομολόγηση
  • Ο αφηγητής μετά την αποκάλυψη  γυρίζει τη σκέψη του στο παρελθόν και ερμηνεύει συμπεριφορές της μητέρας
  • Προσοχή στη χρονική αναφορά “επι εικοσιοκτώ τώρα  έτη βασανίζεται η τάλαινα γυνή…”. “Τι  να σημαίνουν άραγε αυτά τα 28 έτη;  Αν τα προσθέσουμε στο 1847, πιθανότατη χρονιά του “αμαρτήματος” της μητέρας, ερχόμαστε στο 1875, στο οποίο θα ήταν πολύ δύσκολο να τοποθετήσουμε τη συγγραφή του διηγήματος. Ωστόσο θέλω να πιστεύω ότι ο Βιζυηνός λογάριασε τα 28 χρόνια βιαστικά, αρχίζοντας, όπως και το διήγημα του, από το θάνατο του πατέρα και της Αννιώς (1854-1855), οπότε η συγγραφή τοποθετείται εντελώς φυσικά στα 1882-1883” (Π. Μουλλάς)
  • Η εξομολόγηση στον Πατριάρχη: απαλλαγή από την αμαρτία όχι όμως κι από τον πόνο
  • Το τέλος του διηγήματος είναι τυπικά διηγηματικό, απότομο, χωρίς επίλογο.

“To Αμάρτημα της μητρός μου”
Γενικές επισημάνσεις
Χαρακτηρισμός διηγήματος:
«Το αμάρτημα της μητρός μου» είναι ένα διήγημα:
1. ρεαλιστικό (πιστή απόδοση της πραγματικότητας, αληθοφάνεια, πειστικότητα, οι ήρωες είναι εκπρόσωποι της κοινωνίας και του πολιτισμού στον οποίο ανήκουν, γι’ αυτό και μιλούν και δρουν ανάλογα)
2. ηθογραφικό (λαογραφικός θησαυρός από τη θρακιώτικη ζωή του 19ου αιώνα-οι ήρωες είναι απλοί άνθρωποι της υπαίθρου)
3. ψυχογραφικό (ψυχολογική ανάλυση οικογενειακών σχέσεων, επιμονή του συγγραφέα στον εσωτερικό κόσμο των προσώπων, απόδοση του ψυχικού δράματος της μητέρας χωρίς ακρότητες και υπερβολές, η κάθαρση του τέλους)
4. μοιάζει με μικρό μυθιστόρημα (διήγημα: αφήγηση σε α’ πρόσωπο, αυτοβιογραφικός χαρακτήρας, απότομο τέλος χωρίς επίλογο – μυθιστόρημα: πολλά πρόσωπα, πολλά επεισόδια, μεγάλη χρονική έκταση)
5 θυμίζει οικογενειακό απομνημόνευμα
6. έχει στοιχεία αστυνομικού  μυθιστορήματος  (έκπληξη, αγωνία,  σασπένς, ενδείξεις, λύση του αινίγματος στο τέλος)
7. δίνει την εντύπωση αυτοβιογραφικού κειμένου (λόγω της κτητικής αντωνυμίας   στον τίτλο, της πρωτοπρόσωπης αφήγησης και των ονομάτων του αφηγητή και της μητέρας του που ταυτίζονται με τα ονόματα του συγγραφέα και της μητέρας του.)

Αφήγηση
Η αφήγηση δίνεται σε πρώτο πρόσωπο (πληθυντικό στην αρχή, ενικό στη συνέχεια) από έναν δραματοποιημένο αφηγητή, παρόντα μέσα στην αφήγηση (εσωτερική εστίαση), ο οποίος είναι κατά κανόνα αφηγητής -μάρτυρας και σε ελάχιστες σκηνές αφηγητής -πρωταγωνιστής. Η αφήγηση είναι μεταγενέστερη των γεγονότων και η εστίαση τείνει να γίνει συγχρονική, με αποτέλεσμα να συμμεριζόμαστε τις ανησυχίες, τους φόβους και τις απορίες μια παιδικής συνείδησης. Ο αφηγητής βάζει συχνά περιορισμούς στον εαυτό του αποσιωπώντας τις πληροφορίες που απέκτησε εκ των υστέρων και δίνοντάς μας μόνο τις πληροφορίες που είχε κατά τη στιγμή της δράσης. Παράλληλα, είναι εμφανής η διάσταση ανάμεσα στον ώριμο αφηγητή και στην παιδικής συνείδηση που προσλαμβάνει τα συμβάντα.
Γιωργής και μητέρα  είναι  τα μόνα πρόσωπα με αφηγηματικές λειτουργίες στο κείμενο. Τα  υπόλοιπα αποτελούν απλώς σημεία αναφοράς.
Υπάρχουν επομένως δύο οπτικές γωνίες
►  του Γιωργή (μεταβάλλεται, γιατί προσπαθεί να εξηγήσει μια σειρά γεγονότων και ακατανόητων συμπεριφορών. Η  μεταβολή της οπτικής γωνίας του αφηγητή υποβοηθείται από τη μεγάλη διάρκεια της αφήγησης. Παρακολουθεί τα γεγονότα αφηγούμενος ταυτόχρονα, από μικρό παιδί ως ώριμος άνδρας. Έτσι χωρίζεται στα δύο η οπτική γωνία : α)  αδύναμο μικρό παιδί  (αισθάνεται το άγχος της μητέρας του λόγω της ασθένειας της αδερφής του ως απειλή για τη ζωή του) β)  μορφωμένος ενήλικας (έχει μελετήσει ζητήματα θρησκείας και προβλήματα  ψυχής και είναι ικανός να εξηγήσει πώς μια σειρά από συμβάντα καθόρισαν το    χαρακτήρα της μητέρας )
της μητέρας (δε μεταβάλλεται, καθώς  είναι καθηλωμένη σε ένα συμβάν και η επιθυμία  της να  επανορθώσει εκτοπίζει κάθε επιθυμία να το κατανοήσει ) βλ. και Δ΄ Ενότητα
Τα πρόσωπα του διηγήματος: Το διήγημα έχει ως επίκεντρο μια οικογένεια με πολλά παιδιά, η οποία, σύμφωνα με τις πρώτες σελίδες του,  είναι αγαπημένη παρόλες τις κακοτυχίες. Μόνο η προσεκτική ανάλυση θα δείξει τις εντάσεις και τις αντιθέσεις καθώς και τη διαδικασία απόκρυψης των αρνητικών συναισθημάτων και τη μετατροπή τους σε θετικά. Ο αφηγητής έχει μια ιδιαίτερη ικανότητα να μετασχηματίζει τα συναισθήματα: τη ζήλεια σε στοργή, το μίσος σε αγάπη, το θυμό σε ευγνωμοσύνη.
Η οικογένεια διαχρονικά έχει 9 μέλη (μητέρα, Αννιώ, Αννιώ, δυο θετές και τέσσερα αρσενικά), συγχρονικά δεν υπερβαίνει ποτέ τα 5 μέλη.
Η κόρη (Αννιώ) και το αμάρτημα της μητρός είναι πληθυντικού αριθμού: κόρες (Αννιώ Α’ και Αννιώ Β’) και αμαρτήματα (στο χρόνο της ιστορίας και στο χρόνο της αφήγησης)
Στο διήγημα κυριαρχούν αντιθετικά ζεύγη, που ο αφηγητής τα ξεκαθαρίζει από την αρχή:
Α. ενικός – πληθυντικός
Β. κορίτσι – αγόρια
Γ. νεκρός – ζωντανοί
Δ. η πρόθεση της μάνας – οι πράξεις της
Ε. οι γνώσεις – οι απορίες

Παν. Μουλλάς, Το νεοελληνικό διήγημα και ο Γ. Μ. Βιζυηνός (Εισαγωγή στο Γ. Μ. Βιζυηνός, Νεοελληνικά Διηγήματα, επιμέλεια: Παν. Μουλλάς, Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, Ερμής, Αθήνα 1980)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου