ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
| ||
ΠΑΡΑΤΑΚΤΙΚΟΙ
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
|
1. συμπλεκτικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι που συμπλέκουν, δηλ. συνενώνουν (καταφατικά ή αποφατικά), λέξεις ή προτάσεις:
καταφατικοί: τε, καὶ
αποφατικοί: οὔτε, μήτε – οὐδέ, μηδέ
|
2. διαζευκτικοί
ή διαχωριστικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι που συνδέουν διαζευκτικά (δηλ. διαχωριστικά) λέξεις ή προτάσεις:
ἤ, ἤτοι, εἴτε, ἐάντε, ἄντε, ἤντε
| |
3. αντιθετικοί
ή εναντιωματικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι που σημαίνουν ότι εκείνα που συνδέονται με αυτούς είναι αντίθετα μεταξύ τους:
μέν, δέ, μέντοι, ὅμως, ἀλλά, ἀτάρ (= όμως), μήν (= όμως), ἀλλὰ μήν (= αλλὰ όμως), καὶ μήν (= και όμως), οὐ μὴν ἀλλά (= αλλὰ όμως), καίτοι (= κα όμως)
| |
4. αιτιολογικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται ένα νόημα που είναι αιτία ή δικαιολογία άλλου: γάρ
ὡς, ἐπεί (στην αρχή περιόδου ή ημιπεριόδου)
| |
5. συμπερασματικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται ένα νόημα που φανερώνει συμπέρασμα άλλου προηγούμενου:
ἄρα, οὖν, γοῦν, τοίνυν, τοιγάρτοι, τοιγαροῦν – οὔκουν, οὐκοῦν, δή ὥστε (στην αρχή περιόδου ή ημιπεριόδου και δεν ακολουθεί άλλη κύρια πρόταση)
| |
ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΙ
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
|
6. παραχωρητικοί
ή ενδοτικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους συνδέονται δύο νοήματα κάπως ασυμβίβαστα μεταξύ τους και που το ένα δηλώνει παραχώρηση (συγκατάβαση) προς το άλλο:
εἰ καί, ἄν καί - καὶ εἰ, καὶ ἄν, κἄν (= και αν ακόμη) – οὐδ’ εἰ, οὐδ’ ἐάν, μηδ’ ἐάν (= ούτε και αν) – καίπερ(= αν και)
|
7. χρονικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται πρόταση που καθορίζει το χρόνο μιας ενέργειας:
ὡς - ὅτε, ὁπότε - ὁσάκις, ὁποσάκις – ἡνίκα, ὁπηνίκα - ἐπεί, ἐπειδή - ὅταν, ὀπόταν, ἐπάν, ἐπειδάν - ἕως, ἔστε, ἄχρι, μέχρι, πρίν
| |
8. τελικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται πρόταση που φανερώνει το τέλος (δηλ. το σκοπό) μιας ενέργειας: ἵνα, ὅπως, ὡς (=για να)
| |
9. ειδικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται πρόταση που συμπληρώνει την έννοια άλλης πρότασης ως αντικείμενο ή ως υποκείμενο ή επεξηγεί κάποια λέξη άλλης πρότασης: ὅτι, ὡς
| |
10. υποθετικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι που εισάγουν υπόθεση:
εἰ, ἐάν, ἄν, ἤν
| |
11. ενδοιαστικοί
ή διστακτικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται πρόταση που εκφράζει ενδοιασμό (δηλ. φόβο ή δισταγμό για κάτι ανεπιθύμητο):
μή, μὴ οὐ
| |
αιτιολογικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται ένα νόημα που είναι αιτία ή δικαιολογία άλλου:
ὅτι, ὡς, διότι, ἐπεί, ἐπειδή
| |
συμπερασματικοί
|
λέγονται οι σύνδεσμοι με τους οποίους εισάγεται ένα νόημα που φανερώνει συμπέρασμα άλλου προηγούμενου:
ὥστε, ὡς
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου