Στον πλατωνικό διάλογο Πρωταγόρας και συγκεκριμένα στις ενότητες που θα μελετήσουμε, ο Σωκράτης και ο Πρωταγόρας, ως οι κύριοι συνομιλητές, εκθέτουν τις απόψεις τους σχετικά με το αν η αρετή διδάσκεται. Ειδικότερα, παρακολουθούμε τον Πρωταγόρα να υποστηρίζει ότι διδάσκει την ευβουλία, και τον Σωκράτη να προσποιείται το αντίθετο και να ελέγχει με παράθεση δύο επιχειρημάτων την ορθότητα αυτής της θέσης του Πρωταγόρα. Πρόκειται δηλαδή για μια «αντιλογία» (λόγος και αντίλογος) σχετικά με το διδακτό της πολιτικής αρετής ανάμεσα στους δύο φιλοσόφους.
Θέματα κατά (διδακτική) ενότητα στον Πρωταγόρα του Πλάτωνα (1η - 7η ενότητα)
1η ενότητα
Ο Πρωταγόρας διδάσκει την ευβουλία
Αρχή μύθου
3η ενότητα
Συνέχεια μύθου
Συνέχεια και τέλος του μύθου
Αποδείξεις για την καθολικότητα και το διδακτό της πολιτικής αρετής
6η ενότητα
Η παιδευτική σημασία της ποινής ως απόδειξη του διδακτού της αρετής
7η ενότητα
Γιατί οι άριστοι πολιτικοί [δεν] διδάσκουν την πολιτική στα παιδιά τους.
Παράλληλα με την παρακολούθηση του φιλοσοφικού διαλόγου σε επίπεδο ιδεών, μπορούμε να δούμε και τις επιλογές των δύο φιλοσόφων στις μεθόδους που υιοθετούν, για να εκθέσουν τις απόψεις τους, προκειμένου να στηρίξουν τους στόχους τους.
Διαγραμματική απόδοση των επιλογών μεθόδου και των στόχων στο εξεταζόμενο κείμενο:
Στην ενότητα αυτή θα παρακολουθήσουμε τους δύο συνομιλητές, τον Πρωταγόρα και τον Σωκράτη, να διατυπώνουν την αρχική τους θέση για το θέμα του διαλόγου, αν η αρετή διδάσκεται ή όχι, και την επιχειρηματολογία του Σωκράτη. Στο τέλος της ενότητας, ο Πρωταγόρας ανακοινώνει τις μεθόδους που θα ακολουθήσει για την υποστήριξη της θέσης του και την ανασκευή των σωκρατικών επιχειρημάτων.
|
|
Το
αντικείμενο διδασκαλίας του Πρωταγόρα
|
"Το
μάθημα [το οποίο διδάσκω] είναι η εὐβουλία, η σωστή σκέψη και λήψη
αποφάσεων
τόσο για τα θέματα που αφορούν τα οἰκεῖα,
την ιδιωτική ζωή, πώς δηλαδή να διευθετεί
κανείς με τον καλύτερο τρόπο τα ζητήματα του
οἴκου του, όσο και για τα θέματα που
αφορούν
την πόλη, ώστε να είναι κανείς όσο γίνεται πιο ικανός να πράξει και να
μιλήσει
για τα πολιτικά θέματα"
"Άραγε", είπα εγώ [δηλ. ο Σωκράτης, που αφηγείται τη συζήτησή του με τον Πρωταγόρα
σε
τρίτο φίλο του], "παρακολουθώ σωστά τα λεγόμενά σου; Γιατί απ' ό,τι
καταλαβαίνω,
μιλάς
για την πολιτική τέχνη και εννοείς πως αναλαμβάνεις να κάνεις τους άνδρες
ἀγαθούς
πολίτες"
"Αυτό ακριβώς, Σωκράτη", είπε, "είναι το μάθημα που ισχυρίζομαι πως διδάσκω" Δες ερμηνευτικό σχόλιο: Α. Το αντικείμενο της διδασκαλίας του Πρωταγόρα:
"Το
μάθημα ... ισχυρίζομαι πως διδάσκω"
|
1ο επιχείρημα: οι Αθηναίοι δεν
πιστεύουν ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται.
|
"Μάλιστα, ωραία τέχνη να κατέχεις λοιπόν,
αν βέβαια την κατέχεις πραγματικά", είπα εγώ. "Εγώ πάντως, θα σου
πω αυτό που σκέφτομαι. Γιατί εγώ δεν θεωρούσα, Πρωταγόρα, πως αυτό είναι κάτι
που διδάσκεται. Αφού όμως το λες εσύ, εγώ δεν μπορώ να το αμφισβητήσω. Αλλά
το σωστό εκ μέρους μου είναι να πω για ποιο λόγο νομίζω πως δεν πρόκειται για
κάτι που διδάσκεται και γιατί δεν μπορούν οι άνθρωποι να το μεταδώσουν σε
άλλους ανθρώπους. Εγώ λοιπόν θεωρώ, όπως και οι άλλοι Έλληνες, πως οι
Αθηναίοι είναι σοφοί. Και βλέπω ότι, όποτε συγκεντρωνόμαστε στην εκκλησία του
δήμου, όταν η πόλη πρόκειται να εκτελέσει κάποιο έργο οικοδομικό, καλούμε
τους οικοδόμους ως συμβούλους στην οικοδομία, κι όταν πάλι πρόκειται για
ναυπηγικό έργο, καλούμε τους ναυπηγούς, και με τον ίδιο τρόπο πράττουμε όταν
πρόκειται για όλα τα αντίστοιχα έργα, για όσα δηλαδή θεωρείται πως είναι διδακτά
και μπορεί κάποιος να τα μάθει με κατάλληλα μαθήματα. Εάν επιχειρήσει δε
κάποιος άλλος να δώσει τη συμβουλή του στον δήμο, κάποιος που οι άνθρωποι δεν
τον θεωρούν τεχνίτη σχετικό, η συνέλευση δεν τον αποδέχεται, ακόμα κι αν
είναι και ωραίος και πλούσιος και από μεγάλη οικογένεια. Αντίθετα, τον
κοροϊδεύουν και του φωνάζουν, μέχρι αυτός που τόλμησε να μιλήσει να φύγει
μόνος του τρομοκρατημένος ή μέχρι να τον σύρουν οι τοξότες και να τον βγάλουν
σηκωτό, με διαταγή των πρυτάνεων. Για τα θέματα λοιπόν που θεωρούν [οι
Αθηναίοι] ότι εξαρτώνται από κάποια συγκεκριμένη τεχνογνωσία, έτσι ενεργούν.
Όταν όμως πρέπει να αποφασιστεί κάποιο ζήτημα που αφορά τη διοίκηση της πόλεως,
σηκώνεται και δίνει τις συμβουλές του γι' αυτό εξίσου και ο οικοδόμος, και ο
σιδεράς, και ο έμπορος ή ο ναυτικός, και ο πλούσιος, και ο φτωχός, και αυτός
που είναι από μεγάλο γένος, και αυτός που δεν είναι από κάποια γενιά
σπουδαία. Και κανένας δεν τους ψέγει γι' αυτό, όπως τους προηγούμενους: γιατί
εσύ, χωρίς να έχεις διδαχτεί από πουθενά αυτό το πράγμα και χωρίς να έχεις
δάσκαλο σ' αυτό το θέμα, θέλεις τώρα να δώσεις και συμβουλές. Άρα, είναι
προφανές πως δεν θεωρούν ότι το πράγμα αυτό είναι κάτι που διδάσκεται.
|
Η άποψη του Σωκράτη και τα επιχειρήματα που τη στηρίζουν
2ο επιχείρημα: οι πιο
σοφοί και άριστοι πολίτες δεν μπορούν να μεταδώσουν την αρετή στα παιδιά
τους.
|
Αυτή τη στάση φυσικά δεν την έχει
μόνο η συνέλευση της πόλης μας, αλλά και στο ιδιωτικό επίπεδο [βλέπουμε ότι]
οι πιο σοφοί και οι άριστοι των πολιτών μας δεν μπορούν να μεταβιβάσουν αυτή
την αρετή που έχουν οι ίδιοι σε άλλους. Ο Περικλής, ας πούμε, ο πατέρας των
νεαρών από 'δω, τους μόρφωσε καλά στα θέματα που εξαρτώνται από τους
δασκάλους. Αλλά στα θέματα στα οποία ο ίδιος είναι σοφός, ούτε αυτός τους
εκπαιδεύει ούτε σε άλλους έδωσε τους γιους του να τους εκπαιδεύσουν. Κι
αυτοί, τριγυρίζουν και βόσκουν, σαν ζώα λυμένα, όπου τύχει να συναντήσουν από
μόνοι τους τη αρετή. Κι αν θέλεις, δες και τον Κλεινία, τον μικρό αδελφό του
Αλκιβιάδη από 'δω. Αυτόν τον είχε στην κηδεμονία του ο Περικλής και,
φοβούμενος μήπως τον χαλάσει ο Αλκιβιάδης, τον πήρε από αυτόν και ανέθεσε
στον Αρίφρονα να τον μορφώσει. Και πριν κλείσουν έξι μήνες, ο Αρίφρονας του
τον έδωσε πίσω, μη ξέροντας τι να κάνει μαζί του. Και άλλους πάμπολλους έχω
να σου απαριθμήσω, οι οποίοι, ενώ ήταν οι ίδιοι αγαθοί, δεν μπόρεσαν ποτέ
τους να βελτιώσουν κανέναν ούτε από τους συγγενείς τους ούτε από τους ξένους.
Εγώ λοιπόν, Πρωταγόρα, έχοντας υπόψη μου αυτά τα γεγονότα, δεν θεωρώ πως η
αρετή είναι διδακτή.
Επειδή όμως σε ακούω να το υποστηρίζεις εσύ, κάμπτομαι και πιστεύω πως κάτι θα εννοείς, αφού θεωρώ πως έχεις μεγάλη πείρα σε πολλά ζητήματα, και πολλά έχεις μάθει και πολλά επίσης έχεις ανακαλύψει μόνος σου. Αν λοιπόν μπορείς να μας αναλύσεις με τρόπο εναργέστερο γιατί η αρετή είναι διδακτή, μη μας αρνηθείς και κάνε το". Δες ερμηνευτικό σχόλιο: Β. Η θέση και τα επιχειρήματα του Σωκράτη για το "διδακτόν" της αρετής: "Μάλιστα, ωραία τέχνη ... μη μας αρνηθείς και κάνε το" |
|
|
Οι μέθοδοι του Πρωταγόρα
|
"Όχι, Σωκράτη", είπε,
"δεν θα σας αρνηθώ. Αλλά, τι προτιμάς από τα δύο; Να σας το αναλύσω με
έναν μύθο, όπως κάνουν οι γεροντότεροι στους νέους, ή να αναπτύξω το ζήτημα
σε μια διάλεξη;"
Πολλοί από αυτούς που κάθονταν κοντά είπαν αμέσως να αναπτύξει το θέμα με όποιον από τους δύο τρόπους θέλει. "Εγώ νομίζω", είπε εκείνος, "πως είναι πιο χαριτωμένο να σας πω έναν μύθο". Δες ερμηνευτικό σχόλιο: Γ. Οι μέθοδοι του Πρωταγόρα: "Όχι, Σωκράτη ... να σας πω έναν μύθο" |
Στη συνέχεια ο Σωκράτης, με λεπτή ειρωνεία, αλλά και σεβασμό στις απόψεις του συνομιλητή του, ελέγχει λογικά την άποψη του Πρωταγόρα και ισχυρίζεται αφενός ότι η πολιτική αρετή δεν διδάσκεται, και αφετέρου ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να τη μεταδώσουν σε άλλους ανθρώπους. Προκειμένου να στηρίξει τις θέσεις του, χρησιμοποιεί δύο επιχειρήματα:
1ο επιχείρημα: στην Εκκλησία του Δήμου, όταν γίνεται λόγος για κάποιο τεχνικό ζήτημα, δέχονται τις απόψεις μόνο των ειδικών. Αντίθετα, όταν γίνεται λόγος για ζήτημα που αφορά την πόλη, έχουν δικαίωμα να εκφράσουν τη γνώμη τους όλοι οι Αθηναίοι πολίτες ανεξαρτήτως επαγγέλματος, οικονομικής κατάστασης ή καταγωγής. Επομένως, με αυτόν τον τρόπο αποδεικνύεται ότι όλοι διαθέτουν την πολιτική αρετή, χωρίς να την έχουν ποτέ διδαχθεί από κανέναν.
2ο επιχείρημα: οι άριστοι πολιτικοί άνδρες δεν μπορούν να διδάξουν την πολιτική αρετή στα παιδιά τους. Για παράδειγμα ο Περικλής δεν μπόρεσε να μεταδώσει την αρετή στους γιους του ούτε ο Αρίφρονας στον Κλεινία. Άρα, η πολιτική αρετή δεν διδάσκεται.
Στο τέλος της ενότητας, ο Σωκράτης ζητά ευγενικά και με τον πρέποντα σεβασμό από τον Πρωταγόρα να αναπτύξει τις δικές του απόψεις. Ο σοφιστής δέχεται να το κάνει ακολουθώντας την πρώτη του μέθοδο, τον μύθο.
ΜΥΘΟΣ
|
είναι μία φανταστική
αφήγηση πουείτε προέρχεται από την παράδοση, είτε αποτελεί δημιούργημα
κάποιου διανοητή. Έχει χαρακτήρα: α) ποιητικό, γεγονός που του προσδίδει χάρη
και γοητεία και β) συμβολικό, με τη χρήση κυρίως συμβόλων ή αλληγοριών.
Ωστόσο ο μύθος δεν είναι επαρκής ως αποδεικτικό στοιχείο ούτε μπορεί να
οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα. Οι σοφιστές χρησιμοποιούσαν συχνά τους
μύθους τόσο για να ενισχύσουν τα επιχειρήματα τους, όσο και για να
εντυπωσιάσουν.
|
ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙ
Ο ΠΛΑΤΩΝΑΣ ΤΟ ΜΥΘΟ:
|
Ο
Πλάτωνας δεν ειρωνεύεται την επιλογή του σοφιστή να χρησιμοποιήσει το μύθο,
αφού και ο ίδιος στους λόγους του έχει χρησιμοποιήσει μύθους. Όμως με μία
ουσιαστική διαφορά: οι μύθοι του Πλάτωνα έχουν χαρακτήρα συμβολικό και
χρησιμοποιούνται ως συμπλήρωμα μιας αλήθειας την οποία στηρίζει με
επιχειρήματα και τεκμήρια. Αντίθετα ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί τους ίδιους
τους μύθους ως αποδεικτικά στοιχεία των όσων υποστηρίζει.
|
α) στον οίκο: όπου ο ενήλικας ελεύθερος άνδρας είναι
αυτός που έχει δικαιώματα ιδιοκτησίας, διάθεσης και διοίκησης πάνω στα μέλη
της οικογένειας· γυναίκες / παιδιά / δούλοι, κηδεμονεύονται.
|
β) στο δημόσιο
επίπεδο: οι ελεύθεροι Αθηναίοι έχουν δικαιώματα πολίτη, δηλ.:
|
ΑΓΑΘΟΣ Άνδρας: αποτελεί το ιδανικό του Αθηναίου πολίτη "καλός κἀγαθός".
Ο Πρωταγόρας στο σημείο αυτό αναφέρεται μόνο στον όρο "ἀγαθός" γιατί η αγαθότητα είναι αυτό που μπορεί να διδάξει.
Ο ΣΩΚΡΑΤΗΣ: προσπαθώντας να ορίσει το περιεχόμενο της διδασκαλίας του Πρωταγόρα αναφέρει ότι κάνει τους άνδρες αγαθούς πολίτες και διακρίνεται η διαφορετική αντίληψη που έχει για την πολιτική τέχνη: —> Συγκεκριμένα: η πολιτική τέχνη πρέπει να φτιάχνει καλούς πολίτες και όχι ικανούς πολιτικούς, αφού μόνο ένας καλός πολίτης μπορεί να γίνει ικανός πολιτικός. Στον Σωκράτη δεν άρεσε ο πολιτικός επαγγελματισμός που τροφοδοτούσαν οι σοφιστές και ειδικά ο ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ.
Είναι γνωστό ότι ο Πρωταγόρας χρησιμοποιώντας την τέχνη της λογικής και ειδικότερα τους λεγόμενους κοινούς τόπους, δηλαδή προετοιμασμένα θέματα που έπρεπε οι μαθητές του να απομνημονεύσουν, δίδασκε την πολιτική τέχνη στους νέους της Αθήνας, οι οποίοι είχαν πολιτικές φιλοδοξίες. Η φήμη του και το πλήθος των μαθητών του στην Αθήνα συνιστούσαν τεκμήρια της αποτελεσματικότητας του διδακτικού έργου του και ενίσχυαν το κύρος του στους πνευματικούς κύκλους της πόλης και την αυτοπεποίθησή του. Το διδακτικό του έργο συμφωνούσε με το βασικό φιλοσοφικό αξίωμά του ότι «μέτρο όλων των πραγμάτων είναι ο άνθρωπος», ότι δηλαδή η κοινή λογική του ατόμου αποτελεί τον κριτή και τον γνώμονα του ορθού και, συνεπώς η αλήθεια είναι σχετική και όχι απόλυτη.
Ο Σωκράτης, στο απόσπασμα που μας απασχολεί, δεν παίρνει θέση φανερά υπέρ ή κατά της σοφιστικής θεώρησης των πραγμάτων συνολικά. Όμως ήδη διαφαίνεται η διαφοροποίησή του από την αντίληψη του Πρωταγόρα, καθώς ο Πρωταγόρας αναφέρεται σε «ικανούς πολίτες», ενώ ο ίδιος σε «αγαθούς πολίτες». Η διαφορά αυτή βρίσκεται στη βάση του στοχασμού και της μεθόδου που επιλέγουν οι δύο συνομιλητές σε όλη τη συνομιλία τους.
Ο Πρωταγόρας αρχίζει να απαντά με σαφήνεια στα ερωτήματα που του τέθηκαν προηγουμένως από τον Σωκράτη σχετικά με το αντικείμενο της διδασκαλίας του. Ισχυρίζεται, λοιπόν, ότι αυτό που διδάσκει τους νέους είναι η «εὐβουλία», δηλαδή η σωστή σκέψη και λήψη αποφάσεων για:
α) θέματα που αφορούν την ιδιωτική ζωή («τὰ οἰκεῖα»). Ο πολίτης, δηλαδή, θα γίνει ικανότερος στη διευθέτηση και οργάνωση των υποθέσεων του οίκου του.
Συγκεκριμένα, «οἶκος» στην αρχαία Ελλάδα δεν σήμαινε μόνο «σπίτι», όπως σήμερα, ούτε δήλωνε μόνο την «οικογένεια» (δηλαδή το σύνολο των μελών μιας ομάδας ανθρώπων που συνδέονται με συγγενικούς δεσμούς). Ο «οἶκος», όπως λέει χαρακτηριστικά ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του, ήταν η μικρότερη μονάδα, το μικρότερο συστατικό στοιχείο της κοινωνίας˙ φυσικά, ειδικά στις αρχαϊκές κοινωνίες, ο οίκος ήταν συνδεδεμένος και με την κατοχή γης (αυτό δεν ίσχυε πια αναγκαστικά σε κοινωνίες όπως η Αθήνα του 5ου αιώνα, με ανεπτυγμένη εμπορική και βιοτεχνική οικονομία). Το χαρακτηριστικό του οίκου πάντως, στο ιδεολογικό επίπεδο, ήταν ότι είχε μια συνέχεια μέσα στον χρόνο, είχε παρελθόν (τους προγόνους) και μέλλον (τους απογόνους). Γι’ αυτό και ήταν υποχρέωση κάθε ενήλικου άνδρα να σεβαστεί το παρελθόν του οίκου του και να εξασφαλίσει τη συνέχειά του στο μέλλον. Άρα, η κοινωνική στάση και το ήθος κάθε άνδρα είχε συνέπειες όχι μόνο ατομικές, αλλά και ως προς τη συντήρηση και διατήρηση του κύρους του οίκου του. Τα «οἰκεῖα» είναι, επομένως, όλες οι υποθέσεις που σχετίζονταν με την οικονομική και κοινωνική ευμάρεια ενός οίκου και αποτελούσαν ένα από τα σημαντικότερα καθήκοντα του ενήλικου άνδρα. Άλλωστε, μόνο αν κάποιος μάθει να διευθετεί σωστά τις υποθέσεις του οίκου του, είναι σε θέση να διευθετεί σωστά και τις πολιτικές υποθέσεις, πράγμα που προδίδει τη νοοτροπία των αρχαίων Ελλήνων να λειτουργούν περισσότερο ως μέλη ενός συνόλου παρά ως άτομα.
Γενικά οι δύο συνομιλητές φαίνεται ότι δέχονται σιωπηλά ως κοινή βάση της εξέτασης που επιχειρούν ότι η πόλις δεν ακυρώνει τον οίκο, αλλά τον προϋποθέτει και συγχρόνως τον υπερβαίνει με σχέση εσωτερικής αμοιβαιότητας, όπως ακριβώς το δημόσιο συμφέρον δεν καταργεί το ατομικό, αλλά βρίσκονται σε μια σχέση αλληλοτροφοδότησης.
β) θέματα που αφορούν τη δημόσια ζωή. Ο πολίτης, δηλαδή, θα γίνει ικανός στο να πράττει και να μιλά για πολιτικά θέματα και για τις υποθέσεις της πόλεως.
Παρατηρούμε ότι ο Πρωταγόρας σε αυτό το σημείο προτάσσει το ρήμα «πράξει», που αφορά τις πολιτικές αποφάσεις και ενέργειες, ενώ τοποθετεί δεύτερο στη σειρά το ρήμα «μιλήσει», που αφορά τον πολιτικό λόγο που εκφράζεται κυρίως στην Εκκλησία του Δήμου (πρωθύστερο σχήμα). Η πρόταξη αυτή σκόπιμα επιλέγεται από τον Πρωταγόρα, για να τονιστεί ότι η πολιτική δράση έχει μεγαλύτερη σημασία από τη θεωρία. Μια δεύτερη ερμηνεία της σειράς των ρημάτων «πράξει και μιλήσει» συνδέεται με τον εμπειρισμό του Πρωταγόρα, καθώς υποστηρίζει ότι η εμπειρία/το εμπειρικό δεδομένο κινεί τη νόηση. Με αυτή την οπτική η πράξη (=εμπειρικό δεδομένο) τροφοδοτεί αναγκαία το νοεῖν και τον λόγο του ανθρώπου. Άρα, ο λόγος παράγεται με βάση τα δεδομένα της εμπειρίας και αποτελεί προϊόν της νοητικής επεξεργασίας της.
Από τα παραπάνω προκύπτει και η τεράστια σημασία που είχε για τον αρχαίο Έλληνα η σύζευξη λόγων και έργων. Η στάση αυτή εκδηλώνεται ήδη στα ομηρικά έπη. Συγκεκριμένα, στη ραψωδία Ι της Ιλιάδας (στ. 443), ο γέροντας Φοίνικας καλεί τον Αχιλλέα να γίνει «μύθων ῥητὴρ πρηκτήρ τε ἔργων», να είναι δηλαδή ικανός στα λόγια και στα έργα, καλός ομιλητής και γενναίος πολεμιστής. Έκτοτε, διαμορφώθηκε σταδιακά η άποψη ότι τα μεγάλα λόγια πρέπει να συνοδεύονται από ανάλογες πράξεις, για να έχουν αξία. Ο Θουκυδίδης μάλιστα στον Ἐπιτάφιο θα μιλήσει με έμφαση για την ανάγκη λόγων και έργων ως στοιχείων αποδεικτικών της ανδρείας και γενικά της αρετής των πολιτών και της πόλεως. Άρα, αντιλαμβανόμαστε ότι το αντικείμενο διδασκαλίας του Πρωταγόρα ανταποκρίνεται στην απαίτηση των Αθηναίων για σύζευξη λόγων και έργων. Εν κατακλείδι, ο ολοκληρωμένος πολίτης οφείλει με την πράξη και τον λόγο του να δραστηριοποιείται και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή.
Συγκεκριμένα, ο μύθος είναι μία φανταστική αφήγηση που προέρχεται είτε από την παράδοση, είτε αποτελεί δημιούργημα κάποιου διανοητή (στην προκείμενη περίπτωση, ο μύθος που θα ακολουθήσει είναι μάλλον επινόηση του Πρωταγόρα). Έχει χαρακτήρα ποιητικό (που του προσδίδει χάρη και γοητεία) και συμβολικό (με τη χρήση κυρίως συμβόλων ή αλληγοριών). Ωστόσο, ο μύθος από μόνος του δεν είναι επαρκής μέθοδος απόδειξης ούτε μπορεί να οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα. Οι σοφιστές τον χρησιμοποιούσαν συχνά, γιατί καθιστούσε πιο εύληπτα τα νοήματα, τους επέτρεπε να εντυπωσιάζουν το ακροατήριό τους και να κάνουν επίδειξη γνώσεων.
Από την άλλη, η διάλεξη είναι η θεωρητική διαπραγμάτευση ενός θέματος σε συνεχή λόγο. Πρόκειται για επιδεικτική μακρηγορία, στην οποία αναπτύσσονται επιχειρήματα και συλλογισμοί, και είναι πειστικότερη και αποδεικτικότερη από τον μύθο. Επειδή, όμως, δεν δίνει τον απαραίτητο χρόνο στον ακροατή να εξετάσει τις ιδέες που παρουσιάζονται, θεωρείται περισσότερο μέθοδος πειθούς, κατάλληλη για τις πολιτικές συνελεύσεις και τα δικαστήρια, παρά μέθοδος προσέγγισης και κατάκτησης της αλήθειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου