Οι φάσεις του
αλληγορικού μύθου του σπηλαίου
|
→
|
Οι βαθμίδες γνώσης του
ανθρώπου
|
Α. 514a – 515c:
Η εικόνα των αλυσοδεμένων στο βάθος της σπηλιάς. Οι σκιές.
|
→
|
Δοξασία:
το δεδομένο της αίσθησης και η απατηλότητά του.
|
Β. 515c–e:
Απελευθέρωση του αλυσοδεμένου από τα δεσμά, ανοδική πορεία και θέαση της
εντός σπηλιάς πραγματικότητας στη λάμψη της τεχνητής φωτιάς. Η Άνοδος του
αλυσοδεμένου.
|
→
|
Πίστις:
Το υποκείμενο εμπιστεύεται την αίσθηση.
|
Γ. 515e – 515b:
Έξοδος από τη σπηλιά και θέαση της εκτός σπηλιάς πραγματικότητας στο φως του
Ήλιου.
|
→
|
Διάνοια:
Δυνατότητα λογικών διεργασιών με τη βοήθεια της εποπτείας.
|
Δ. 516b – d:
Θέαση του ίδιου του Φωτός / Ήλιου.
|
→
|
Νόησις:
Η διαλεκτική επιτρέπει την κατανόηση του κόσμου στηριζόμενη στον καθαρό λόγο.
|
Ε. 516d – 517c:
Ο άνθρωπος του φωτός και της σκιάς. Η Κάθοδος του «φωτισμένου» στη σπηλιά.
|
→
|
Γνώση και Πράξη:
Η αναγκαιότητα της σύζευξής τους για την πολιτική κοινωνία.
|
Στην ενότητα 11 (514a – 515a) του σχολικού εγχειριδίου ο Σωκράτης μάς καλεί να φανταστούμε μαζί με τον Γλαύκωνα την εικόνα που ακολουθεί: Στο κάτω κάτω μέρος μιας υπόγειας σπηλιάς, δεσμώτες από την παιδική τους ακόμη ηλικία δεν βλέπουν παρά μόνο σκιές που προβάλλονται στο βάθος πάνω στο τοίχωμα της σπηλιάς, καθώς είναι ακινητοποιημένοι και έχουν στραμμένη την πλάτη τους προς την είσοδο της σπηλιάς, που βρίσκεται επάνω, στην επιφάνεια της γης. Εκεί στο βάθος, πίσω και ψηλότερα από τους ακίνητους δεσμώτες καίει φωτιά. Ανάμεσα στους δεσμώτες και τη φωτιά, σε δρόμο στον οποίο έχει χτιστεί ένα τοιχάκι, άνθρωποι κινούνται μεταφέροντας κάθε είδους πράγματα, άλλοι μιλώντας και άλλοι όχι. Τις σκιές αυτών βλέπουν οι δεσμώτες και σε αυτές αποδίδουν και τις φωνές που ακούν. Αυτή η εικόνα, λοιπόν, ο κόσμος του σπηλαίου είναι η απόδοση της πολιτικής κοινωνίας στην οποία οι άνθρωποι ζουν στην άγνοια, στις προκαταλήψεις, στις ψευδαισθήσεις, στην αδικία και στην αναξιοκρατία. Αντίθετα, ο κόσμος έξω από το σπήλαιο, φωτεινός και αληθινός, είναι η νοητή πραγματικότητα, ο νοητός κόσμος.
Ο «μύθος του σπηλαίου» ανήκει στις αλληγορίες, δηλαδή στους μύθους που παρουσιάζουν με μεταφορικό παραστατικό τρόπο τις αφηρημένες έννοιες που έχουν ήδη αναλυθεί ή η ανάλυσή τους θα ακολουθήσει. Η αλληγορία δηλαδή είναι ένας εκφραστικός τρόπος, με τον οποίο ο συγγραφέας άλλα λέγει και άλλα εννοεί. Πρόκειται, συνεπώς, για συνεχή μεταφορά ή παρομοίωση, που χρησιμοποιεί σύμβολα. Η αλληγορία του σπηλαίου αποδίδει παραστατικά
|
|
Το θέμα του μύθου: η φύση της
παιδείας και της απαιδευσίας.
|
Μετὰ ταῦτα
δὴ, εἶπον, ἀπείκασον τοιούτῳ πάθει τὴν ἡμετέραν φύσιν παιδείας τε πέρι καὶ
ἀπαιδευσίας.
|
|
|
Η αλληγορία του σπηλαίου
Η απεικόνιση του σπηλαίου |
Ἰδὲ γὰρ
ἀνθρώπους οἷον ἐν καταγείῳ οἰκήσει σπηλαιώδει, ἀναπεπταμένην πρὸς τὸ φῶς τὴν
εἴσοδον ἐχούσῃ μακρὰν παρὰ πᾶν τὸ σπήλαιον,
|
|
|
Οι δεσμώτες και οι σκιές
|
ἐν ταύτῃ ἐκ
παίδων ὄντας ἐν δεσμοῖς καὶ τὰ σκέλη καὶ τοὺς αὐχένας, ὥστε μένειν τε αὐτοὺς
εἴς τε τὸ πρόσθεν μόνον ὁρᾶν, κύκλῳ δὲ τὰς κεφαλὰς ὑπὸ τοῦ δεσμοῦ ἀδυνάτους
περιάγειν,
|
|
|
Η τεχνητή φωτιά
|
φῶς δὲ
αὐτοῖς πυρὸς ἄνωθεν καὶ πόρρωθεν καόμενον ὄπισθεν αὐτῶν, μεταξὺ δὲ τοῦ πυρὸς
καὶ τῶν δεσμωτῶν ἐπάνω ὁδόν, παρ’ ἣν ἰδὲ τειχίον παρῳκοδομημένον, ὥσπερ τοῖς
θαυματοποιοῖς πρὸ τῶν ἀνθρώπων πρόκειται τὰ παραφράγματα, ὑπὲρ ὧν τὰ θαύματα
δεικνύασιν.
|
|
|
Ο κόσμος της τεχνητής φωτιάς
|
Ὁρῶ, ἔφη.
Ὅρα τοίνυν παρὰ τοῦτο τὸ τειχίον φέροντας ἀνθρώπους σκεύη τε παντοδαπὰ ὑπερέχοντα τοῦ τειχίου καὶ ἀνδριάντας καὶ ἄλλα ζῷα λίθινά τε καὶ ξύλινα καὶ παντοῖα εἰργασμένα, οἷον εἰκὸς τοὺς μὲν φθεγγομένους, τοὺς δὲ σιγῶντας τῶν παραφερόντων. |
|
|
Παραλληλισμός του κόσμου των
δεσμωτών με τον κόσμο της πολιτικής κοινωνίας
|
Ἄτοπον, ἔφη,
λέγεις εἰκόνα καὶ δεσμώτας ἀτόπους.
Ὁμοίους ἡμῖν, ἦν δ’ ἐγώ. |
Γλαύκων: (Τα) φαντάζομαι, είπε.
Σωκράτης: Φαντάσου, λοιπόν, κατά μήκος αυτού του μικρού τοίχου ανθρώπους να μεταφέρουν κάθε είδους αντικείμενα, που ξεπερνούν το ύψος του μικρού τοίχου, και ανδριάντες και άλλα ομοιώματα, κατασκευασμένα κι από πέτρα κι από ξύλο και από κάθε είδους υλικά˙ όπως είναι φυσικό, (φαντάσου) άλλοι από αυτούς που περνούν φορτωμένοι να μιλούν και άλλοι να σιωπούν.
Γλαύκων: Αλλόκοτη εικόνα περιγράφεις, είπε, και αλλόκοτους δεσμώτες.
Σωκράτης: Όμοιους με μας, είπα εγώ.
ἀπείκασον < ἀπεικάζω, εἰκός (ρίζα Fικ- με πρόθεμα ε- > ἐFικ- > εἰκ- + κατά σε –άζω οδοντικόληκτα με χαρακτήρα δ- και πρόσφυμα j- > εἰκάδ – j- ω > εἰκάζω): απεικόνιση, εικασία, εικαστικός, εικόνα, εικονίδιο, εικονικός, εικόνισμα, εικονιστικός, εικονογράφημα, εικονογραφία, εικονογραφικός, εικονογράφος, εικονοκλασία, εικονοκλάστης, εικονολάτρης, εικονολατρία, εικονολήπτης, εικονοσκόπιο, εικονοστάσι, εικονοτυπία, εικότως, επιεικής.
πάθει < πάσχω: αντιπάθεια, απάθεια, εμπαθής, ηδυπάθεια, πάθημα, πάθηση, παθητικός, παθογένεια, πάθος, πένθος, συμπάθεια.
ἰδὲ < ἐ - Fιδ - ον. (Το ρήμα ὁρῶ έχει και τα εξής θέματα: Fορά-> ὁρά-π.χ: Fορά-ω και με δάσυνση του –F- > ὁράω Fε-Fόρα-κα με δάσυνση του α΄ F και αποβολή του β΄ > ἑ-όρα-κα και με έκταση > ἑώρακα. ὀπ- π.χ: ὄπ – σομαι > ὄψομαι): ανύποπτος, αόρατος, είδος, ειδύλλιο, είδωλο, επόπτης, ιδέα, ιδεοληψία, κάτοπτρο, κάτοψη, μάτι, οπή, οπτικός, όραμα, οραματιστής, όραση, ορατός, οφθαλμός, παντεπόπτης, πρόσοψη, ύποπτος.
καταγείῳ < κατὰ + γῆ: απόγειο, απογείωση, γαιάνθρακας, γαιοκτήμονας, γεωγραφία, γεωμετρία, γεώτρηση, γεωτρύπανο, γηγενής, γήινος, γήλοφος, γήπεδο, ισόγειος, προσγείωση, υπέργειος, υπόγειος.
οἰκήσει < οἰκέω - ῶ < οἶκος: ιδιοκατοίκηση, κατοικία, οικείος, οίκημα, οικία, οικισμός, οικογένεια, οικονομία, οίκος, οικόσιτος, οικότροφος, οικουμένη, πολυκατοικία, συγκατοίκηση.
ἀναπεπταμένην< ἀνὰ + πετάννυμι < πετασ + πρόσφυμα –νυ-+ κατάληξη –μι. Με αφομοίωση του -σ- σε -ν- >πετάννυμι: καταπέτασμα, παραπέτασμα, πέταγμα, πέταλο, πεταλούδα, πέτασος, πεταχτός, πετεινός, πτερό, πτέρυγα, πτήση, πτητικός, υψιπέτης.
ἐχούσῃ < ἔχω (θ. σεχ- και με συγκοπή σχ-. Από ίδιο θέμα με τη προσθήκη του προσφύματος -ε-, εκτεινόμενου σε -η- μετά από κατάληξη που αρχίζει με σύμφωνο, σχηματίζεται ο θεματικός τύπος: σχή-. π.χ: ἔ-σχη-κα. Ο μἐλλοντας δασύνεται, γιατί το αρχικό -σ- του θέματος τρέπεται σε δασεία, ήτοι: σεχ-σω > ἑχ-σω> ἕξω): ανακωχή, ανοχή, αντοχή, άσχετος, ενοχή, έξη, εξής, ευεξία, καθεξής, κατοχικός, καχεκτικός, κληρούχος, μέτοχος, πάροχος, πολιούχος, ραβδούχος, σχεδόν, σχέση, σχετικός, σχήμα, σχολείο.
ὄντας < εἰμὶ (ρίζα εσ- + κατάληξη –μι με αφομοίωση του -σ- σε -μ- > ἐμ-μί, με απλοποίηση των δύο μ και αντέκταση > εἰμί): απουσία, εξουσία, εσθλός, ετυμολογία, έτυμον, όντως, ουσία, ουσιαστικός, ουσιώδης, παρόν, παρουσία, παρουσιαστικό.
μένειν < μένω (θ. μεν- και με μετάπτωση μον-. Ο μέλλοντας σχηματίζεται με: το πρόσφυμα -ε- > μενε-+ κατάληξη –σω > μενέ-ω > μενῶ. Ο αόριστος ἔμεινα σχηματίζεται με τη συλλαβική αύξηση ἐ- και: το θέμα μεν- + -σα· το -σ- αφομοιώνεται σε -ν-> ἔ-μεν-να· τα δύο -ν- απλοποιούνται σε ένα και αντεκτείνεται το -ε- σε -ει-.): ανυπόμονος, διαμονή, διαμονητήριο, έμμονος, επίμονος, μονή, μόνιμος, μόνος, υπομονή.
περιάγειν < περὶ + ἄγω: αγωγή, αγωγός, αγώνας, άγημα, άξονας, απαγωγή, συναγωγή, διαγωγή, εισαγωγέας, αρχηγός, στρατηγός, λοχαγός, ξεναγός, αγέλη, αγώγι, αγωγιάτης, αγώγιμος, ακτίνα, άμαξα, ανάγωγος, άξιος, εισακτέος, επαγωγός, επείσακτος, ευαγής, καταγώγιο, παιδαγωγός, παρείσακτος, παρθεναγωγείο, πλοηγός, συναξάρι, σύναξη, υδραγωγείο.
καόμενον < κάω (ρίζα: καF-ω, με αποβολή του -F-· επίσης με επένθεση του -j- και αποβολή του F-.>: καF-j-ω > καίω): διακαής, έγκαυμα, καύμα, καύση, καυστήρας, καυστικός, καύσωνας, καυτός, καύτρα, καψάλισμα, παλουκοκαύτης, πυρίκαυστος.
παρῳκοδομημένον < παρὰ + οἰκοδόμος < οἶκος + δέμω: ανοικοδόμηση, ανοικοδόμητος, δομή, δόμηση, δομικός, οικοδόμημα, οικοδόμηση, οικοδομικός, οικοδόμος, πολεοδομία, πολεοδομικός, πολεοδόμος.
πρόκειται < πρόκειμαι (θ. κεῖ- και με μετάπτωση κοι-): αντικειμενικός, διακειμενικός, κατάκοιτος, κείμενο, κειμήλιο, κοίτη, κοιτίδα, κοιτώνας, προκείμενο, υποκειμενικός.
δεικνύασιν < δείκνυμι: αναπόδεικτος, αποδεικτικός, απόδειξη, δείγμα, δειγματοληψία, δειγματολόγιο, δείκτης, δεικτικός, ενδεικτικός, ένδειξη, επιδεικτικός, επίδειξη, παράδειγμα, παραδειγματικός, παραδειγματισμός, υπόδειγμα, υποδειγματικός, υπόδειξη.
ἔφη < φημὶ (θ. φη-, και φᾱ-· με ετεροίωση φω-): άφατος, προφήτης, φήμη, φωνή.
φέροντας < φέρω (θ. φέρ- και με μετάπτωση φορ-, φαρ-, φωρ-· με συγκοπή φρ-· οἴ- (δάνειο), ἐνεκ-· με ετεροίωση ἐνοκ- και συνεσταλμένα ἐνκ-/ἐγκ-): αμφορέας, ασθενοφόρο, αυτόφωρος, διάφορος, διένεξη, διηνεκής, κατάφωρος, μαρσιποφόρο, μεταφορέας, μεταφορικός, οισοφάγος, παράφορος, πολύφερνος, φαρέτρα, φερέγγυος, φέρετρο, φερτός, φορά, φορέας, φορείο, φόρεμα, φόρος, φόρτος, φωριαμός.
εἰργασμένα < ἐργάζομαι (θ. Fεργ + πρόσφυμα –j + κατάληξη -ομαι): άεργος, ακατέργαστος, άνεργος, εργαλείο, εργασία, εργάσιμος, εργαστήριο, εργάτης, εργατικός, έργο.
φθεγγομένους < φθέγγομαι (< θ. φθέγ- + πρόσφυμα -j- που αφομοιώθηκε σε -γ + κατάληξη -ομαι· από το θέμα φθέγ- προέρχεται το μετά από ετεροίωση θέμα φθογ-): απόφθεγμα, άφθογγος, δίφθογγος, φθογγικός, φθογγόγραμμα, φθογγολογία, φθογγολογικός, φθόγγος, φθογγόσημα.
σιγῶντας < σιγὴ < σFιγὰ (ηχοποίητη λέξη): σιγά, σιγαλιά, σιγανοπαπαδιά, σιγανός, σιγαστήρας, σιγή.
ὁμοίους < ὅμοιος και ὁμοῖος-α-ον < ὁμός: ανόμοιος, εξομοίωση, ομοβροντία, ομογένεια, ομογενής, ομόγλωσσος, ομογραφία, ομοδικία, ομόδοξος, ομοεθνής, ομοειδής, ομόζυγος, ομόηχος, ομόθρησκος, ομοθυμαδόν, ομοιογένεια, ομοιογενής, ομοιοκατάληκτος, ομοιομερής, ομοιόμορφος, ομοιοπαθής, ομοιοπαθητικός, ομοιόσταση, ομοιόσχημος, ομοιοτέλευτος, ομοιότητα, ομοιότροπος, ομοιότυπος, ομοιοχρωμία, ομοίωμα, ομοκεντρικός, ομόκεντρος, ομολογητής, ομόλογος, ομομήτριος, ομόνοια, ομοούσιος, ομοπάτριος, όμορος, ομόρριζος, ομόρρυθμος, ομότιμος, παρόμοιος, παρομοίως.
Θεματική οργάνωση της ενότητας
Α) «Μετὰ ταῦτα δὴ, … καὶ ἀπαιδευσίας.» Το θέμα του μύθου: Ο άνθρωπος της παιδείας και της απαιδευσίας
Β) «Ἰδὲ γὰρ ἀνθρώπους… τοὺς δὲ σιγῶντας τῶν παραφερόντων.» Η εικόνα των δεσμωτών στο βάθος της σπηλιάς Γ) «Ἄτοπον, ἔφη… ἦν δ’ ἐγώ.» Τα πρώτα σχόλια στον μύθο
Α) «Μετὰ ταῦτα δὴ, … καὶ ἀπαιδευσίας.» ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ: Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΑΙΔΕΥΣΙΑΣ
Η φράση αυτή υποδηλώνει ότι ο Σωκράτης αναδιηγείται σε κάποιον φίλο του τι είπε στον Γλαύκωνα και στους άλλους συνομιλητές του την προηγούμενη μέρα στο σπίτι του Κέφαλου και συγχρόνως ότι συνεχίζεται η συζήτηση που είχε ξεκινήσει σχετικά με τη λειτουργία της δικαιοσύνης στο πλαίσιο της ιδεώδους πολιτείας. Ήδη έχει γίνει λόγος για τους φύλακες, τους άρχοντες, τις γυναίκες, τα παιδιά. Στο 473 d της Πολιτείας η συζήτηση στράφηκε στους φιλοσόφους, που αποτελούν τα μοναδικά πρόσωπα που μπορούν να σώσουν την πολιτεία, αν γίνουν άρχοντες ή αν οι άρχοντες γίνουν φιλόσοφοι. Εδώ, στον μύθο του σπηλαίου, διευκρινίζεται η «έσχατη και ανώτερη γνώση» που κρίνεται αναγκαία για τον φιλόσοφο –άρχοντα της ιδανικής πολιτείας.
Με το ρήμα «ἀπείκασον» ο Σωκράτης μάς εισάγει στην παρομοίωση ή μεταφορά του σπηλαίου: παρομοιάζει τον κόσμο με σπηλιά και τους ανθρώπους με δεσμώτες. Όταν, όμως, η παρομοίωση ή η μεταφορά δεν περιορίζεται σε μια έννοια ή φράση, αλλά εκτείνεται σε μεγαλύτερο τμήμα του κειμένου ή σε μια ενότητα ή και σε ολόκληρο το έργο, όπως συμβαίνει στη δική μας περίπτωση, τότε ονομάζεται αλληγορία. Η αλληγορία, επομένως, είναι ένας εκφραστικός τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας άλλα λέει και άλλα εννοεί. Πρόκειται, συνεπώς, για συνεχή μεταφορά ή παρομοίωση. Ο Πλάτωνας τη χρησιμοποιεί για να κάνει πιο κατανοητές δύσκολες φιλοσοφικές έννοιες και για να κερδίσει την προσοχή και το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Επίσης, ο εκφραστικός αυτός τρόπος τού είναι χρήσιμος, όταν θέλει να θεμελιώσει απόψεις που δεν μπορούν να στηριχτούν με τη διαλεκτική ή για να ενισχύσει τη διαλεκτική. Η αξία της είναι διδακτική και όχι αποδεικτική. Επίσης, η αλληγορία είναι ένας αναλογικός συλλογισμός τον οποίο ο φιλόσοφος χρησιμοποιεί για να δείξει πώς βλέπει τον κόσμο και όχι για να αιτιολογήσει την κατάσταση του κόσμου.
Παρουσιάζοντας ο Σωκράτης το θέμα του μύθου συνδέει οργανικά τη δίκαιη πόλη με την παιδεία. Η αφετηρία του προβληματισμού για τη σχέση αυτή βρίσκεται στη φράση «ἐὰν μὴ ... ἤ οἱ φιλόσοφοι βασιλεύωσιν ἐν ταῖς πόλεσιν ἤ οἱ βασιλῆς τε νῦν λεγόμενοι καὶ δυνάσται φιλοσοφήσωσι γνησίως τε καὶ ἱκανῶς καὶ τοῦτο εἰς ταὐτὸν συμπέσῃ, δύναμίς τε πολιτικὴ καὶ φιλοσοφία…» (Πολιτεία, 473d). Σύμφωνα με αυτή τη φράση η μεταβολή προς το αγαθό στην πόλη είναι επιτεύξιμη, μόνο αν οι φιλόσοφοι γίνουν άρχοντες ή οι άρχοντες φιλόσοφοι. Στον μύθο παρακολουθούμε την πορεία διαμόρφωσης του φιλοσόφου – άρχοντα και διευκρινίζεται η ουσία του «φωτός» που προϋποτίθεται για να χρησθεί κάποιος φιλόσοφος - άρχοντας.
Για την καλύτερη κατανόηση κρίνουμε ορθό να αναφέρουμε σύντομα τις έννοιες της Ιδέας/του Είδους και του ειδώλου/αντιγράφου στον Πλάτωνα, όπως επίσης και τους βαθμούς πραγματικότητας και την αντιστοιχία τους με τη γραμμή της γνώσης, που βρίσκουμε στην πλατωνική Πολιτεία, και των οποίων αλληγορική απόδοση αποτελεί ο «μύθος του σπηλαίου».
Οι Ιδέες, κατά τον Πλάτωνα, είναι νοητές, αιώνιες, άυλες, άφθαρτες, αμετάβλητες, αυθύπαρκτες, υπερβατικές οντότητες που αφορούν το «ὄν ὄντως», το «εἶναι του κόσμου», και αποτελούν, ούτως ειπείν, τα πρότυπα των αισθητών αντικειμένων (είδωλα, έκτυπα) που είναι χρονικά πεπερασμένα, φθαρτά, μεταβλητά κ.τ.λ. και αφορούν το γίγνεσθαι του κόσμου. Ανώτερη Ιδέα από όλες είναι η Ιδέα του αγαθού, η οποία θεωρείται η πραγματική αιτία της ύπαρξης και δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο που βρίσκεται στον δρόμο της γνώσης να συλλάβει τα νοητά όντα. Η Ιδέα του αγαθού συγκρίνεται από τον ίδιο τον Πλάτωνα με τον ήλιο που από τη μια επιτρέπει τη γέννηση των πραγμάτων στον αισθητό κόσμο και από την άλλη μας επιτρέπει να τα βλέπουμε χάρη στο φως του.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τον πλατωνικό δυϊσμό υπάρχουν ο νοητός κόσμος, ανώτερος και «πρότυπος», και ο αισθητός κόσμος, κατώτερος και αντίγραφο του πρώτου. Κάθε κόσμος από τους δύο διαιρείται εκ νέου σε δύο μέρη, ανώτερο και κατώτερο. Έτσι, ο αισθητός κόσμος περιλαμβάνει το κατώτερο ποιοτικά είδος αισθητών πραγμάτων που αντιστοιχεί στις σκιές, και το ανώτερο ορατό που αντιστοιχεί στα «μᾶλλον ὄντα», δηλαδή στα φυσικά αντικείμενα, στα αισθητά όντα, «στα γύρω μας ζώα και όσα παράγει η φύση και κατασκευάζει ο άνθρωπος (εδώ θα τοποθετούσαμε τους ανθρώπους τους φέροντας ανδριάντας κ.τ.λ. υπό το φως της τεχνητής φωτιάς). Ο νοητός κόσμος, με τη σειρά του, διαιρείται σε δύο μέρη, στο κατώτερο νοητό, στο οποίο αντιστοιχούν οι νοητικές μορφές που μετέχουν περισσότερο στις Ιδέες και λιγότερο στα αισθητά όντα (π.χ. τα ιδανικά σχήματα και σώματα της γεωμετρίας), και στο ανώτερο νοητό που αναφέρεται στις Ιδέες και στην ανώτερη όλων, στην Ιδέα του αγαθού.
Ενώ, όμως, ο νοητός κόσμος, ο κόσμος των Ιδεών είναι η αντικειμενική πραγματικότητα, οι άνθρωποι θεωρούν ως πραγματικές υπάρξεις τα υλικά πράγματα, που αντιλαμβάνονται με τις αισθήσεις τους. Αυτό ακριβώς παρουσιάζεται και μέσα στην αλληγορία του σπηλαίου: οι δεσμώτες, που δεν έχουν αντικρύσει ποτέ τον πραγματικό κόσμο, θεωρούν πραγματικότητα τις σκιές των αντικειμένων και των ανθρώπων που προβάλλονται στον τοίχο μπροστά τους λόγω της φωτιάς που καίει πίσω από αυτούς. Μην έχοντας επίγνωση της άγνοιάς τους εγκλωβίζονται στις ψευδαισθήσεις, τις προκαταλήψεις, τα πάθη τους και απομακρύνονται όλο και περισσότερο από την αλήθεια.
Η διάκριση των δύο αυτών κόσμων από τον Πλάτωνα (ο δυϊσμός) έχει τις ρίζες του στους ορφικούς, στις μυστηριακές θρησκείες της Ανατολής και στη διδασκαλία του Πυθαγόρα.
Σε αυτό το οντολογικό σχήμα συνάπτεται η πλατωνική γραμμή της γνώσης, η οποία επίσης διαιρείται σε δύο μέρη με χαρακτηριστικό κριτήριο την πηγή της γνώσης:
1) Το κατώτερο μέρος της πλατωνικής γραμμής της γνώσης αφορά τη «Δόξα» και αντιστοιχεί στον αισθητό κόσμο με κυρίαρχη πηγή γνώσης την αίσθηση. Διαιρείται η «Δόξα» σε δύο αναβαθμούς γνώσης, κατώτερο και ανώτερο, την εικασία που στοιχείται με τις σκιές και ισοδυναμεί με την εμπιστοσύνη του ανθρώπου στο δεδομένο της αίσθησης, και την πίστιν που στοιχείται με τα «μᾶλλον ὄντα» και ισοδυναμεί με την εμπιστοσύνη του ανθρώπου στην ίδια την αίσθηση και όχι πια στο δεδομένο της αίσθησης.
2) Το ανώτερο μέρος της πλατωνικής γραμμής της γνώσης αφορά τη «Νόησιν» και αντιστοιχεί στον νοητό κόσμο με κυρίαρχη πηγή γνώσης τη νόηση / το λογικό. Η «Νόησις διαιρείται και αυτή σε δύο αναβαθμούς γνώσης, κατώτερο και ανώτερο, τη διάνοια που στοιχείται με τις νοητές μορφές και ισοδυναμεί με τις ενέργειες του λογικού, οι οποίες στηρίζονται σε ορατές μορφές (π.χ. η γεωμετρία), και τη νόηση ή επιστήμη που στοιχείται με τις Ιδέες και την Ιδέα του αγαθού και ισοδυναμεί με τη σύλληψη του απόλυτου όντος με τη διαλεκτική / νόηση. Η παραπάνω σύντομη παρουσίαση μπορεί να αισθητοποιηθεί ως εξής:
«κοὔτε πλινθυφεῖς τε
δόμους προσείλους ἦσαν, οὐ ξυλουργίαν,
κατώρυχες δ' ἔναιον ὥστ' ἀήσυροι
μύρμηκες ἄντρων ἐν μυχοῖς ἀνηλίοις»
Έχει διατυπωθεί επίσης η άποψη ότι στη φαντασία του φιλοσόφου είχε αγκιστρωθεί η εντύπωση που του προξένησε η σπηλιά στη Βάρη της Αττικής. Πάντως φαίνεται ότι η παρομοίωση στο σύνολό της και στις λεπτομέρειες είναι επίνοια του Πλάτωνα.
Εικαστική απόδοση του κόσμου μέσα στη σπηλιά:
Στην παραστατική εικόνα των αλυσοδεμένων μέσα στην υπόγεια σπηλιά, παρουσιάζεται ο άνθρωπος της δόξας, της πλάνης, του περιορισμένου οπτικού πεδίου, της εξαναγκασμένης όρασης. Ο άνθρωπος, που εκλαμβάνει ως κάτι πραγματικό τη θέα της σκιάς των πραγμάτων, αγνοεί την αλήθεια και είναι ανίκανος για ουσιαστική βοήθεια προς το σύνολο. Η εικόνα των αλυσοδεμένων αισθητοποιεί τον άνθρωπο της εικασίας, της δόξας, τον δέσμιο της πλάνης. Αυτός ο άνθρωπος μόνο κακό μπορεί να προκαλέσει, αφού αδυνατεί να υπηρετήσει τόσο το ιδιωτικό όσο και το δημόσιο καλό. Συγκεκριμένα, στην 11η ενότητα εντοπίζονται οι εξής συμβολισμοί:
Επιπλέον, αναφορικά με την πορεία του ανθρώπου από τον αισθητό στον νοητό κόσμο, γίνεται αντιληπτό ότι βρισκόμαστε στο στάδιο της «πίστεως», στο στάδιο δηλαδή κατά το οποίο οι απελευθερωμένοι δεσμώτες βλέπουν κάτι διαφορετικό από τις σκιές που μέχρι τώρα αντίκριζαν. Είναι η πρώτη συνειδητοποίηση ότι αυτά που έβλεπαν μέχρι τώρα δεν ήταν τα αληθινά όντα. Βέβαια, δεν έχουν φτάσει ακόμη στην απόλυτη θέαση του Αγαθού. Αυτό θα γίνει, όταν καταφέρουν να βγουν έξω από τη σπηλιά, στο φως του ήλιου και της γνώσης (αληθινό φως).
Επομένως, για να συνοψίσουμε, καταλήγουμε ότι αυτοί που μεταφέρουν τα αντικείμενα, τα ίδια τα αντικείμενα, οι ήχοι και η φωτιά αφενός βρίσκονται μέσα στο σπήλαιο, αφετέρου συμβολίζουν τα «μᾶλλον ὄντα», που για να τα γνωρίσουν οι δεσμώτες έπρεπε να απελευθερωθούν και να αρχίσουν την «ανάβαση» εντός σπηλιάς, αφήνοντας πίσω τους τις εικασίες, και τον σκιώδη κόσμο (σκιές) που αυτοί έβλεπαν (και άκουγαν). Βρισκόμαστε δηλαδή από γνωσιολογική άποψη στο επίπεδο της πίστης, που σημαίνει ότι ο άνθρωπος εμπιστεύεται την ίδια την αίσθηση (φωτιά) και όχι το δεδομένο της (σκιά). Έτσι, η πίστις είναι γνώση ανώτερη από την εικασία, αλλά και οι δύο, εικασία και πίστις, αντιστοιχούν στον αισθητό κόσμο και στη δόξα, δηλαδή στην αισθητηριακή γνώση, η οποία είναι μεταβαλλόμενη και ασταθής και άρα όχι αληθινή.
Συνοπτικά, για να κατακτήσει κανείς τη γνώση χρειάζεται σταδιακά να αποδεσμεύεται από την κυριαρχία της αίσθησης και να κατακτήσει τη νόηση, να πορευτεί δηλαδή από τον αισθητό κόσμο στον νοητό. Ειδικότερα, η πορεία της γνώσης έχει ως εξής:
Αισθητός κόσμος:
α. ο κόσμος της δόξας (= γνώμης) ή της εικασίας: οι δεσμώτες βλέπουν τις σκιές των πραγμάτων, εμπιστεύονται ό,τι αισθάνονται.
β. η πίστη: ο απελευθερωμένος δεσμώτης αντικρίζει για πρώτη φορά τα αισθητά πράγματα (αυτά που μεταφέρουν οι άνθρωποι κατά μήκος του τοίχου) και τη φωτιά χάρη στην οποία «βλέπει» τον κόσμο της σπηλιάς. Συνειδητοποιεί πως διαθέτει αισθήσεις, στις οποίες οφείλεται η αντίληψή του για τον κόσμο.
Νοητός κόσμος:
α. διάνοια: ο απελευθερωμένος δεσμώτης αντικρίζει την εξωτερική πραγματικότητα, τον νοητό κόσμο, τις Ιδέες, τα «ὄντα ὄντως».
β. νόηση: ο απελευθερωμένος δεσμώτης ατενίζει τον ίδιο τον ήλιο, την πηγή του φωτός, δηλαδή φτάνει στη θέαση της Ιδέας του Αγαθού («… ο Πλάτωνας την ιδέα του αγαθού σαν πηγή της πνευματικής ύπαρξης, που δίνει στα νοητά αντικείμενα την αλήθεια και στον άνθρωπο που βρίσκεται στο δρόμο της γνώσης τη δυνατότητα να τα συλλάβει, τη συγκρίνει με τον ήλιο, που επιτρέπει στα πράγματα να γεννιούνται μέσα στον ορατό κόσμο, μας δημιουργεί όμως χάρη στο φως την προϋπόθεση με την οποία τα βλέπουμε.» A. Lesky, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, Θεσσαλονίκη, 1964 σελ. 736-737).
Ο Πλάτωνας φαίνεται ότι έχει υπόψη του παραστάσεις θεάτρου σκιών ή νευροσπαστών (νευροσπάστης, - ου: αυτός που κινεί με χορδές ή λεπτούς σπάγγους ομοιώματα κούκλες. Τα ομοιώματα αυτά λέγονταν νευρόσπαστα ή πλαγγόνες).
Ο Πλάτωνας παρομοιάζει τον μικρό τοίχο που είναι παράλληλα χτισμένος με τον δρόμο με το διαχωριστικό διάφραγμα των «θαυματοποιών», εκείνων, δηλαδή, που δίνουν παραστάσεις παρουσιάζοντας διάφορες ταχυδακτυλουργίες. Ο τρόπος, όμως, με τον οποίο λειτουργεί αυτός ο τοίχος και οι μορφές, οι σκιές των οποίων προβάλλονται μέσα στη σπηλιά, παραπέμπει σε κάτι ανάλογο του θεάτρου σκιών. Κάτι αντίστοιχο, ένα κουκλοθέατρο με μαριονέτες, παρουσιάζεται και από τον Αριστοτέλη. Προφανώς, λοιπόν, το κοινό της εποχής ήταν συνηθισμένο σε τέτοιου είδους παραστάσεις.
α) αξιολογικό σχόλιο του Γλαύκωνα: «Ἄτοπον εἰκόνα … καὶ δεσμώτας ἀτόπους» με το οποίο εκφράζει την έκπληξή του και συγκρατημένη επιφύλαξη για όσα διατυπώνει ο Σωκράτης (με την επανάληψη της λέξης «άτοπον»).
β) επεξηγηματικό σχόλιο του Σωκράτη με το οποίο αποκαλύπτει τον συμβολισμό των δεσμωτών, διευκολύνει τους συνομιλητές του να τον καταλάβουν, ανανεώνει το ενδιαφέρον τους για τη συνέχεια και αποφεύγει τη μονοτονία.
Ο Σωκράτης με το σχόλιο «Ὁμοίους ἡμῖν» παραλληλίζει τους δεσμώτες με τη σύγχρονη πολιτική κοινωνία και τον κόσμο του σπηλαίου με τον αισθητό κόσμο. Στην πολιτική κοινωνία η αδικία και η αναξιοκρατία κυριαρχούν, οι δημαγωγοί ασκούν την εξουσία και όχι οι φιλόσοφοι. Οι άνθρωποι ζουν μέσα στο σκοτάδι της αμάθειας, δέσμιοι των παθών τους, των προκαταλήψεων και των ψευδαισθήσεών τους μακριά από την αλήθεια. Έτσι, έμμεσα εισάγεται το θέμα που θα αναπτυχθεί στην επόμενη ενότητα: το χρέος του απελευθερωμένου δεσμώτη, δηλαδή του φιλοσόφου, που κατάφερε να θεαθεί την Ιδέα του αγαθού, να ξανακατέβει στο σπήλαιο και να οδηγήσει προς την έξοδο και τους υπόλοιπους δεσμώτες.
«ὄντας ἐν δεσμοῖς καὶ τὰ σκέλη καὶ τοὺς αὐχένας»
«ὥστε μένειν τε αὐτοὺς εἴς τε τὸ πρόσθεν μόνον ὁρᾶν»
«σκεύη τε παντοδαπὰ … καὶ ἀνδριάντας καὶ ἄλλα ζῷα λίθινά τε καὶ ξύλινα καὶ παντοῖα εἰργασμένα»
Εκφραστικά μέσα
α. οπτικές εικόνες: η περιγραφή της σπηλιάς («καταγείῳ οἰκήσει σπηλαιώδει»), οι ακινητοποιημένοι δεσμώτες («ἐν δεσμοῖς … ἀδυνάτους περιάγειν»), η παρουσίαση της φωτιάς που καίει στο πίσω μέρος («φῶς δὲ … αὐτῶν») και του τοίχου («μεταξὺ δὲ … δεικνύασιν»).
β. κινητική εικόνα: η παρουσίαση των ανθρώπων οι οποίοι κινούνται στον δρόμο («ὅρα τοίνυν … εἰργασμένα»).
γ. ακουστική εικόνα: οι ομιλίες των ανθρώπων που ακούγονται κατά το πέρασμά τους («οἷον … παραφερόντων»).
Γεια σε όλους,
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο όνομά μου είναι ο κύριος, Rugare Sim. Ζω στην Ολλανδία και είμαι ευτυχισμένος άντρας σήμερα; και είπα στον εαυτό μου ότι όποιος δανειστής θα σώσει εμένα και την οικογένειά μου από την κακή μας κατάσταση, θα παραπέμψω όποιον ψάχνει για δάνειο σε αυτόν, έδωσε ευτυχία σε εμένα και την οικογένειά μου, χρειαζόμουν ένα δάνειο € 300.000,00 για να ξεκινήσω τη ζωή μου από την αρχή καθώς είμαι άγαμος πατέρας με 2 παιδιά. Γνώρισα αυτόν τον έντιμο και φοβισμένο τον Αλλάχ δανειστή που με βοηθά με ένα δάνειο 300.000,00 €, είναι άνθρωπος που φοβάται τον Αλλάχ, εάν χρειάζεστε δάνειο και θα επιστρέψετε το δάνειο, επικοινωνήστε μαζί του και πείτε του ότι (ο κύριος Rugare Sim) σας παραπέμψει σε αυτόν. Επικοινωνήστε με τον κ. Mohamed Careen μέσω email: (arabloanfirmserves@gmail.com)
ΦΟΡΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΑΙΤΗΣΗΣ ΔΑΝΕΙΟΥ
Ονομα......
Μεσαίο όνομα.....
2) Φύλο:.........
3) Απαιτούμενο ποσό δανείου:.........
4) Διάρκεια Δανείου:.........
5) Χώρα: .........
6) Διεύθυνση κατοικίας:.........
7) Αριθμός κινητού:.........
8) Διεύθυνση email..........
9) Μηνιαίο εισόδημα:.....................
10) Επάγγελμα:................................
11) Ποιος ιστότοπος κάνατε εδώ για εμάς.....................
Σε ευχαριστώ και θερμούς χαιρετισμούς.
Στείλτε email arabloanfirmserves@gmail.com