Η ΜΕΤΟΧΗ (Στοιχεία θεωρίας)


Η ΜΕΤΟΧΗ (Στοιχεία θεωρίας)

Η μετοχή χρησιμοποιείται :

1) ως επιθετικός προσδιορισμός [= επιθετική μετοχή· λέγεται και αναφορική, διότι μπορεί να αναλυθεί σε αναφορική πρόταση]

   π.χ.- Οἱ ἐκπλέοντες ἐκ τοῦ λιμένος ἔμποροι (= οι έμποροι που πλέουν έξω από το λιμάνι).

      - Ὄχλος ὁ πληρώσων τάς ναῦς (= άνθρωποι που θα επανδρώσουν τα πλοία).

      - Τήν κινδυνεύουσαν πατρίδα οἱ ἀγαθοί ἄνδρες σώζουσιν.

      - σώζων {ενν. ἀνήρ} τήν πατρίδα μεγάλην τιμήν ἔχει.

      ΣΗΜΕΙΩΣΗ :  Η επιθετική μετοχή που έχει μπροστά της άρθρο (= έναρθρη) μπορεί να χρησιμοποιείται και ως ουσιαστικό. Π. χ. ὁ λέγων (= ο ρήτορας), φεύγων (= ο εξόριστος), κολακεύων (= ο κόλακας) [Πβ. σημερ. Ο Αιτών, ο Διδάσκων].

 

2) ως κατηγορούμενο ή κατηγορηματικός προσδιορισμός [= κατηγορηματική μετοχή]

   π.χ.- Ἦν Περικλέους γνώμη νενικηκυῖα (= είχε επικρατήσει η γνώμη του Περικλή) [= κατηγορούμενο του υποκειμένου].

      - Εἶδον αὐτούς πελάζοντας (= είδαν αυτούς να πλησιάζουν) [= κατηγορηματικός προσδιορισμός που αναφέρεται στο αντικείμενο αὐτούς].

      - Ἀκούουσι τῶν στρατιωτῶν βοώντων " Θάλαττα, θάλαττα "

         (=ακούνε τους στρατιώτες να φωνάζουν "θάλασσα, θάλασσα") [ = κατηγορηματικός προσδιορισμός που αναφέρεται στο αντικείμενο στρατιωτῶν].

     - Ἀντίπατρος ὁρᾷ τόν ἀδελφόν μαχόμενον.

    ΣΗΜΕΙΩΣΗ :  Κατηγορηματική μετοχή δέχονται τα ρήματα: εἰμί, τυγχάνω, φαίνομαι, ἄρχω, παύω, ἀδικῶ, νικῶ, ὁρῶ, ἀκούω, γιγνώσκω, μανθάνω, δηλῶ, δείκνυμι, ἀγγέλλω, χαίρω, αἰσθάνομαι, αἰσχύνομαι, ὑπάρχω, ἀπαγορεύω, λήγω, κλπ.        Π.χ. - Ἔχαιρεν ἀκούων ταῦτα (= Χαιρόταν που τα άκουγε).

        - Τοῦτο οὐκ αἰσχύνομαι λέγων (= Δεν ντρέπομαι που το λέω αυτό)

       - Ἀγησίλαος οὐκ ἔληγε θύων (= ο Αγησίλαος δεν σταματούσε να θυσιάζει)

       - Οἱ Ἕλληνες ἔμαθον Κῦρον τεθνηκότα (= Οι Έλληνες έμαθαν ότι ο Κύρος είχε σκοτωθεί)

       - Τισσαφέρνης Κῦρον ἐπιστρατεύοντα ἤγγειλε βασιλεῖ

  (= Ο Τισσαφέρνης ειδοποίησε τον βασιλιά ότι ο Κύρος εκστράτευε εναντίον του).

 

3) ως επιρρηματικός προσδιορισμός {της αιτίας, του χρόνου, του τρόπου, του σκοπού, της

    (προ) υπόθεσης, της εναντίωσης, κλπ.}   [= επιρρηματική μετοχή]

     π.χ.- Δειπνήσαντες ἀπελαύνετε (= αφού δειπνήσετε, φύγετε) [= χρόνος / χρονική μετοχή]

                - Οὗτοι λέξαντες ταῦτα ἔφυγον.

                - Δρυός πεσούσης πᾶς ἀνήρ ξυλεύεται (= Όταν πέσει η βαλανιδιά, κάθε άνθρωπος κόβει ξύλα).

           - Πιστεύσαντες ὑμῖν παρέδομεν τήν πόλιν (= επειδή πιστέψαμε σ' εσάς, παραδώσαμε την πόλη)  [= αιτία /αιτιολογική μετοχή]

                - λεῖσθε ἠδικηκότες τόν ἄνδρα τοῦτον (= θα καταστραφείτε, επειδή αδικήσατε αυτόν τον άνθρωπο) 

                - Ἀδικίαν ἐπράξατε λύσαντες τάς σπονδάς  (=επειδή παραβιάσατε …)

            -Ἔπλεον πολεμήσοντες (= έπλεαν, για να πολεμήσουν)     [= σκοπός /τελική μετοχή]

{* Η τελική μετοχή τίθεται πάντοτε σε χρόνο μέλλοντα:  Ἔπεμψε τόν υἱόν δεξόμενον τόν πάππον / Ἦλθον κρυφίως κλέψοντες τόν ἵππον}    

           - Καί ἡπειρῶται ὄντες ἐναυμαχήσαμεν (= αν και είμαστε στεριανοί, ναυμαχήσαμε)  [= εναντίωση /εναντιωματική μετοχή]

                - Πολλοί ὄντες εὐγενεῖς , εἰσί κακοί (= πολλοί, αν και είναι ευγενείς, είναι κακοί)

                - Ὀλίγοι ὄντες ἐνίκησαν

            - Οὐκ ἔστιν ἡμῖν μή νικῶσι σωτηρία (= δεν υπάρχει σ' εμάς σωτηρία, αν δεν νικάμε) [= (προ)υπόθεση/ υποθετική μετοχή].

                - Δίκαια πράξας συμμάχους ἕξεις θεούς

- θεοῦ θέλοντος ταῦτα ποιήσομεν

            - Ἦλθεν ἔχων ναῦς ὀλίγας (= ήρθε έχοντας λίγα πλοία) [= τρόπος  / τροπική μετοχή]    

                - Ἦλθον τρέχοντες / Ἦλθε τρέχων ἐκ Μαραθῶνος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου